Ιστορικό Αφιέρωμα σε γεγονότα προ και μετά την Άλωση της Βασιλεύουσας (Β΄)
Της Βιργινίας Χαμουδοπούλου στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας»
Η δυναμική υπερχιλιετής σε όλους τους τομείς προσφορά της Ρωμανίας/Βυζαντίου αποδίδεται στην ιδανική ένωση δύο Οικουμενικών μεγεθών, όπως ο Ελληνισμός και ο Χριστιανισμός. Στον οικονομικό τομέα οι Έλληνες της Ανατολής από των Αλεξανδρινών και Ρωμαϊκών χρόνων εξάπλωσαν το εμπόριό τους πέραν από τη Μεσόγειο και τη Μαύρη θάλασσα. Το Βυζάντιο, με το σταθερό νόμισμά του, κατάφερε να έχει στα χέρια του το παγκόσμιο εμπόριο, προπάντων τα μονοπώλια των μετάλλων, του μεταξιού, των μπαχαρικών, των πολυτίμων λίθων κ.ά.
Από τον Αυτοκράτορα Ηράκλειο Α´ (610-641) και έπειτα η μεγάλη πλειοψηφία των κατοίκων του Βυζαντίου ήταν ελληνική. Τα τεράστια εισοδήματα της Αυτοκρατορίας εξασφάλιζαν αξιόλογο στρατό, καθώς μπορούσε να έχει πλήθος μισθοφόρων και να εξαγοράζει διπλωματικά λαούς ολόκληρους. Ας μη λησμονούμε ότι η Ρωμανία προστάτευσε επί αιώνες την Ευρώπη από Ασιάτες, Πέρσες, Άραβες κ.λπ. Όπως ακριβώς η αρχαία Ελλάδα, με τους νικηφόρους αγώνες της, είχε σταθεί εμπόδιο στην εξάπλωση των Περσών προς την Ευρώπη. Ο Βυζαντινός πολιτισμός ήταν η συνέχεια του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού από πλευράς γλώσσας, οικονομικής αυτάρκειας, πνευματικής προόδου και νοοτροπίας.
Οι παναθρώπινες αρχές και αξίες των αρχαίων Ελλήνων συζεύτηκαν αρμονικά με το αυθεντικό χριστιανικό δόγμα. Οι μεγάλοι Καππαδόκες και άλλοι Πατέρες του 4ου και εξής αιώνων ήσαν βαθείς γνώστες της αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας και του έργου των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Καλόγεροι αντέγραφαν στα Μοναστήρια αρχαία ελληνικά χειρόγραφα. Αρχιερείς, όπως ο Επίσκοπος Θεσσαλονίκης Ευστάθιος, σχολίαζαν τον Όμηρο, τον Θουκυδίδη και άλλους συγγραφείς. Κανένας άλλος λαός δεν διέθετε τόσο μορφωμένους ανώτερους υπαλλήλους, Κληρικούς και Λαϊκούς.
Η Ρωμανία/Βυζάντιο με σκληρούς αγώνες εναντίον των από την Ανατολή και τον Δούναβη εισβολέων, στερέωσε δογματικά την Ορθοδοξία, δημιούργησε λαμπρή εκκλησιαστική Τέχνη –την Τέχνη του Υψηλού–, και εξαίρετη Υμνολογία. Μετέδωσε τον Χριστιανισμό στους Σλάβους και άλλους λαούς, συγκρότησε το Κανονικό Χριστιανικό Δίκαιο και τόσα άλλα, που κανένας άλλος λαός δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει.
Εξέχουσες προσωπικότητες όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας Ιωάννης ο Ελεήμων, ο Μέγας Πατριάρχης Φώτιος, ο Ιωάννης Δαμασκηνός ο Χρυσορρόας και τόσοι άλλοι διαμόρφωσαν –και διαμορφώνουν ακόμα– ένα γνήσιο χριστιανικό κόσμο, που έλαμψε με το ήθος και τη σοφία του.
