Βεροίας Παντελεήμων: «Είναι αμαρτία να μην προφυλάσσουμε τον εαυτό μας»
Βλέπετε κάθε ἡμέρα χάνουμε ἀδελφούς μας, εἴτε διότι δέν θέλησαν νά πιστεύσουν ὅτι εἶναι πραγματικός καί θανατηφόρος αὐτός ὁ ἰός καί δυστυχῶς δέν τηροῦν ἴσως τά μέτρα πού πρέπει νά τηρήσουν, εἴτε ἴσως διότι δέν κάνουν καί τό ἐμβόλιο, αὐτό εἶναι θέμα βέβαια δικό τους, ἀλλά βλέπουμε ὅτι ὁδηγοῦνται δυστυχῶς στόν θάνατο. Εἶναι ἁμαρτία νά μήν προφυλάσσουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό αὐτό τό κακό. Εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά τόν προφυλάσσουμε.
Στον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων Βεροίας τελέστηκαν oι ιερές ακολουθίες της πανηγύρεως του βυζαντινού παρεκκλησίου του Οσίου Παταπίου, εξαιτίας των ειδικών περιοριστικών μέτρων της πανδημίας του Covid-19, ανήμερα το πρωί της εορτής, Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου. Κατά την Αρχιερατική Θεία Λειτουργία προεξήρχε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Θείας κλήσεως ἰχνηλατήσας ἐκ νεότητος τάς ἐπιδόσεις δι᾽ ἀσκήσεως τῷ κόσμῳ ἐξέλαμψας».
Μέ αὐτούς τούς στίχους ἐγκωμιάζει ὁ ἱερός ὑμνογράφος τόν ἑορταζόμενο σήμερα ὅσιο Πατάπιο.
Γόνος τῆς πατρίδος τῶν μεγάλων ἀσκητῶν, τῆς Αἰγύπτου, γεννήθηκε ὁ ὅσιος ἀπό χριστιανούς γονεῖς, πού διέθεταν ὄχι μόνο ὑλικό ἀλλά καί πνευματικό πλοῦτο. Μέσα στό οἰκογενειακό του περιβάλλον διδάχθηκε τήν πίστη καί τήν ἀγάπη στόν Χριστό, καί γιά χάρη αὐτῆς τῆς ἀγάπης ὁ ὅσιος ἀποφάσισε, νεαρός ἀκόμη, νά ἐγκαταλείψει τίς ἀνέσεις καί τίς εὐκολίες πού τοῦ παρεῖχε ἡ οἰκογένεια καί ἡ περιουσία πού διέθετε καί νά ἀποσυρθεῖ στήν ἔρημο γιά νά ζήσει «μόνος μόνῳ Θεῷ».
Ἡ ἀσκητική ζωή του καί ἡ ἀγάπη μέ τήν ὁποία ἀντιμετώπιζε ὁ ὅσιος Πατάπιος ὅλους ὅσους περνοῦσαν ἀπό τό κελί του, προσφέροντάς τους ὄχι μόνο φιλοξενία ἀλλά καί ψυχική καί πνευματική ἀνάπαυση, τόν ἔκαναν πολύ γρήγορα γνωστό. Ἡ φήμη του, μάλιστα, ἐξαπλώθηκε τόσο πολύ, ὥστε οἱ ἐπισκέπτες δέν ἔλειπαν ποτέ ἀπό τό κελί του, γεγονός πού τοῦ στεροῦσε ὅμως τήν ἡσυχία γιά χάρη τῆς ὁποίας εἶχε ἀποφασίσει νά ἐγκαταλείψει τόν κόσμο, προκειμένου νά ἀφοσιωθεῖ ἀπερίσπαστος στή μελέτη τοῦ Θεοῦ καί στήν προσευχή.
Ἔτσι ὁ ὅσιος ἀναγκάστηκε νά φύγει ἀπό τήν Αἴγυπτο καί νά πάει στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου θά μποροῦσε, ὅπως πίστευε, νά μείνει ἄγνωστος μεταξύ ἀγνώστων, ἀποκλειστικά ἀφοσιωμένος στά μοναχικά του καθήκοντα.
Καί στή μεγαλούπολη ὅμως τῆς Κωνσταντινουπόλεως δέν ἄργησε νά διαδοθεῖ ἡ φήμη τῆς ἀρετῆς καί τῆς ἁγιότητος τοῦ ὁσίου Παταπίου, ὁ ὁποῖος μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ θαυματουργοῦσε θεραπεύοντας πλῆθος ἀσθενειῶν. Ἔτσι, πολύ σύντομα ἄρχισαν νά συρρέουν στό ἡσυχαστήριο πού εἶχε ἱδρύσει, κοντά στόν ναό τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν, πλήθη εὐσεβῶν χριστιανῶν πού ἀναζητοῦσαν τήν ἴαση τῶν ἀσθενειῶν πού τούς ταλαιπωροῦσαν, ἴαση πού προσέφερε ὁ ὅσιος καί ὅσο βρισκόταν ἐν ζωῇ, ἀλλά καί μετά τήν ὁσιακή κοίμησή του.
