Οι σχέσεις των αδελφών και η δικαιοσύνη στην οικογένεια

  • Dogma
χριστιανική οικογένεια

 Το παιδί έρχεται στον κόσμο και αναπτύσσεται μέσα στην οικογένεια, μέσα σ᾽ αυτή τη φωλιά την ανθρώπινη, όπως τα πουλιά στη φωλιά τους, όπως τα ζώα τα μικρά στη δική τους φωλιά, που έφτιαξε η μητέρα τους.

Όλο το μυστικό είναι να υπάρχει μέσα στην οικογένεια τέτοια ατμόσφαιρα, που το παιδί να ζει τη στοργή για την οποία έχουμε μιλήσει, να αισθάνεται το κύρος των γονέων και την ασφάλεια από την παρουσία τους, να αισθάνεται την αγάπη των γονέων και γενικότερα ολόκληρης της οικογενείας.

Πρέπει όμως να γνωρίζουμε και τούτο: το παιδί μέσα στην οικογένεια δεν βοηθιέται απλώς από τον πατέρα του και τη μητέρα. Μερικοί ειδικοί λένε ότι καμιά φορά παίρνει περισσότερα από τα αδελφάκια του. Όταν δηλαδή οι γονείς δημιουργούν καλή ατμόσφαιρα για τα παιδιά τους μέσα στο σπίτι, τότε τα παιγνίδια, οι συζητήσεις, η όλη συμβίωση που έχουν τα αδελφάκια, όλα αυτά τα βοηθούν να αναπτύσσονται κατά τον καλύτερο τρόπο. Διότι μεταξύ του παιδιού και των γονέων, μεταξύ των μικρών και των μεγάλων, δεν μπορεί να γίνει τόσο εποικοδομητικός διάλογος, όπως μπορεί να γίνει μεταξύ των παιδιών.

Ακόμη και όταν τυχόν το ένα παιδί σηκώνει χέρι εναντίον του άλλου, και μπορεί να κτυπηθούν, να κλάψουν, να μαλώσουν, ή και όταν το ένα αρπάζει το παιγνίδι του αδελφού του, και το άλλο μπορεί να χυμήξει επάνω του, ακόμη και τότε, εφόσον οι γονείς –και ιδιαίτερα η μητέρα, που είναι πάντοτε στο σπίτι– ξέρουν να φερθούν απέναντι στα παιδιά με τρόπο κατάλληλο και ανάλογο, βγαίνει στο τέλος καλό απ᾽ όλες αυτές τις μικροσυγκρούσεις. Μη νομίζετε ότι βγαίνει πάντοτε κακό. Φθάνει η όλη ατμόσφαιρα να είναι τέτοια, που να βοηθάει, ώστε να βγαίνει καλό.

Θα μπορούσαμε εδώ να φέρουμε το εξής παράδειγμα: Σε ένα ποτάμι, όταν έχει πολύ νερό –τον χειμώνα κυρίως, όταν βρέχει πολύ– το νερό με τη δύναμη, με τη φόρα που έχει, παρασύρει τις πέτρες, και, καθώς κατρακυλούν, η μια πέτρα κτυπάει την άλλη, και έτσι τελικά γίνονται λείες, παίρνουν δηλαδή ένα καλό εξωτερικό σχήμα. Μάλιστα στη θάλασσα μερικές φορές βρίσκει κανείς πέτρες φαγωμένες κατά τέτοιον τρόπο, που τις χαίρεται.

Μέσα συνεπώς στην οικογένεια που έχει τη χάρη και τον φωτισμό του Θεού, όπου οι γονείς ξέρουν να παίζουν καλά τον ρόλο τους και δημιουργούν μια ατμόσφαιρα, που θα μπορούσε κανείς να την ονομάσει ατμόσφαιρα της κατ᾽ οίκον Εκκλησίας, μέσα εκεί λοιπόν, αν υποθέσουμε ότι κάτι γίνει ανάμεσα στα αδελφάκια ή καμιά φορά μεταξύ των παιδιών και των γονέων, εφόσον γίνεται, επαναλαμβάνω, σε κατάλληλη ατμόσφαιρα, τελικά βγαίνει σε καλό. Όπως στο παράδειγμα που αναφέραμε, η μια πέτρα δεν φθάνει στο σημείο να σπάσει, να σχίσει την άλλη ή να της δημιουργήσει ρωγμές, αλλά απλώς φθάνουν στο σημείο η μια πέτρα να τορνεύσει, να στρογγυλέψει την άλλη.

