Κυριακή της Ορθοδοξίας στη Νάουσα (φωτο)
Την Κυριακή της Ορθοδοξίας ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Ναούσης.
Στο τέλος της θείας Λειτουργίας τέλεσε την καθιερωμένη τελετή της Κυριακής της Ορθοδοξίας και αμέσως μετά Δοξολογία για την επέτειο της κηρύξεως της Επαναστάσεως (1822) μέσα στον ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου Ναούσης.
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου:
«Πρός τό πρωτότυπον φέρει, φησί Βασίλειος, τιμή ἡ τῆς εἰκόνος».
«Ἡμέρα χαρμόσυνος καί εὐφροσύνης ἀνάπλεως» ἡ σημερινή ἡμέρα, πρώτη Κυριακή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, κατά τήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία μας πανηγυρικῶς ἑορτάζει τόν θρίαμβο τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ἐπί τῆς κακοδοξίας τῶν βλασφήμων καί αἱρετικῶν· ἑορτάζει τήν ἀποκατάσταση τῶν ἁγίων εἰκόνων καί τήν ἀναγνώριση τῆς ἀληθείας ὅτι ἡ λατρευτική προσκύνησή τους δέν ἀναφέρεται στό ὑλικό τους στοιχεῖο ἀλλά εἰς τό εἰκονιζόμενο ἱερό πρόσωπο πρός τό ὁποῖο διαβαίνει καί ἡ τιμή, ὅπως διδάσκει ὁ οὐρανοφάντωρ Μέγας Βασίλειος.
Περισσότερο ἀπό ἕνα αἰώνα ταλαιπωρήθηκε ἡ βυζαντινή αὐτοκρατορία σέ μία ἐποχή ἐξαιρετικά κρίσιμη, γιατί κάποιοι αὐτοκράτορες θέλησαν νά ἐπιβάλλουν τίς ἀπόψεις τους σέ θέματα πίστεως, γιατί κάποιοι πίστευσαν ὅτι ἡ εὐλάβεια εἶναι εἰδωλολατρεία καί ὅτι σ᾽ αὐτήν ὀφειλόταν τά προβλήματα τοῦ κράτους, γιατί κάποιοι νόμισαν ὅτι αὐτοί ἔχουν ὀρθότερη ἄποψη ἀπό αὐτήν πού ὑπῆρχε ἑδραιωμένη στή συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό ἐκεῖνα πού δίδαξαν οἱ θεοφόροι πατέρες.
Περισσότερο ἀπό ἕνα αἰώνα κλυδωνίσθηκε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐκδιώχθησαν πατριάρχες, ἐξορίσθηκαν κληρικοί καί λαϊκοί, ὑπέφεραν καί ὑπέμειναν τιμωρίες καί βασανιστήρια, ἀλλά στό τέλος ἡ ἀλήθεια ἔλαμψε, καί ἡ Ἐκκλησία ἀπέλαβε καί πάλι τόν «κόσμο» τῶν ἱερῶν της εἰκόνων καί οἱ πιστοί τή δυνατότητα νά ἐκφράζουν ἐλεύθερα τόν σεβασμό τους πρός τόν Χριστό, τήν Παναγία καί τούς Ἁγίους μέσω τῶν ἱερῶν εἰκόνων.
«Πρός τό πρωτότυπον φέρει, φησί Βασίλειος, τιμή ἡ τῆς εἰκόνος».
Καί ἐάν, ἀδελφοί μου, μία χειροποίητη εἰκόνα, πού εἶναι δημιούργημα ἑνός ἀνθρώπου, ἑνός ἁγιογράφου, εἶναι τό μέσο διά τοῦ ὁποίου μποροῦμε νά ἀποδίδουμε τιμή στόν Θεό, τιμή στήν Παναγία καί στούς ἁγίους, καί γι᾽ αὐτό ἔχουμε χρέος νά φερόμεθα μέ σεβασμό καί εὐλάβεια πρός τίς ἱερές εἰκόνες, κατά μείζονα λόγο ἔχουμε χρέος νά φερόμεθα μέ σεβασμό καί νά ἀποδίδουμε τιμή στήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού δημιούργησε Ἐκεῖνος, δηλαδή τόν ἄνθρωπο.
