Καλοκαιρινά Λατρευτικά: Ιούνιος Δ’
Του Δρ. Μ. Βαρβούνη
«Αμίλητο νερό» χρησιμοποιείται σε διάφορα ελληνικά λαϊκά έθιμα. Κυρίως σε μαντικές εθιμικές πράξεις, όπως στον κλήδονα της εορτής του Γενεσίου του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου), αλλά και κατά την εορτή του δια κολλύβων θαύματος του αγίου Θεοδώρου (πρώτο Σάββατο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής), αλλά και την Πρωτομαγιά, στην Κύπρο. Στην περίπτωση αυτή, το νερό μέσα στο οποίο εμβαπτίζονται τα «σημάδια» μεταφέρεται την παραμονή από τη βρύση του χωριού, μέσα σε απόλυτη τελετουργική σιωπή του μεταφέροντος, την οποία προσπαθούν έντεχνα να διαταράξουν οι συγχωριανοί που τον συναντούν κατά την πορεία του από τη βρύση προς το σπίτι, με κάθε είδους πειράγματα.
Μάλιστα, στον κλήδονα το αμίλητο νερό ενισχύεται μαγικά με το κόκκινο πανί, με το οποίο σκεπάζουν το δοχείο που το τοποθετούν. Χρήση αμίλητου νερού, πάντα από πηγή ή βρύση, μαρτυρείται και σε διάφορες μαγικές συνταγές της ελληνικής χειρόγραφης μαγικής παράδοσης. Κάποτε μάλιστα, για να ενισχυθεί η δύναμή του, το αμίλητο νερό πρέπει να προέρχεται από τρεις βρύσες ή τρία πηγάδια, και να μείνει την παραμονή της τέλεσης του εθίμου στα άστρα, που με το φως τους ενισχύουν την υπερφυσική δύναμή του, όπως συνέβαινε στα έθιμα των Ρωμιών της Πόλης.
Στη Λέσβο το αμίλητο νερό προερχόταν από την θάλασσα, και μάλιστα έπρεπε να προέρχεται από σαράντα κύματα. Αμίλητο νερό έπαιρναν στο σπίτι και στα διαβατήρια και ευετηρικά λαϊκά έθιμα της Πρωτοχρονιάς. Στους Μικρασιάτες μάλιστα ο αρχηγός της οικογένειας έπαιρνε το πρωί της Πρωτοχρονιάς το αμίλητο νερό, και με αυτό στα χέρια έκανε ποδαρικό στο σπίτι του. Κατόπιν έχυναν το μαγικά ενισχυμένο αυτό νερό μέσα στο σπίτι ή στο κατώφλι, πιστεύοντας συνειρμικά ότι με παρόμοιο τρόπο θα έτρεχαν άφθονα τα αγαθά και τα πλούτη στο σπίτι, σε όλη τη χρονιά που άρχιζε.
Στο Σιτοχώρι των Σερρών η όλη τελετουργία γίνεται την δεύτερη μέρα του χρόνου, και μαζί με το νερό παίρνουν από την πηγή ή την βρύση και μια πέτρα με μούσκλια, μια «μαλλιαρή πέτρα», ώστε να εξασφαλιστεί στο σπιτικό σταθερότητα, υγεία και ευτυχία. Οι Σαρακατσάνοι έπαιρναν το αμίλητο νερό τα Χριστούγεννα, ενώ οι κάτοικοι των Φαράσων έκαναν παρόμοια τελετουργία κατά τα Φώτα, και οι παλαιοί Αθηναίοι κατά την 1η Μαρτίου, οπότε εθιμικά και ευετηρικά καλωσόριζαν την άνοιξη. Την Πρωτομαγιά έπαιρναν αμίλητο νερό σε χωριά του νομού Πέλλης, ενώ της Αναλήψεως έπαιρναν θαλασσινό αμίλητο νερό στον Πολυχνίτο της Λέσβου.
Σε ορισμένες περιοχές, αμίλητο νερό χρησιμοποιούσαν και στην τέλεση ορισμένων μαγικών καταδέσμων και επωδών, ενώ στη Μεσσηνία χρησιμοποιούσαν αμίλητο νερό για το πιάσιμο του προζυμιού και το ζύμωμα των ψωμιών του γάμου. Στο Σκαλοχώρι Βοΐου με αμίλητο νερό πότιζαν τελετουργικά τα λίγα στάχυα που άφηναν αθέριστα στο χωράφι, μετά την ολοκλήρωση του θερισμού. Τέλος, αμίλητο νερό χρησιμοποιούσαν σε μαγικό έθιμο της αποδημίας, που αποσκοπούσε στην εξασφάλιση καλού ταξιδιού και ανάλογης τύχης στον ξενιτεμένο. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι η τήρηση της τελετουργικής σιωπής που ενδυναμώνει το νερό και το κάνει μαγικά και υπερφυσικά αποτελεσματικό, σύμφωνα με μια πανάρχαιη αντίληψη για τη δύναμη της σιωπής, που απηχείται σε πολλές αντίστοιχες αναφορές αρχαίων ελληνικών και λατινικών πηγών.