Πιο συγκεκριμένα, μέσα στο σπίτι το να έχει απαίτηση το ένα αδελφάκι να μην τα παίρνει όλα το άλλο αδελφάκι, βέβαια από μια πλευρά προκαλεί στενοχώρια. Βλέπει, π.χ., ότι, ενώ θα έπαιρνε δύο γλυκά, παίρνει μόνο το ένα, γιατί το άλλο το παίρνει το αδελφάκι του. Ή, μπορεί να μην είναι δύο τα γλυκά και να είναι μόνο ένα, και να χρειασθεί να το μοιράσουν στη μέση το γλυκό. Εκ πρώτης όψεως κάπως στενοχωριέται το παιδί ή στενοχωρούνται και τα δύο.

Τελικά όμως εάν, επαναλαμβάνω, επικρατεί κατάλληλη ατμόσφαιρα, και οι γονείς ξέρουν να συμπεριφέρονται κατά τον κατάλληλο τρόπο, από αυτή τη στενοχώρια, που είναι ένα κτύπημα εξωτερικό, τα παιδιά, όπως οι πέτρες στο ποτάμι, παίρνουν μέσα στο σπίτι τη φόρμα που πρέπει να πάρουν. Μαθαίνουν να είναι ταπεινά, να σκέπτονται τον άλλο, μαθαίνουν να υποχωρούν, μαθαίνουν να στερούνται κάτι, μαθαίνουν να θυσιάζονται. Όλη όμως η βάση είναι η ατμόσφαιρα που επικρατεί μέσα στο σπίτι· και γι᾽ αυτό πάρα πολύ πρέπει να προσέξουν οι γονείς αυτό το σημείο, που είναι και το σημαντικότερο.

Μέσα στο σπίτι, μέσα στην οικογένεια πρέπει να επικρατεί η δικαιοσύνη. Πόσο πρέπει αυτό το πράγμα να το προσέχουν οι γονείς!

Εξ όσων εγώ έχω υπ᾽ όψιν μου, αλλά και ο καθένας μας, είναι πάρα πολύ δύσκολο να φέρονται οι γονείς δίκαια απέναντι όλων των παιδιών. Όταν οι γονείς δεν αντιμετωπίζουν με τον ίδιο τρόπο όλα τα παιδιά τους, οπωσδήποτε θα δημιουργηθούν τραύματα. Το παιδί εκείνο, στο οποίο δεν φέρονται δίκαια, θα το αναγκάσουν να απομονωθεί, χωρίς ίσως να δείξει τίποτε εξωτερικά. Μπορεί ακόμη να δημιουργηθεί μέσα στο παιδί το βίωμα ότι είναι ορφανό. Επομένως, όταν οι γονείς ξεχωρίζουν, κατά κάποιον τρόπο, ένα παιδί και προτιμούν τα άλλα, δεν είναι δίκαιοι.

Όταν λέμε το ξεχωρίζουν, δεν εννοούμε ότι του λένε: «Εσύ δεν είσαι δικό μας παιδί. Κάτσε εκεί στη γωνιά· μόνο αυτά είναι παιδιά μας». Δεν φθάνουν μέχρις αυτού του σημείου, αλλά η εν γένει στάση τους είναι ανάλογη. Και ίσως να μην το κάνουν, διότι σκέπτονται να αδικήσουν το παιδί, αλλά αυτό γίνεται αυθόρμητα, ακριβώς διότι ο καθένας μας, και όταν ακόμη είμαστε γονείς και έχουμε παιδιά, είμαστε πολύ ιδιοτελείς, ενώ η βάση πρέπει να είναι η αγάπη και η θυσία.

