Ο Σεπτέμβριος του λαού και των θλιβερών εθνικών αναμνήσεων
Στην εφημ. «Κιβωτος της Ορθοδοξίας»
Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα
Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης
Ο Σεπτέμβριος είναι ο μήνας που ο καθένας τον βλέπει από την δική του σκοπιά με διαφορετικό μάτι από τους άλλους. Έτσι, κάποιοι τον συνδέουν με τις όψιμες διακοπές τους μακρυά από τους καύσωνες του καλοκαιριού και τους συνωστισμούς των λουομένων στις παραλίες. Άλλοι τον βλέπουν υπό το πρίσμα βιωματικών εμπειριών τους που συνδέονται με αυτόν, ενώ οι περισσότεροι τον προσεγγίζουν συναισθηματικά ως μήνα της μελαγχολίας, καθώς σηματοδοτεί την χρονική μας απομάκρυνση από την θερινή περίοδο της ραστώνης και της ξεγνοιασιάς και την επάνοδό μας στις έγνοιες της καθημερινότητας. Επιφορτισμένης όμως τώρα με την φροντίδα της προετοιμασίας για τις ανάγκες του φθινωπώρου και του επερχόμενου χειμώνα. Οι αδειούχοι επιστρέφουν στις εργασίες τους, ενώ τα παιδιά ξαναγυρίζουν στα σχολεία και μαζί με αυτά όλος ο εκείνος ο πολύπλοκος μηχανισμός (δάσκαλοι, φροντιστές, γονείς και άλλοι), που εξυπηρετεί την καλύτερη εκπαίδευσή τους. Για τους γονείς η επιστροφή των παιδιών στο σχολείο επαναφέρει στην ζωή τους το πρόσθετο άγχος να ψάχνουν συνεχώς να βρούν το σημείο ισορροπίας ανάμεσα στην ικανοποίηση των απαιτήσεων της εργασίας τους από την μια μεριά και των προσδοκιών των παιδιών τους από την άλλη να έχουν διαρκώς δίπλα τους τούς γονείς τους. Πέρα όμως από όλα αυτά, για όσους από εμάς δεν έχουμε μόνο ατομικές ανάγκες και προσωπικούς ισολογισμούς, αλλά και εθνικές ανησυχίες, ο Σεπτέμβριος είναι και κάτι άλλο ακόμη: Ο μήνας των θλιβερών εθνικών μας αναμνήσεων, αφού κατά τον μήνα αυτό συνέβησαν δύο τραγικά γεγονότα της νεώτερης ιστορίας μας: Αφ’ ενός μεν ο εξαναγκασμός σε φυγή από την Πόλη του μέχρι τότε ακμάζοντος σε αυτή Ελληνισμού, εξ αιτίας της εγκληματικής και τρομοκρατικής δράσης τουρκικών εξτρεμιστικών στοιχείων, και αφ’ ετέρου η οριστικοποίηση του ξερριζωμού του Μικρασιατικού Ελληνισμού από τις προαιώνιες πατρογονικές του εστίες με την επισφράγιση της Μικρασιατικής Καταστροφής στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1922.
