Κυριακή Γ΄ Ματθαίου στον Ιερό Ναό του Τιμίου Προδρόμου Καστανιάς
Την Κυριακή 11 Ιουλίου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον Ιερό Ναό Τιμίου Προδρόμου Καστανιάς.
O Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Μή μεριμνήσητε λέγοντες· τί φάγωμεν; ἤ τί πίωμεν; ἤ τί περιβαλώμεθα; πάντα γάρ ταῦτα τά ἔθνη ἐπιζητεῖ».
Ἕνα σημαντικό θέμα τό ὁποῖο ἀφορᾶ κάθε ἄνθρωπο, ἀνεξαρτήτως τῆς θέσεώς του, ἀνεξαρτήτως τῆς ἡλικίας καί τῆς παιδείας του, θίγει στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα μιλώντας ὁ Χριστός στούς μαθητές του. Τό θέμα αὐτό εἶναι οἱ καθημερινές καί ἐπίγειες μέριμνες τοῦ ἀνθρώπου, ἡ φροντίδα του γιά τά ζητήματα πού ἀφοροῦν τήν καθημερινότητά του. Ὁ Χριστός γίνεται ἀπολύτως συγκεκριμένος γιά νά μήν ὑπάρξουν παρεξηγήσεις. Μή μεριμνήσετε, λέγει, τί θά φᾶτε, τί θά πιεῖτε ἤ τί θά ἐνδυθεῖτε.
Ἁπλές σκέψεις, ἁπλές μέριμνες πού ὁ καθένας μας τίς ἔχει καί μάλιστα καθημερινά. Καί μπορεῖ σέ ἐμᾶς νά φαίνονται αὐτονόητες καί φυσικές, ὅμως ὁ Χριστός εἶναι σαφής καί κατηγορηματικός. «Πάντα γάρ ταῦτα τά ἔθνη ἐπιζητεῖ». Γιά ὅλα αὐτά μεριμνοῦν, λέγει, οἱ ἐθνικοί, μεριμνοῦν ὅσοι εἶναι εἰδωλολάτρες, ὅσοι πιστεύουν ὡς θεούς ὑλικά ὄντα. Αὐτοί εἶναι φυσικό νά εἶναι προσκολλημμένοι καί νά μεριμνοῦν γιά τά ὑλικά πράγματα.
Τί ἐννοεῖ ὅμως ὁ Χριστός; Εἶναι δυνατόν νά μήν ἐνδιαφερόμεθα γιά τό τί θά φᾶμε καί μέ τί θά ἐνδυθοῦμε; Εἶναι δυνατόν νά ἀδιαφοροῦμε γιά τίς καθημερινές ἀνάγκες τῆς ζωῆς μας καί νά μήν φροντίζουμε τόν ἑαυτό μας ἤ τήν οἰκογένειά μας; Εἶναι δυνατόν ὁ Χριστός νά μᾶς συστήνει τήν πλήρη ἀπραξία καί ἀποχή ἀπό τήν ἐξυπηρέτηση τῶν ἀναγκῶν πού εἶναι σύμφυτες, θά λέγαμε, μέ τή ζωή μας;
Ἀσφαλῶς ὄχι. Ὁ Χριστός δέν θέλει νά γίνουμε ἀδιάφοροι οὔτε ἀπαθεῖς, οὔτε νά περιμένουμε νά τακτοποιήσουν ἄλλοι τά πρακτικά ζητήματα τῆς ζωῆς μας οὔτε ἀκόμη καί νά μήν φροντίσουμε νά ἀποκτήσουμε μέ τήν ἐργασία μας τά ἀναγκαῖα γιά τή ζωή μας, περιμένοντας ἀπό τόν Θεό νά τό κάνει.
Ὁ Χριστός δέν κατακρίνει τήν ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου νά φροντίζει γιά ὅσα ἀφοροῦν τήν ὑλική ὑπόστασή του, τό σῶμα του δηλαδή καί τή ζωή του, ἀλλά συστήνει τήν ἱεράρχηση τῶν φροντίδων καί τῶν μεριμνῶν τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι ὥστε νά μήν τόν ἀπορροφοῦν ὁλοκληρωτικά.
Ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει μόνο ὑλική ὑπόσταση, ἔχει καί πνευματική. Δέν εἶναι μόνο σῶμα, ἔχει καί ψυχή. Καί ὅπως τό σῶμα ἔχει ἀνάγκη τῆς φροντίδος του, ἔτσι καί ἡ ψυχή ἔχει ἀνάλογη ἀνάγκη καί μάλιστα περισσότερη, διότι τό σῶμα μας εἶναι προσωρινό, ἐνῶ ἡ ψυχή μας αἰώνια.
Αὐτό, λοιπόν, ἐννοεῖ ὁ Χριστός, ὅταν μᾶς συστήνει «μή μεριμνήσητε λέγοντες τί φάγωμεν ἤ τί πίωμεν ἤ τί περιβαλώμεθα». Μᾶς συστήνει τήν περιορισμένη μέριμνα γιά τίς ὑλικές μας ἀνάγκες, θέλοντας νά μᾶς προφυλάξει ἀπό τή δυσάρεστη ἀλλά καί ἐπικίνδυνη πραγματικότητα οἱ ὑλικές αὐτές μέριμνες γιά ἁπλά καί καθημερινά πράγματα νά κλέψουν τόν νοῦ μας καί κάποτε καί τήν ψυχή μας, καί νά μήν μᾶς ἀφήνουν οὔτε χρόνο οὔτε χῶρο οὔτε δυνάμεις γιά νά μεριμνήσουμε καί γιά τήν ψυχή μας, γιά νά μεριμνήσουμε γιά τόν Θεό.