Έτσι, όταν ένα παιδί είναι πιο χαριτωμένο, όλο με αυτό έχουμε να κάνουμε, και το άλλο, που δεν είναι τόσο χαριτωμένο, δεν το προσέχουμε. Αυθόρμητα, χωρίς να το καταλαβαίνει η μητέρα, μπορεί να προτιμάει το χαριτωμένο παιδί και το άλλο να το παραμερίζει. Και μόνο αυτό; Πόσες φορές, μιλώντας η μητέρα στο ένα παιδί, λέει για το άλλο: «Βασιλική, δεν βλέπεις την Αννούλα τι καλή που είναι, πώς ακούει, ενώ εσύ…;» Κάτι τέτοια είναι θάνατος για τα παιδιά.

Αν όμως δεν είναι ιδιοτελείς οι γονείς, τότε δεν θα αφήνουν τον εαυτό τους να παρασύρεται αυθόρμητα προς το ένα η προς το άλλο παιδί, ανάλογα με την ελκυστικότητα που έχει το καθένα, αλλά θα φροντίζουν να είναι απέναντι σε όλα τους τα παιδιά, όσο το δυνατόν, δίκαιοι, διότι η αδικία αφήνει φοβερά τραύματα στο παιδί. Πολλές φορές είναι άδικοι οι γονείς, όχι τόσο την ώρα που μοιράζουν το φαγητό στα παιδιά –και εκεί ακόμη μπορεί να κάνουν κάτι παραπάνω στο χαριτωμένο παιδί– ή την ώρα που μοιράζουν τα γλυκά, όσο όταν μαλώνουν μεταξύ τους τα παιδιά. Τότε οι γονείς μπορεί να είναι πολύ άδικοι.

Λέει κάποιος ότι, όταν μαλώνουν τα παιδιά, είναι προτιμότερο οι γονείς να τα αφήσουν να λύσουν τη διαφορά μόνα τους. Πιο γρήγορα, λέει, θα σταματήσει η σύγκρουση, από ό,τι αν επέμβει η μητέρα. Γιατί η μητέρα με τις δουλειές της, με τις στενοχώριες της, με τις δικές της αδυναμίες, όπως είπαμε πιο μπροστά, πού να καθίσει να δει ποιο φταίει και ποιο δεν φταίει. Συνήθως το δίκαιο δίνεται στο μικρότερο παιδί, επειδή είναι μικρότερο. Ναι, εντάξει, ανάλογα με την ηλικία του θα το προσέξουν πιο πολύ οι γονείς. Αλλά σκέπτονται εκείνη την ώρα πόσο πληγώνει αυτή η αδικία το μεγαλύτερο παιδί; Και δεν είναι ίσως λίγες οι φορές που θα ακούν οι γονείς από το μεγαλύτερο παιδί, από τη μεγαλύτερη κόρη ή από τον μεγαλύτερο γιο: «Όλο εγώ φταίω; Όλα σ᾽ εμένα τα ρίχνετε;» Θέλει δηλαδή μια φορά να ακούσει από τη μάνα ή από τον πατέρα ότι φταίει και εκείνο: «Έχεις δίκαιο, παιδί μου· φταίει και το μικρό».

Σε τέτοιες λοιπόν περιπτώσεις οι γονείς κινδυνεύουν να φερθούν πάρα πολύ άδικα, χωρίς να το καταλαβαίνουν, χωρίς να το κάνουν με τη σκέψη ότι «στήνουν δικαστήριο» και αδικούν το ένα παιδί και το άλλο το ευνοούν. Αυτό γίνεται αυθόρμητα, επειδή το ένα τυχαίνει, επαναλαμβάνω, να είναι μικρότερο ή επειδή είναι πιο χαριτωμένο ή επειδή πέρασε μια αρρώστια, και τώρα πρέπει να του δείξει κανείς μια ιδιαίτερη φροντίδα. Εντάξει. Αυτό το παιδί θα το προσέξεις· όμως θα προσέξεις και το άλλο.