Αὐτή ἡ χάρη τῶν θαυμάτων, πού συνεχίζονται μέχρι σήμερα, εἶναι, προϊόν τῆς θείας χάριτος ἡ ὁποία ἐνοίκησε στήν ψυχή τοῦ ὁσίου. Ἐνοίκησε στήν ψυχή του, ἐπειδή αὐτή ἦταν κεκαθαρμένη ἀπό τήν ἄσκηση καί ἐξαγνισμένη ἀπό τή νηστεία καί τήν προσευχή, καί προσέφερε στόν Θεό οἶκο ἅγιο καί κατοικητήριο ἱερό, ὥστε νά ποιήσει ἐν αὐτῷ μονήν.
Ἔτσι, παρότι ὁ ὅσιος Πατάπιος ὄχι μόνο δέν διεκδικοῦσε τήν προβολή καί τή δόξα τῶν ἀνθρώπων, διακρίθηκε καί ἔλαμψε καί τιμήθηκε ὄχι μόνο στήν ἐποχή ἀλλά καί μέχρι σήμερα, χωρίς ἡ τιμή καί ἡ δόξα πού ἀπολαμβάνει καί ἀπό τόν Θεό καί ἀπό τούς πιστούς καί τήν Ἐκκλησία νά ἀλλοιωθεῖ κατά τό παραμικρό ἀπό τό πέρασμα τοῦ χρόνου, πού ἀλλοιώνει τά πάντα.
Πῶς ὅμως συνέβη αὐτό; Τό ἐρώτημά μας τό ἀπαντᾶ μέ τό ἀπολυτίκιό του ὁ ἱερός ὑμνογράφος. «Δι᾽ ἀσκήσεως τῷ κόσμῳ ἐξέλαμψας». Μέ τήν ἄσκηση ἔλαμψες στόν κόσμο, γράφει ἀναφερόμενος στόν ὅσιο Πατάπιο. Δέν ἔλαμψε μέ τόν πλοῦτο, δέν ἔλαμψε μέ τά ἀξιώματα, δέν ἔλαμψε μέ τήν ἐξουσία τήν ὁποία εἶχε καί διαχειριζόταν, δέν ἔλαμψε μέ τήν ἐξωτερική ὀμορφιά ἡ ὁποία «ὡς ἄνθος μαραίνεται», δέν ἔλαμψε μέ τίποτε ἀπό ὅσα χρησιμοποιοῦν οἱ ἄνθρωποι στίς ἡμέρες μας γιά νά λάμψουν καί νά ξεχωρίσουν καί νά διακριθοῦν.
Ἔλαμψε μέ κάτι πού ὑποτιμᾶται καί συχνά συκοφαντεῖται.
Ἔλαμψε μέ κάτι τό ὁποῖο οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἀποφεύγουμε, γιατί τό θεωροῦμε δύσκολο καί κοπιῶδες καί ἐπώδυνο.
Ἔλαμψε μέ αὐτό τό ὁποῖο οἱ ἄνθρωποι τό αἰσθανόμαστε ἴσως καί ὡς κάτι ὑπερβολικό, ὡς κάτι πού δέν μᾶς ἀφορᾶ, ὡς κάτι πού καταστρέφει, ὅπως νομίζουμε, τήν εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ μας καί μᾶς βλάπτει. Καί αὐτό εἶναι ἡ ἄσκηση. Εἶναι τά πνευματικά ἀγωνίσματα πού συμβάλλουν στήν πρόοδο τῆς ψυχῆς μας. Εἶναι ἡ μελέτη, ἡ προσευχή, ἡ ἐγκράτεια, ἡ νηστεία, ἡ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀγώνας γιά τήν ἀπαλλαγή ἀπό τά πάθη μας καί τήν κατάκτηση τῶν ἀρετῶν. Ὅλα αὐτά ἑλκύουν τή χάρη τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, καί ἀντίθετα ἀπό ὅ,τι πιστεύουν οἱ περισσότεροι, εἶναι αὐτά πού κάνουν τόν ἄνθρωπο νά λάμπει, καί μάλιστα μέ μιά λάμψη πού δέν ξεθωριάζει μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου, ἀλλά παραμένει καί διαρκεῖ. Γιατί αὐτή ἡ λάμψη δέν εἶναι λάμψη ἐκ τοῦ κόσμου, ἀλλά εἶναι λάμψη ἐκ τοῦ Θεοῦ, λάμψη πού παραμένει καί συνοδεύει τόν ἄνθρωπο, ὅπως τό ἔκανε καί στήν περίπτωση τοῦ ὁσίου Παταπίου.