Μᾶς ἔπλασε, ἀδελφοί μου, ὁ Θεός κατ᾽ εἰκόνα του, καί αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς ἀποτελεῖ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Τό πρόσωπό μας εἶναι ἱερό, ὡς εἰκόνα του, καί ἐξίσου ἱερό εἶναι καί τό πρόσωπο τοῦ ἀδελφοῦ μας, τοῦ συνανθρώπου μας, ὅποιος καί ἄν εἶναι αὐτός. Εἶναι χρέος μας, λοιπόν, νά ἀντιμετωπίζουμε μέ σεβασμό τόν ἑαυτό μας, καί τήν ὑλική δηλαδή καί τήν πνευματική μας ὑπόσταση, ἀλλά καί νά ἀντιμετωπίζουμε μέ ἴδιο σεβασμό καί κάθε ἄνθρωπο.
Ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό ὁδηγεῖ καί στήν ἀποϊεροποίηση τῆς εἰκόνος του, δηλαδή τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Καί γι᾽ αὐτό στίς ἡμέρες μας γινόμαστε δυστυχῶς μάρτυρες φαινομένων ἐξευτελισμοῦ καί κακοποιήσεως τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καί τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος καί ἀξίας, μερικές φορές μάλιστα ὑπό τό πρόσχημα τῆς δῆθεν φιλελευθεροποιήσεως καί τοῦ δῆθεν ἐκσυγχρονισμοῦ τῆς ἀνθρωπίνης κοινωνίας.
Γινόμαστε μάρτυρες τῆς κακοποιήσεως τῆς ἀνθρωπίνης ὑποστάσεως ὄχι μόνο ἀπό ἄλλους ἀλλά συχνά καί ἀπό τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο, ὅταν ἀκολουθώντας ἰδεολογικά ρεύματα ἤ ἀκόμη καί τή μόδα δέν ἀποδίδει ὁ ἄνθρωπος τόν ἀπαιτούμενο σεβασμό στόν ἴδιο τόν ἑαυτό του, ἐπεμβαίνοντας μέ βάναυσο τρόπο στή ζωή του καί στό σῶμα του, καί καταστρέφοντάς τα.
Ὁρισμένοι νομίζουν ὅτι μπορεῖ νά ὑπάρξει σεβασμός καί τιμή στόν ἄνθρωπο ἀνεξάρτητα ἀπό τήν πίστη του, ὅτι μπορεῖ νά ὑπάρξει σεβασμός καί τιμή στό ἀνθρώπινο πρόσωπο καί μακριά ἀπό τόν Θεό. Ὅσοι πιστεύουν κάτι τέτοιο πλανῶνται καί αὐταπατῶνται. Τιμή στόν ἄνθρωπο καί σεβασμό στό ἀνθρώπινο πρόσωπο δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει χωρίς πίστη στόν Θεό πού ἔπλασε τόν ἄνθρωπο κατ᾽ εἰκόνα του καί εἶναι αὐτός πού τοῦ ἔδωσε ἀξία καί πού τόν τίμησε καί τιμᾶ. Μακριά ἀπό τόν Θεό ὁ ἄνθρωπος χάνει τήν ἀξία του καί παύει νά ἐνδιαφέρεται γιά τήν ἀξία τῶν συνανθρώπων του, ἀλλά καί γιά τίς ἀξίες τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς.
Ἄν δέν πίστευαν στόν Θεό, ἄν δέν τιμοῦσαν τόν ἄνθρωπο καί τίς ἀξίες πού αὐτός ἐκπροσωπεῖ, δέν θά εἶχαν λόγο, ἀδελφοί μου, οἱ πατέρες μας νά ξεκινήσουν σάν σήμερα τόν ἀγώνα γιά τήν ἐλευθερία καί τήν ἀνεξαρτησία.
Μέ πίστη στόν Θεό, μέ πίστη στήν ἀξία μιᾶς ζωῆς μέ ἐλευθερία, ζήτησαν τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, προκειμένου νά πολεμήσουν γιά νά ἐλευθερώσουν ὄχι μόνο τόν ἑαυτό τους ἀλλά καί τήν πατρίδα.
Τιμοῦμε τήν ἀπόφασή τους, ὑποκλινόμεθα στό θάρρος καί τή γενναιότητά τους, μνημονεύουμε τή θυσία τους καί ἐμπνευόμεθα ἀπό τό παράδειγμα τῆς πίστεώς τους στόν Θεό καί τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως πού πηγάζει ἀπό τήν πίστη, γιατί μόνο ἀκολουθώντας τόν δρόμο τῆς πίστεως θά μπορέσουμε καί ἐμεῖς νά ἀξιοποιήσουμε τούς ἀγῶνες καί τή θυσία τους γιά τήν ἐλευθερία καί νά ἀναδειχθοῦμε ἀντάξιοί τους.