Τους Αποστόλους του Χριστού, με την χαρακτηριστική επίκληση «άγιοι Απόστολοι» ή «Δώδεκα Απόστολοι» θυμάται ο λαός μας σε ώρες προσευχής ή κινδύνου (π.χ. η συνήθης φράση «Χριστός κι Απόστολος», που δηλώνει έκπληξη, συχνά ενώπιον μεγάλου κινδύνου), αλλά και σε επωδές, μαντεύματα και ξόρκια, ακόμη δε σε παροιμίες και δίστιχα με έντονο βιωματικό και συναισθηματικό χαρακτήρα. Στα λαϊκά θρησκευτικά τραγούδια μας, οι Απόστολοι αναφέρονται ως κλαδιά του δένδρου, στη ρίζα του οποίου βρίσκεται ο Χριστός, ενώ σε πολλά δίστιχα συναναφέρονται με την Παναγία.
Η ημέρα της εορτής τους (30 Ιουνίου) αποτελεί ευκαιρία για την τέλεση γαμηλίων και άλλων μαντευμάτων, ενώ συχνά μνημονεύονται και σε λαϊκές θεραπευτικές και μαγικοθρησκευτικές επωδές. Χρήση του ονόματός τους γίνεται επίσης και σε παροιμίες του λαού, και μάλιστα, όπως παρατηρεί ο Δ. Σ. Λουκάτος αλληγορικά, μεταφορικά και με κάποια ελευθεριότητα, χωρίς καμία ανταπόκριση προς τα γραφόμενα των βιβλίων της Καινής Διαθήκης ή προς τις ανάλογες παραδοχές της πίστης μας (π.χ. «Δώδεκα Αποστόλοι, ο καθένας με τον πόνο του», «Ο Χριστός πρώτα ευλόγησε τα γένια του κι ύστερα των Αποστόλων» κ.λπ.).
Αλλά και ο πρώτος στίχος του εξαποστειλαρίου του παρακλητικού κανόνα προς την Παναγία «Απόστολοι εκ περάτων» χρησιμοποιείται με παροιμιακή χρήση, για να δηλώσει τη συνάθροιση μεγάλου πλήθους – συχνά ετερόκλητων ατόμων ή αντικειμένων – και την πανστρατιά. Κατά την ημέρα της εορτής τους, στις 30 Ιουνίου, τελείται σε πολλές περιοχές το μαντικό έθιμο του κλήδονα, που τελείται επίσης κατά τις εορτές του Γενεσίου του Τιμίου Προδρόμου (24 Ιουνίου) και των αγίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου (29 Ιουνίου).
Πρόκειται για ένα τρίπτυχο εορτών που σχετίζεται με το πανάρχαιο εορτολογικό όριο του θερινού ηλιοστασίου, που χαρακτηρίζεται από την άσκηση της λαϊκής τελετουργικής μαντικής. Κατά τη συγκεκριμένη γιορτή η μαντική ασκείται με τον γνωστό κλήδονα, ή με έναν καθρέφτη που τοποθετείται πάνω από το νερό του πηγαδιού, για να απεικονίζει τις αντανακλάσεις του, από την ερμηνεία των οποίων εξάγονται τα μαντεύματα, ή τέλος με πρόχειρη τελετουργική σπορά σταριού σε πιάτο, όπου έχουν βάλει νερό ή το διατηρούν υγρό, και εξάγουν τα μαντεύματα αναλόγως του τρόπου με τον οποίο φυτρώνουν τα στάχυα.
Σε κάθε περίπτωση, οι κοπέλες συνήθιζαν να επικαλούνται τους αγίους Αποστόλους ώστε τα όνειρα και οι περί γάμου επιδιώξεις τους να έχουν αίσια έκβαση, Επίσης, η εορτή αποτελεί το ορόσημο της λήξης της νηστείας που είναι γνωστή ως «Σαρακοστή των αγίων Αποστόλων», και αρχίζει την Δευτέρα μετά την Κυριακή των αγίων Πάντων, η δε διάρκειά της είναι κυμαινόμενη, εξ αιτίας του ότι η αρχή της συνδέεται με τον κύκλο των κινητών εορτών του Πάσχα.