Ἀπό ἐμᾶς, λοιπόν, ἐξαρτᾶται· ἄν θέλουμε νά λάμπουμε καί ἐμεῖς ὄχι προσωρινά καί περιστασιακά ἀλλά αἰώνια, τότε ἄς προσπαθήσουμε νά ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμα τοῦ ὁσίου Παταπίου. Δέν θά φύγουμε σέ κελιά καί σέ μοναστήρια, ἀλλά ὁ καθένας μας ἐκεῖ πού εἶναι μπορεῖ νά ἀσκηθεῖ, καί στήν προσευχή καί στήν ἐγκράτεια καί στή μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἄς προσπαθήσουμε, λοιπόν, νά ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμα τοῦ ὁσίου Παταπίου, ἰδιαιτέρως τήν περίοδο αὐτή πού προετοιμαζόμεθα γιά τή μεγάλη ἑορτή τῶν Χριστουγέννων. Ἄς ἀγωνιζόμεθα καί ἄς ἐπικαλούμεθα καί τή χάρη καί τή βοήθεια τοῦ ὁσίου Παταπίου, τοῦ ὁποίου ἔχουμε σήμερα τήν εὐλογία νά προσκυνοῦμε τίς ἐμβάδες του. Τί εἶναι οἱ ἐμβάδες; Εἶναι οἱ παντόφλες πού βάζουν στό ἅγιο λείψανο τοῦ ὁσίου καί μετά τίς δίδουν εὐλογία. Δύο ἐμβάδες ἔχουμε τοῦ ἁγίου Παταπίου, μάλιστα ἡ μία ἔχει καί μικρό τμῆμα τοῦ ἁγίου λειψάνου. Ἔτσι ἔχουμε αὐτή τήν εὐλογία καί θά μείνουν αὐτές οἱ ἐμβάδες στόν ναό πού εἶναι ἕνας ἀπό τούς μοναδικούς ναούς στήν Ἑλλάδα πού εἶναι ἀφιερωμένος στόν ὅσιο Πατάπιο.
Ἔτσι, λοιπόν, ἄς τόν παρακαλοῦμε νά πρεσβεύει γιά μᾶς στόν Θεό καί ὡς θαυματουργός νά μᾶς προστατεύει καί νά μᾶς θεραπεύει ἀπό τή φοβερή πανδημία τοῦ κορωνοϊοῦ πού μᾶς πλήττει.
Βλέπετε κάθε ἡμέρα χάνουμε ἀδελφούς μας, εἴτε διότι δέν θέλησαν νά πιστεύσουν ὅτι εἶναι πραγματικός καί θανατηφόρος αὐτός ὁ ἰός καί δυστυχῶς δέν τηροῦν ἴσως τά μέτρα πού πρέπει νά τηρήσουν, εἴτε ἴσως διότι δέν κάνουν καί τό ἐμβόλιο, αὐτό εἶναι θέμα βέβαια δικό τους, ἀλλά βλέπουμε ὅτι ὁδηγοῦνται δυστυχῶς στόν θάνατο. Εἶναι ἁμαρτία νά μήν προφυλάσσουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό αὐτό τό κακό. Εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά τόν προφυλάσσουμε.
Ἐάν ρωτήσετε αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἐπλήγησαν ἀπό τόν ἰό, ταλαιπωρήθησαν στά νοσοκομεῖα, διασωληνώθησαν, θά δεῖτε τί μαρτύριο πέρασαν. Ἄλλους τούς ἔσωσε ὁ Θεός, ἄλλοι δέν ἄντεξαν καί ἔχασαν αὐτή τή ζωή, ἀλλά φοβᾶμαι νά μήν χάσουμε καί τήν ἄλλη, διότι εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά προφυλάσσουμε τόν ἑαυτό μας. Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε νοῦ, μᾶς ἔδωσε ὅλες τίς δυνατότητες νά προφυλάξουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό κάθε κακό. Τώρα εἶναι ἕνα κακό, θά περάσει αὔριο ἴσως. Γιατί νά μήν προφυλάξουμε τόν ἑαυτό μας καί βρεθοῦμε στή δύσκολη αὐτή κατάσταση; Γι᾽ αὐτό «στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετά φόβου», γιά νά ἔχουμε καί τή χάρη καί τήν εὐλογία τοῦ ὁσίου Παταπίου.