Ο σκοπός της ζωής μας είναι να τελειωθούμε
Είναι μερικοί που τα βάζουν με τους αγίους και οι ταλαίπωροι δεν καταλαβαίνουν ότι δεν μπορεί να υπάρχει η Εκκλησία χωρίς αγίους, αφού το όλο έργο του Χριστού έγινε, για να έχει αυτό το αποτέλεσμα, δηλαδή να σωθούν και να αγιασθούν οι άνθρωποι.
Και γι’ αυτό από την πρώτη στιγμή η Εκκλησία δέχθηκε τους αγίους. Από τις πρώτες ημέρες όχι απλώς συγκεντρώνονταν οι πιστοί για να ακούσουν το κήρυγμα των αποστόλων, για να τελέσουν τη θεία Λειτουργία και να κάνουν τους αγώνες εναντίον των διωκτών της Εκκλησίας – και μαρτύρησαν, έδωσαν τη ζωή τους και έχυσαν το αίμα τους – αλλά τιμούσαν κιόλας τους αγίους. Οι επιζώντες τιμούσαν εκείνους οι οποίοι είχαν θυσιασθεί για την αγάπη τους στον Χριστό. Ένεκα της πίστεώς τους αυτής και της αφοσιώσεώς τους στον Χριστό τους τιμούσαν ως αγίους, και καθένας ήθελε για τον εαυτό του να έρθει αυτό το τέλος.
Δεν υπάρχει ωραιότερο, δεν υπάρχει καλύτερο από αυτό, την ώρα που φεύγεις από αυτόν τον κόσμο, να έχει γίνει μέσα στην ψυχή σου αυτό που ήθελε να κάνει ο Θεός, αυτό που ήθελε να κάνει το Άγιο Πνεύμα. Διαβάζουμε στα συναξάρια: Τη αυτή ημέρα ο άγιος τάδε εν ειρήνη τελειούται ή μαχαίρα τελειούται ή ξίφει τελειούται ή βληθείς εις την θάλασσαν τελειούται. Το τελειούται δεν έχει απλώς την έννοια ότι αυτή την ημέρα πέθανε, τέλειωσε δηλαδή η ζωή του. Όπως και ο Χριστός, όταν είπε επάνω στον σταυρό τετέλεσται, δεν εννοούσε τόσο ότι ήρθε η ώρα να πεθάνει, όσο ότι τέλειωσε το έργο του. Αυτό ήταν το έργο του: να φθάσει ως αυτό το σημείο, να σταυρωθεί και να πεθάνει πάνω στον σταυρό. Έτσι και η φράση τη αυτή ημέρα τελειούται, που λέγεται για κάθε άγιο, δεν έχει απλώς την έννοια ότι τέλειωσε η ζωή του, αλλά ότι αυτή την ημέρα τελείωσε ό,τι είχε να κάνει, και ό,τι είχε να γίνει για τον άγιο σ’ αυτόν τον κόσμο, έγινε, και έφθασε στη δυνατή γι’ αυτόν τελειότητα.
Αυτό είναι το μεγάλο θέμα. Υπάρχουμε σ’ αυτόν τον κόσμο, και καλά κάνουμε που θέλουμε να ζήσουμε όσο γίνεται περισσότερο, ακριβώς για να γίνει αυτό το έργο στην ψυχή μας: να τελειωθεί, να αγιασθεί η ψυχή μας, να προκόψει όσο γίνεται περισσότερο πνευματικά. Μη φοβάστε λοιπόν τον θάνατο. Δεν πρόκειται να έρθει, εάν ο Θεός έχει οικονομήσει τα πράγματα διαφορετικά. Ο Θεός λοιπόν τα οικονομεί για τον καθένα έτσι, ώστε να γίνει στην ψυχή του, όσο θα ζήσει σ’ αυτόν τον κόσμο, ό,τι μπορεί να γίνει. Ανάλογα βέβαια με την ανταπόκρισή του, με την αφοσίωσή του, με την υπακοή του στον Θεό. Καθένας που πεθαίνει δεν σημαίνει ότι ήδη έφθασε στην τελειότητα. Όχι. Σε αφήνει ο Θεός να ζήσεις έως τότε και δεν σε αφήνει να ζήσεις άλλο, διότι ό,τι ήταν να γίνει, έγινε. Από μια πλευρά λοιπόν το να πεθάνεις νωρίς, σημαίνει ότι από κει και πέρα δεν υπήρχε δυνατότητα προόδου, και σε πήρε ο Θεός. Μπορεί όμως να το κάνει ο Θεός αυτό και διότι κάποιος γρήγορα τελειώθηκε, έγινε τέλειος, έφθασε στην τελειότητα. Και τον παίρνει ο Θεός, «ίνα μη η κακία αλλάξη σύνεσιν αυτού» (Σοφ. Σολ. 4:11), όπως λέει το προφητικό ανάγνωσμα. Δεν τον αφήνει άλλο να μείνει, για να μην επηρεασθεί από το κακό. Αλλά σε άλλη περίπτωση σημαίνει ότι δεν έχεις καλή διάθεση, και δεν μπορεί να συνεργασθεί η χάρη του Θεού μαζί σου να σε βοηθήσει, για να τελειωθείς. Ό,τι είχε να γίνει, έγινε, και σε παίρνει.
Όπως έχουμε πει και άλλη φορά, από ό,τι μπορούμε να καταλάβουμε, ο Θεός παίρνει τον καθένα στην καλύτερη ώρα της ζωής του. Ο Θεός δεν είναι αδύναμος, ώστε να μην μπορεί να αφήσει κάποιον να ζήσει περισσότερο. Αλλά όμως βλέπει ως Θεός ότι για τον άνθρωπο αυτόν αυτή ήταν η καλύτερη κατάσταση της ψυχής του σ’ αυτόν τον κόσμο. Καλύτερος να γινόταν δεν υπήρχε περίπτωση, και τον παίρνει ο Θεός. Αλλά εν πάση περιπτώσει, γενικά ο σκοπός της ζωής μας είναι να τελειωθούμε. Είναι πολύ γλυκιά η ώρα αυτή του θανάτου, και μακάρι να μπορεί το Πνεύμα του Θεού να πει – δια της Εκκλησίας – ότι ετελειώθημεν εκείνη την ημέρα· φθάσαμε δηλαδή στην τελειότητα.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου (†), “…ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον…”, Β’ έκδ., Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2016, σελ. 328