Ας αρχίσουμε με τις οδυνηρές, ακόμη μια φορά, μνήμες της Κωνσταντινούπολης. Είναι ανεξίτηλα γραμμένα στην ιστορική μνήμη τα Σεπτεμβριανά της Πόλης το 1955, όταν την νύχτα της 6ης προς την 7η Σεπτεμβρίου 1955 γράφτηκε, αυτή την φορά στην Τουρκία, μια καινούργια «Νύχτα των Κρυστάλλων», ανάλογη προς εκείνη της ναζιστικής Γερμανίας σε βάρος των Εβραίων την νύχτα της 9ης προς την 10η Νοεμβρίου του 1938 κατόπιν εντολής του Γκαίμπελς. Οι Γερμανοί την νύχτα αυτή την αποκαλούν «Nachtkristall» από τα σπασμένα τζάμια των εβραϊκών σπιτιών και καταστημάτων, που είχαν γεμίσει όλους τους δρόμους, στους οποίους έλαβαν χώρα οι σχετικές βιαιοπραγίες σε βάρος των Εβραίων. Στην δική μας «νύχτα των κρυστάλλων» της Πόλης 100.000 περίπου εξαγριωμένοι Τούρκοι, καθοδηγούμενοι από σχετικές εμπρηστικές δηλώσεις της κυβέρνησης Μεντερές, αλλά και από συναφή ερεθιστική δημοσιογραφία στον τύπο της εποχής, οπλισμένοι με αυτοσχέδια όπλα (ρόπαλα, καδρόνια, αξίνες, σφυριά και άλλα) είχαν βγει στους δρόμους και «ισοπέδωναν» τα πάντα στο πέρασμά τους! Σπίτια, καταστήματα και περιουσίες κατεστράφησαν. Εκκλησίες, Μοναστήρια και κοιμητήρια Ελλήνων εβεβηλώθησαν. Προς δόξαν του οθωμανικού πολιτισμού, από τον οποίο ουδέποτε παρητήθησαν οι σημερινοί Νέο-Οθωμανοί πολίτες της Τουρκίας ! Πολλοί Έλληνες εβασανίσθησαν ή εφονεύθησαν, ενώ αρκετές Ελληνίδες εβιάσθησαν. Ο Ελληνισμός της Πόλης ξαναζούσε, ύστερα από πολλούς αιώνες, τις ημέρες της Άλωσης από την Οθωμανική βαρβαρότητα, που δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει, εκδηλούμενη έκτοτε με διάφορες αφορμές και με διάφορες μορφές στην Νέο-Οθωμανική Τουρκία. Τα Σεπτεμβριανά του 1955 έπεισαν τους Έλληνες της ευημερούσης μέχρι τότε Ελληνικής παροικίας της Πόλης, που αριθμούσε εκείνη την εποχή 200.000 Ρωμηούς, ότι με τους Τούρκους δεν πρόκειται να υπάρξει ποτέ ειρηνική συμβίωση! [Ας το συνειδητοποιήσουν αυτό επιτέλους οι αφελείς υποστηρικτές της ουτοπικής Έλληνο-Τουρκικής φιλίας, οι οποίοι παραβλέπουν ότι η Τουρκία βρίσκει πάντοτε τον τρόπο είτε δια της μαχαίρας (βλ. γενοκτονίες) είτε δια της τρομοκρατικής δράσης των αναρίθμητων «Γκρίζων Λύκων» (βλ. Σεπτεμβριανά του 1955) να διατηρεί πάντοτε «στεγανό» και αμόλυντο το «τοπίο» του μουσουλμανικού πληθυσμού της από τον «μιαρό» Ορθόδοξο Ελληνισμό (!)]. Πήραν λοιπόν τα θύματα των Σεπτεμβριανών τις οικογένειές τους και όσα περιουσιακά τους στοιχεία μπορούσαν να τα μεταφέρουν στον τόπο της εξαναγκασμένης μετοικεσίας τους και εγκαταστάθηκαν, ως επί το πλείστον, στην Ελλάδα. Με τον τρόπο αυτό η άλλοτε κραταιά, με τις ευλογίες της Συνθήκης της Λωζάννης, Ελληνική Παροικία της Πόλης, εκφυλίσθηκε υπό το κράτος της εγκληματικής και τρομοκρατικής δράσης των Τούρκων στο επίπεδο ενός σωματείου, του οποίου τα μέλη ανέρχονται σήμερα στον ιλιγγιώδη αριθμό των δύο χιλιάδων (2.000)! Έτσι, για να μπορούμε να δούμε πιο καθαρά και με συγκεκριμένους αριθμούς, ποιός πραβιάζει τελικά την Συνθήκη της Λωζάννης, αφού η Συμφωνία Αναταλλαγής των Πληθυσμών, που υπεγράφη έξι μήνες ενωρίτερα (Ιανουάριος 1923) πριν από την οριστική υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης (Ιούνιος 1923) κατέστη με σχετική διάταξη αυτής συστατικό της εν λόγω Συνθήκης.