Όλα τα παραπάνω επιδρούσαν αρνητικά επί της Λατινικής Εκκλησίας της Δύσεως, της οποίας ο στόχος ήταν να υπερισχύσει δογματικά «του εκ της Ανατολής θείου Φωτός». Η ευκαιρία δόθηκε 14 χρόνια πριν από την τελειωτική πτώση της Βασιλεύουσας (1453).
Η Σύνοδος Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439)
Μετά από τις αλλεπάλληλες κατακτήσεις των Τούρκων σε Μικρασιατικά και Ευρωπαϊκά εδάφη ήταν ορατός ο κίνδυνος για ενδεχόμενη πτώση της ΚΠόλεως, η οποία τότε αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά, στρατιωτικά και δυναστικά προβλήματα. Ο Ιωάννης Η´ Παλαιολόγος γνώριζε ότι, σε περίπτωση πολιορκίας της Πρωτεύουσας, θα είχε ανάγκη στρατιωτικής βοήθειας από τη Δύση.
Στα πλαίσια αυτά, το 1438 συμφωνήθηκε η σύγκληση Συνόδου στη Φερράρα της Β. Ιταλίας, προκειμένου να συζητηθεί η ποθούμενη από χρόνια Ένωση της Δυτικής με την Ανατολική Εκκλησία. Οι Αυτοκράτορες του Βυζαντίου επιδίωκαν η συζήτηση αυτή να γίνει στα πλαίσια Οικουμενικής Συνόδου, αλλά οι Πάπες, θεωρώντας ότι το Λατινικό χριστιανικό δόγμα ήταν υπεράνω όλων, προτιμούσαν οι επί της Ενώσεως συζητήσεις και οι αποφάσεις να λαμβάνονταν σε Συνεδρίες εκπροσώπων των δύο Εκκλησιών. Ήταν φανερό ότι το ζήτημα πέραν του θρησκευτικού περιεχομένου είχε και άλλες προεκτάσεις.
Στη Σύνοδο της Φερράρας κατέφθασαν 650 Έλληνες Κληρικοί και λαϊκοί. Ανάμεσά τους ο Αυτοκράτορας Ιωάννης Η´ ο Παλαιολόγος και ο Πατριάρχης Ιωσήφ Β´. Για πρώτη φορά Πατριάρχης επισκεπτόταν τον Πάπα. Στην ελληνική αντιπροσωπεία συμπεριλαμβάνονταν 29 Επίσκοποι και Μητροπολίτες και 181 Κληρικοί. Ανάμεσά τους αντιπρόσωποι των Πατριαρχείων της Ιερουσαλήμ, της Αλεξανδρείας και της Αντιοχείας και οι Επίσκοποι Νικαίας Βησσαρίων ο μετέπειτα καρδινάλιος, Κιέβου Ισίδωρος και Εφέσου Μάρκος Ευγενικός, ο ένθερμος και γενναίος ανθενωτικός, οπλισμένος με πλήθος ελληνικών χειρογράφων με τα οποία αντιστάθηκε, έως το τέλος, στην επιμονή των Λατίνων για την αποδοχή του Filioque από όλους τους Συνέδρους. Παρούσες ακόμα ήσαν σπουδαίες πνευματικές μορφές της εποχής, όπως ο λόγιος Γεώργιος Σχολάριος – ο πρώτος Πατριάρχης μετά την Άλωση γνωστός ως Γεννάδιος–, ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων, ο Γρηγόριος Τραπεζούντιος κ.ά.
Τον Ιανουάριο του 1439 η Σύνοδος μεταφέρθηκε στη Φλωρεντία, όπου έγιναν οκτώ ακόμα Συνεδριάσεις σχετικά με την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και από τον Υιό, όπως υποστηρίζει η Λατινική Εκκλησία: “Ex Patre, Filioque procedit”.
