Η αξία της Εξομολογήσεως και η πρόνοια του Εξομολόγου
Τo μυστήριον της ιεράς εξομολογήσεως, προβάλλει ο Κύριος δια του θαύματος της θεραπείας του Παραλύτου. Το συνέστησεν ο ίδιος, μετά την τριήμερον Ανάστασίν Του ενώπιον των μαθητών δια των λόγων: «Λάβετε πνεύμα άγιον αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς αν τινών κρατήτε κεκράτηνται» (Ιω. 20, 22 – 23).
Αρχιμανδρίτης Κων/νος Χαραλαμπόπουλος
Το Κήρυγμα της Κυριακής
γράφει στο Δόγμα,
ο Αρχιμανδρίτης
Κωνσταντίνος Χαραλαμπόπουλος
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου
Παλαιού Ψυχικού
Τo μυστήριον της ιεράς εξομολογήσεως, προβάλλει ο Κύριος δια του θαύματος της θεραπείας του Παραλύτου. Το συνέστησεν ο ίδιος, μετά την τριήμερον Ανάστασίν Του ενώπιον των μαθητών δια των λόγων: «Λάβετε πνεύμα άγιον αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς αν τινών κρατήτε κεκράτηνται» (Ιω. 20, 22 – 23).
Συνεπώς, το μυστήριον είναι θεοσύστατον και ο πιστός καθαρίζει την ψυχήν του μετά συντριβής ενώπιον του εξομολόγου – ιερέως και αξιούται, της χάριτος των αχράντων μυστηρίων. Η συντριβή και η ταπείνωσις, είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του θεοσυστάτου αυτού μυστηρίου, άνευ των οποίων είναι αδύνατος η άφεσις των αμαρτιών.
Ο εξομολόγος, είναι αυτός ο οποίος ενστάζει εις την ασθενούσα ψυχήν του αμαρτωλού ανθρώπου, βάλσαμον παρηγορίας και νουθεσίας.
Ο εξομολογούμενος εναποθέτει εις το επιτραχήλιόν του πάσαν αμαρτίαν, οδύνην, στενοχωρίαν, θλίψιν, χαράν, προβληματισμόν και όταν η ψυχή του φθάσει εις το έσχατον όριον της μετανοίας και ταπεινώσεως και κινηθεί εις όλα τα στάδια της διεξαγωγής του μυστηρίου, λαμβάνει την άφεσιν των αμαρτιών και αναγεννάται εν Χριστώ, πλειστάκις δε λαμβάνει το «επιτίμιον» δια τας πράξεις του, το οποίον και θεωρείται ως παιδαγωγικόν μέσον, προς τελειοποίησιν της ψυχής.
Ο εξομολόγος, είναι ο πνευματικός καθοδηγητής του χριστιανού, ο χειραγωγών και μυών αυτόν εις την ορθόδοξον πνευματικότητα.
Πολλοί χριστιανοί, προσέρχονται εις τους εξομολόγους ιερείς και ζητούν να τους αναγνώσουν την συγχωρητικήν ευχήν χωρίς προηγουμένως να έχουν εξομολογηθεί, νομίζουν ότι αυτό και μόνον αρκεί. Αυτό είναι λανθασμένον και επ’ ουδενί πρέπει να γίνεται· αντιθέτως πρέπει ο ιερεύς να πείση τον πιστόν ότι θα προηγηθή η εξομολόγησις και μετά ταύτην, θα αναγνωσθή η συγχωρητική ευχή. Πρέπει να δίδωμεν εκκλησιαστικήν αγωγήν εις τους πιστούς, οι οποίοι ενίοτε την αγνοούν.
Ο εξομολόγος – ιερεύς, δια του ειδικού χαρίσματος το όποιον έχει – του λύειν και δεσμείν αμαρτίας – πρέπει να αναγεννά υγιείς σχέσεις, εντός της εν Χριστώ αδελφότητος. Να γνωρίζη δε και ο ίδιος ότι έχει κοινόν πατέρα μετά του εξομολογουμένου τον Κύριον Ιησούν Χριστόν και να αναγεννά δια του μυστηρίου αυτού, τον πεπτωκότα άνθρωπο δια του ευαγγελίου και όχι δια του εαυτού του.
Έχομεν λοιπόν ανάγκην αξίων και ικανών εξομολόγων ποιμένων δια να προσερχώμεθα μετά παρρησίας «τω θρόνω της χάριτος του αγαθοδότου Θεού» και να λαμβάνομεν παρ’ αυτών την ίασιν της ασθενούσης ημών ψυχής και να ακούωμεν δια των χειλέων των την απόφασιν του Θεού, «Η χάρις του Παναγίου Πνεύματος δια της εμής ελαχιστότητος, έχει σε λελυμένον και συγκεχωρημένον».