Κατά τα άλλα, ας κλάψει ένα παιδί, και, αν χρειασθεί, να το κτυπήσει κανείς –κάτι που πρέπει να είναι από τα σπάνια, από τα πιο σπάνια. Κατ᾽ αρχήν να μην απλώνει κανείς χέρι στο παιδί. Αν όμως υποθέσουμε φθάσει κανείς μέχρις εκείνου του σημείου, να κτυπήσει το παιδί και να το κάνει να κλάψει ή να στενοχωρηθεί, αυτό δεν πειράζει. Μόνο να μη μείνει μέσα του η αίσθηση ότι το αδίκησε ο γονέας, ότι δεν το κατάλαβε, ότι δεν το πρόσεξε, ότι έδωσε δίκαιο στον άλλο, μολονότι ο άλλος έφταιγε πιο πολύ. Αυτό είναι θάνατος για το παιδί. Δεν ξέρω αν έχετε υπ᾽ όψιν σας αυτό που λένε: «Η μαχαιριά μού βγήκε, αλλά ο λόγος δεν μου βγήκε».

Έτσι και εδώ, μια τιμωρία που βάλαμε στο παιδί μπορεί να περάσει. Αλλά με ποιο πνεύμα έγινε αυτή η τιμωρία, με ποιον τρόπο έγινε, και τι ίχνη άφησε στο παιδί; Αυτό ίσως δεν θα περάσει. Και μάλιστα, όταν αυτό δεν έγινε μία φορά, αλλά είναι κάτι συνεχές, αφήνει τραύματα, και δεν μπορεί το παιδί να αναπτυχθεί ομαλά.

Πρέπει εδώ να προσεχθεί και το εξής σημείο: Πιθανόν το παιδί να έχει προϋποθέσεις για να σπουδάσει, προϋποθέσεις για να εξελιχθεί, αλλά ένεκα του ότι το παιδί, ας πούμε, δεν είναι χαριτωμένο –τις οίδε για ποιους λόγους–, η συμπεριφορά των γονέων απέναντί του είναι τέτοια, που το κάνει να μην μπορεί να προοδεύσει στα γράμματα. Όχι, επαναλαμβάνω, γιατί δεν έχει δυνατότητες, όχι γιατί δεν έχει προϋποθέσεις, αλλά διότι δημιουργείται ανάλογη κατάσταση μέσα του, ανάλογη ατμόσφαιρα γύρω του, ένεκα αυτής της συμπεριφοράς των γονέων απέναντί του, και το παιδί δεν μπορεί να διαβάσει, δεν μπορεί να σπουδάσει.

Προσωπικώς έχω πολλά παραδείγματα παιδιών, τα οποία θα μπορούσαν να σπουδάσουν, να τελειώσουν το γυμνάσιο, να πάνε σε μια τεχνική σχολή ή ακόμη να κάνουν και ανώτερες ή ανώτατες σπουδές, όμως δεν το έκαναν, διότι η ατμόσφαιρα του σπιτιού δεν ήταν η κατάλληλη. Για τα άλλα παιδιά ίσως να ήταν κατάλληλη ή τα άλλα είχαν το κουράγιο να τα βγάζουν πέρα μέσα στη μη καλή ατμόσφαιρα της οικογενείας. Αλλά κάποιο από τα παιδιά ένεκα της ψυχοσυνθέσεώς του δεν μπόρεσε να τα βγάλει πέρα και πνίγηκε μέσα στη μη καλή αυτή ατμόσφαιρα του σπιτιού.

Και μπορεί να φαντασθεί κανείς πόσο μαραζώνει ένα τέτοιο παιδί και πόσο το πνίγει ο καημός και το παράπονο ότι αδικήθηκε. Αδικήθηκε διπλά: πρώτα, διότι δεν το κατάλαβαν, δεν του έδειξαν κατανόηση, δεν το βοήθησαν να μπορέσει και αυτό να προσαρμοστεί στην όλη ατμόσφαιρα της οικογενείας· και εν συνεχεία διότι το άφησαν και αμόρφωτο, το άφησαν, αν μη τι άλλο, σε κατώτερη θέση από τα αδέλφια του.