Καί αὐτό μπορεῖ νά συμβεῖ πολύ εὔκολα στόν καθένα μας, διότι ὁ πονηρός ἐκμεταλλεύεται τό φυσικό ἐνδιαφέρον τοῦ ἀνθρώπου γιά τόν ἑαυτό του καί τή ζωή του καί τό διογκώνει μέσα μας. Καί ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο νά ἀπασχολεῖται συνεχῶς μέ αὐτά, ὅλες τίς ὧρες, ἀκόμη καί τήν ὥρα τῆς ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεό, τήν ὥρα τῆς θείας λατρείας καί τήν ὥρα τῆς προσευχῆς. Ἔτσι, ὄχι μόνο ἀπασχολούμεθα μέ μέριμνες ὑλικές καί ἐφήμερες, ἀλλά αὐτή ἡ ἐνασχόληση καλλιεργεῖ κάποιες φορές μέσα μας καί ἀδυναμίες καί ἐλαττώματα καί πάθη, ὅπως τῆς αὐταρεσκίας, τῆς πλεονεξίας ἤ τῆς λαιμαργίας, τά ὁποῖα βλάπτουν ἀκόμη περισσότερο τήν ψυχή μας, καί μᾶς ἀπομακρύνουν ἀκόμη περισσότερο ἀπό τίς πνευματικές μέριμνες ἀλλά καί ἀπό τήν ἐμπιστοσύνη πού πρέπει νά ἔχουμε στόν Θεό.
Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, νά ἱεραρχήσουμε τίς μέριμνές μας, ὅπως μᾶς συστήνει ὁ Χριστός, χωρίς νά ξεχνοῦμε ὅτι ἡ μέριμνα γιά τήν ψυχή μας εἶναι ἀνώτερη ἀπό κάθε ἄλλη μέριμνα. Καί ὅποιος φροντίζει γιά τήν ψυχή του καί ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του στόν Θεό, ὁ Θεός μεριμνᾶ καί φροντίζει γιά τίς ἀνάγκες του, χωρίς αὐτό, ὅπως εἴπαμε, νά σημαίνει ὅτι ἐμεῖς δέν θά ἐργαζόμεθα καί δέν θά φροντίζουμε γιά τίς ὑλικές μας ἀνάγκες.
Τό ἴδιο ἰσχύει καί τήν περίοδο αὐτή τῆς πανδημίας, τήν ὁποία διερχόμεθα, καί ἡ ὁποία, ὅπως ὅλοι βλέπουμε, ἔχει καί πάλι ἀναζωπυρωθεῖ. Ὁ Θεός δέν μᾶς προτρέπει νά ἀδρανοῦμε καί νά ἀδιαφοροῦμε, ἐμπιστευόμενοι δῆθεν τήν προστασία μας σέ Ἐκεῖνον. Ὁ Θεός μᾶς προστατεύει, ἀσφαλῶς, ἄν τοῦ τό ζητοῦμε, ἀλλά μᾶς προστατεύει καί μέ τά μέσα πού μᾶς δίδει μέσω τῆς ἐπιστήμης, τά ὁποῖα ἔχουμε χρέος νά τά χρησιμοποιοῦμε καί νά τά ἀξιοποιοῦμε, ὥστε νά ἔχουμε καί τήν προστασία καί τή χάρη του.
Καί εὔχομαι ὁ Θεός, διά πρεσβειῶν καί τῆς ἁγίας ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος καί πανευφήμου Εὐφημίας ἀλλά καί τοῦ νέου ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ ὁσίου Σωφρονίου τοῦ Ἔσσεξ, τοῦ ὁποίου εἶχα τήν εὐλογία νά χρηματίσω ἕνα διάστημα πνευματικός υἱός, τούς ὁποίους ἑορτάζουμε σήμερα, νά μᾶς προφυλάξει καί νά μᾶς ἀπαλλάξει καί ἀπό αὐτή τήν ὄντως μεγάλη δοκιμασία, ἀλλά καί νά μᾶς χαρίσει τή βασιλεία του, ἡ ὁποία πρέπει νά εἶναι ἡ πρώτιστη μέριμνά μας καί τήν ὁποία θά πρέπει, ὅπως μᾶς συστήνει ὁ Χριστός, νά τήν ζητοῦμε κατά προτεραιότητα ἀπό τόν Θεό. «Ζητεῖτε», λέγει, «πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν». Αὐτό εἶναι τό μόνο, αὐτό εἶναι τό μόνιμο, αὐτό εἶναι τό αἰώνιο, αὐτό εἶναι αὐτό τό ὁποῖο ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη, εἴτε εἴμεθα πτωχοί εἴτε εἴμεθα πλούσιοι, εἴτε εἴμεθα μικροί εἴτε εἴμεθα μεγάλοι. Τό πρώτιστο εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού σημαίνει ἕνωση μέ τόν Θεό ἀπό αὐτή ζωή, μέσα ἀπό τά μυστήρια, μέσα ἀπό τή θεία Εὐχαριστία, μέσα ἀπό τήν προσευχή. Αὐτά μᾶς τονώνουν καί μᾶς ἑνώνουν μέ τόν Θεό, καί ὅλες τίς ἄλλες δοκιμασίες, ὅπως εἶναι ἡ παροῦσα, τίς ξεπερνοῦμε, ὅταν εἴμεθα ἑνωμένοι μέ τόν Θεό. Ἄς ζητοῦμε, λοιπόν, πρῶτα τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί ὅλα τά ἄλλα θά προστεθοῦν ἀπό τόν Θεό γιά ὅλους μας.