Οι Λατίνοι στήριξαν τους συλλογισμούς τους σε λίγα ελληνικά χειρόγραφα, τα οποία η ελληνική πλευρά –και κυρίως ο άριστα κατηρτισμένος Μάρκος Ευγενικός– τα κατήγγειλαν ως πλαστά ή νόθα. Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι ο Ευγενικός είχε δίκιο.
Άλλωστε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει: «…όταν δε έλθη ο Παράκλητος ον (τον οποίον) εγώ [ο Ιησούς] πέμψω υμίν, παρά του Πατρός, το Πνεύμα της αληθείας ο (το οποίο) παρά του Πατρός εκπορεύεται, εκείνος μαρτυρήσει περί εμού» (Ιωάν. ιε´, 26). Από τον Πατέρα εκπορεύεται και ο Υιός στέλνει το Άγιο Πνεύμα στους πιστούς χριστιανούς.
Όμως ο Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, προκειμένου να επιτύχει την απαραίτητη στρατιωτική βοήθεια από τη Δύση προ της Οθωμανικής απειλής, υποχώρησε σε όλες τις περί του δόγματος θέσεις των Λατίνων, ακόμα και στο “πρωτείο του Πάπα”, πείθοντας και τους άλλους συμπατριώτες του. Όπως είναι γνωστό το “παπικό πρωτείο” στηρίζεται στην εκτίμηση του Πάπα ότι θεωρείται διάδοχος του κορυφαίου των Αποστόλων Αγίου Πέτρου. Στην επιθυμία του Αυτοκράτορα συγκατένευσε ακόμα και ο Πατριάρχης Ιωσήφ Β´, ο οποίος πέθανε αιφνίδια λίγες ημέρες πριν εκδοθεί το διάταγμα της Ενώσεως, το οποίο υπογράφηκε από όλους στις 5 Απριλίου 1439. Οι μόνοι που δεν υπέγραψαν ήταν ο Μάρκος Ευγενικός και ο Ησαΐας Σταυρουπόλεως. Μετά τον θάνατο του Πατριάρχη βρέθηκε στο γραφείο του η Ομολογία υποταγής του.
Ωστόσο από τα 29 μέλη του Κλήρου που υπέγραψαν, τα 21 αποκήρυξαν την υπογραφή τους μόλις επέστρεψαν στην Πόλη προ της παλλαϊκής διαμαρτυρίας, σύσσωμου του λαού της ΚΠόλεως, ο οποίος αντιτάχθηκε στην ψευδοένωση.
Άλλωστε οι Πατριάρχες Ιεροσολύμων, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας το 1443 καταδίκασαν τη Σύνοδο της Φλωρεντίας. Επίσης ο σοφός Γεώργιος Σχολάριος, ο οποίος είχε υπογράψει την Ένωση, μετεστράφη και κατέληξε να αγωνίζεται σθεναρά στο πλευρό των ανθενωτικών.
Τέλος, το 1444 στη μάχη της Βάρνας (παραλιακής πόλεως της Βουλγαρίας), τερματίσθηκε άδοξα μία οργανωμένη σταυροφορία της Δύσης εναντίον των Τούρκων, που προσπάθησε να συνδράμει στρατιωτικά τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, που δοκιμαζόταν από την οθωμανική προέλαση. Αυτή ήταν και η τελευταία απόπειρα της Δύσης να βοηθήσει οργανωμένα την ΚΠολη.