Αυτό είναι κάτι το οποίο στοιχίζει πάρα πολύ. Φυσικά, δεν αθωώνεται το παιδί πέρα για πέρα, και ούτε όλο το βάρος πέφτει στους γονείς, ώστε με αυτούς να τα βάζουμε και να αθωώνουμε τα παιδιά· όχι. Και τα παιδιά φέρουν ευθύνη, τη δική τους ευθύνη. Αλλά τα παιδιά είναι μικρά, και, έως ότου να μεγαλώσουν, έως ότου να μπορέσουν να καταλάβουν, έως ότου να μπορέσουν να ζυγίσουν ορισμένα πράγματα, ήδη έγινε το κακό. Ενώ οι γονείς είναι μεγάλοι, από τότε ακόμη που τα παιδιά είναι πάρα πολύ μικρά και, αν βέβαια γνωρίζουν και αν θέλουν, μπορούν να συμπεριφερθούν απέναντι στα παιδιά τους έτσι όπως πρέπει, για να τα βοηθήσουν να αναπτυχθούν και να εξελιχθούν ομαλά.

Βέβαια, αν το άτομο αυτό, που μεγάλωσε κατά τέτοιον τρόπο, εκ των υστέρων μπορέσει να καταλάβει ορισμένα πράγματα, εκ των υστέρων μπορέσει να απομονώσει ορισμένα βιώματα μέσα του και να τα συνειδητοποιήσει, καθώς θα διαβάσει ή θα ακούσει κάποια πράγματα, όπως εσείς καλή ώρα τώρα, δεν είναι πολύ δύσκολο να ξεφύγει από την επίδραση αυτών των βιωμάτων και να ελευθερωθεί και, όπως λέμε καμιά φορά, να φτιάξει τώρα τη ζωή του. Γιατί, αν ο κάθε άνθρωπος ανά πάσα στιγμή και σε κάθε ηλικία μπορεί να φτιάχνει τη ζωή του –δηλαδή και στα είκοσι χρόνια του μπορεί, τρόπον τινά, να αρχίσει από την αρχή και στα τριάντα του και στα σαράντα του και στα πενήντα του– πολύ περισσότερο μέσα στην Εκκλησία και εν Χριστώ μπορεί κανείς να αρχίσει τη ζωή του και λίγες ημέρες πριν πεθάνει· και αυτές τις δυό τρεις ημέρες που θα ζήσει ακόμη, να τις ζήσει σαν να έζησε ογδόντα χρόνια.

Ο κάθε γονέας επομένως ας έχει υπ᾽ όψιν του και αυτή τη λεπτομέρεια στις σχέσεις του με τα παιδιά του. Αν πάλι κανείς έχει πάθει ο ίδιος κάτι τέτοιο, να μη νομίσει ότι τελείωσε πια, και δεν υπάρχει γι᾽ αυτόν διόρθωση και σωτηρία. Σε οποιαδήποτε κατάσταση και ηλικία, σε οποιαδήποτε περίοδο, κάτω από οποιεσδήποτε προϋποθέσεις και αν βρεθεί ο άνθρωπος, πιστεύω, εξ όσων γνωρίζω, ότι τελικά μπορεί να φτιάξει τη ζωή του και να βρει και αυτός τον προορισμό του σ᾽ αυτόν τον κόσμο –φθάνει να βοηθηθεί και από κάποιον άνθρωπο και κυρίως από τον Θεό– και να εκπληρώσει την αποστολή του.

 

 

Αποσπάσματα από το βιβλίο του π. Συμεών Κραγιοπούλου Γονείς και παιδιά, τόμος Α’ , σσ. 76-78,  79-83, 89-91, 91-92 και 93.

 

TOP NEWS