Οι άλλες θλιβερές μνήμες του Σεπτεμβρίου της Μικρασιατικής Καταστροφής δεν οφείλονται αποκλειστικά στις ενέργειες της Τουρκίας του Κεμάλ Ατατούρκ. Είναι αποτέλεσμα της συγκλίνουσας δράσης δύο ακόμη παραγόντων, που επηρέασαν αποφασιστικά την έκβαση του Μικρασιατικού πολέμου υπέρ της Τουρκίας. Ο ένας ήταν η προδοτική στάση των Συμμάχων, που μάς εγκατέλειψαν στην κρισιμότερη καμπή της Μικρασιατικής εκστρατείας, για να συνταχθούν με τους Τούρκους, που τους πολέμησαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μαχόμενοι στο πλευρό της Γερμανίας ! Και ο άλλος – αποφασιστικότερος κατά τη κρίση μου – παράγοντας ήταν η αυτοχειριαστική στρατηγική που ακολουθήσαμε στην Μικρασιατική Εκστρατεία με την άφρονα προέλαση στην Τουρκική ενδοχώρα, στην οποία προσπαθούσε να τραβήξει τον Ελληνικό Στρατό ο Κεμάλ, για να τον αποκόψει από τους σταθμούς ανεφοδιασμού του και να τον παγιδεύσει στους βάλτους του Σαγγάριου, όπου δεν μπορούσε να ελιχθεί, ώστε να τού δώσει το αποφασιστικό χτύπημα. Οι Τσέτες και οι Νεότουρκοι του Κεμάλ δεν μπορούσαν να πολεμήσουν τον πολύ ισχυρότερο Ελληνικό Στρατό σε συμβατική στρατιωτική αντιπαράθεση μαζί του. Όσες φορές το επεχείρησαν, ηττήθησαν κατά κράτος. Γι’ αυτό προτίμησαν να ακολουθήσουν μια τακτική φθοράς και καταπόνησης του Ελληνικού Στρατού, που τον ανάγκασαν να διασχίσει την Αλμυρά ΄Έρημο και τα βαλτόνερα του Σαγγάριου κυνηγώντας να αιχμαλωτίσει τον διαρκώς ελισσόμενο Κεμάλ Ατατούρκ! Χωρίς πυροβολικό και ιππικό, που είχαν βουλιάξει στις λάσπες του Σαγγάριου, δεν μπορούσες να διεξαγάγεις πόλεμο με προοπτική νικηφόρου εκβάσεως. Από εκεί και μετά η τελική επικράτηση του Κεμάλ και η ρίψη στην θάλασσα των εισβολέων Ελλήνων στην Μικρά Ασία ήταν θέμα χρόνου.
΄Εχω κατ’ επανάληψη τονίσει ότι τον Μικρασιατικό Πόλεμο δεν τον εκέρδισε η Τουρκία. Απλώς τον εχάσαμε εμείς με τους αφελείς ερασιτεχνικούς στρατηγικούς μας σχεδιασμούς! Παρά την συμμαχική προδοσία, τον πόλεμο αυτό δεν επρόκειτο να τον χάσουμε ποτέ και μαζί με αυτόν τον Ελληνισμό της Ιωνίας, εάν μέναμε στα εδάφη της κεντρικής Μικράς Ασίας, που μάς επιδίκασε η Συνθήκη των Σεβρών, τα οχυρώναμε και τα υπερασπιζόμαστε, πολύ εύκολα, όπως είναι προφανές, απέναντι στους ατάκτους και ανίσχυρους Τσέτες και Νεότουρκους του Κεμάλ φροντίζοντας να επεκτείνουμε βαθμιαία την κυριαρχία μας στις γειτονικές περιοχές. Αντί λοιπον για αυτό, που υπαγόρευε η λογική, παρατήσαμε εκείνο που είχαμε στα χέρια μας και τρέχαμε πίσω από τον Κεμάλ, που υποχωρούσε συνεχώς στα βάθη της Ανατολίας επιδιώκοντας να τραβήξει προς εκεί τον Ελληνικό Στρατό μακρυά από τους σταθμούς του ανεφοδιασμού του. Δεν μπορεί να το χωρέσει αυτό το μυαλό ενός λογικά σκεπτομένου ανθρώπου. Η τραγωδία, που αναγκασθήκαμε να βιώσουμε, ήταν τελικά προϊόν ενός ασύλληπτου παραλογισμού. «Τα γενόμενα ουκ απογίγνονται», έλεγαν οι αρχαίοι προπάτορές μας. Μέσα όμως από τις θλιβερές μήμες, που τα συνοδεύουν, αναδύεται βασανιστικά ένα πελώριο ερώτημα, που δεν έχει βρει μέχρι σήμερα στις μεταγενέστερες επιλογές του εθνικού μας βίου πειστική απάντηση: Πότε επιτέλους θα μάς γίνουν μαθήματα τα παθήματα;