Τα αίτια της Πτώσεως
«Η Πτώση της Πόλης το 1453 δεν έγινε απροσδόκητα. Στις 29 Μαΐου αυτού του έτους ένα μεγάλο μέρος της Ρωμανίας ήταν ήδη κάτω από τους Οθωμανούς, τους Άραβες και τους Βενετούς. Το Φραγικό χτύπημα του 1204-1261 ήταν τόσο δυνατό που από τότε η ΚΠολη ήταν “μία πόλη καταδικασμένη να χαθεί.” Από τον 13ο αι. ο Ελληνισμός είχε διασπαστεί, στο μεγαλύτερο μέρος του, σε ξένους δυνάστες. Οι εμφύλιοι πόλεμοι (1321-1328, 1341-1355), που προκάλεσαν εσωτερική αναρχία, είχαν επιφέρει δημογραφική συρρίκνωση. Σοβαρά λάθη στην οικονομική πολιτική, όπως η συνεχής αύξηση της μεγάλης ιδιοκτησίας, σε βάρος των μικρών και η υπερβολική αύξηση των μοναστηριακών κτημάτων δημιούργησαν μία οικονομική ολιγαρχία, σε βάρος των μικροκαλλιεργητών με κατάληξη την οικονομική κρίση. Άλλωστε το εμπόριο είχε περιέλθει στα χέρια των Δυτικών» (βλ. «Τουρκοκρατία», του μακαριστού π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού, εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ, τρίτη ανατύπωση 1998, σσ. 45-46).
Στα Αίτια της Αλώσεως πρέπει να συμπεριλάβουμε α) Την δυσαναλογία των στρατιωτικών δυνάμεων μεταξύ πολιορκητών και πολιορκουμένων: 7.000 περίπου στρατιώτες του Κων/νου ΙΑ´ Παλαιολόγου έναντι τριαντακονταπλάσιες δυνάμεις του Μωάμεθ Β´, β) το τεράστιο τηλεβόλο του τουρκικού στρατού, που γκρέμισε σε πολλά σημεία τα τείχη και που επιδρούσε ψυχολογικά στους πολιορκημένους με τον φοβερό κρότο του, για τη μεταφορά του οποίου από την Αδριανούπολη χρειάστηκαν δύο μήνες και 10.000 άνδρες, γ) την σφριγηλότητα και το πάθος του νεαρού κράτους των Μωαμεθανών, μέσα από τις μεγάλες κατακτήσεις τους, δ) την απρονοησία να αφεθεί ανοικτή μία από τις πύλες του απέραντου τείχους, δια της οποίας έγινε η πρώτη είσοδος των βαρβάρων στην Πόλη.
Ωστόσο, όπως εκτιμούν ιστορικοί και θεολόγοι τα κύρια αίτια ήταν εσωτερικά και είχαν αρχίσει να υποσκάπτουν την πνευματική και ηθική κοινωνική λάμψη του Βυζαντίου πολλά χρόνια πριν από την αποφράδα ημέρα.
Ο σοφός, λόγιος Μοναχός Ιωσήφ Βρυέννιος, διδάσκαλος του προμάχου της Ορθοδοξίας Μάρκου Ευγενικού, σε επιστολές και ομιλίες του μας πληροφορεί για την διαφθορά ενός σημαντικού μέρους του Κλήρου, με την επί χρήμασι χειροτονία πολλών Κληρικών, με την πληρωμή και τα δώρα για την άφεση αμαρτιών –παράδειγμα από τη Δύση–, με την συμβίωση μοναχών με μοναχές κ.ά.
Επίσης κοσμικοί, συνεχίζει ο Βρυέννιος, βλασφημούσαν δημόσια το Άγιο όνομα του Θεού, χωρίς να αντιδρούν οι ακροατές τους. Πολλοί πλούσιοι έκτιζαν τριώροφες κατοικίες, ενώ θα μπορούσαν να διαθέσουν χρήματα για τις φθορές που παρουσίαζαν τα τείχη της Πόλεως. Ορισμένοι που θα εργάζονταν για τις φθορές αυτές ζητούσαν να πληρωθούν προτού να εκτελέσουν αυτά τα έργα, ακόμα και όταν καταστρέφονταν τα τείχη από το τηλεβόλο.
Οι μαρτυρίες του Βρυεννίου υπάρχουν στους υπό τον Ευγένιο Βούλγαρη τρεις τόμους με τις Διδαχές του Βρυεννίου (Λειψία 1768-1794).
(Συνεχίζεται)