Από την κατηφόρα, η χριστιανική ηθική μπορεί να μας σώσε
Στην Κιβωτό της Ορθοδοξίας
Του Δρος Χαραλάμπους Μ. Μπούσια
Μεγάλου Υμνογράφου της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας
Τόσα χρόνια που η ηθική έπαιρνε τον κατήφορο, τόσα χρόνια που βλέπαμε τις ηθικές αξίες να απαξιούνται την μία πίσω από την άλλη, τόσα χρόνια που η διαφθορά των συνειδήσεων γινόταν ορατή από όλους μας και βλέπαμε να δίνει αξίες και αξιώματα σε ανάξιους, ενώ ταυτόχρονα απαξίωνε τον κοινωνικό ιστό, εμείς αδιαφορούσαμε και μάλιστα δικαιολογούσαμε την αδιαφορία μας με, αλλοίμονο, τα λόγια του Κυρίου μας: «Πονηροί και γόητες προκόψωσιν επί το χείρον» (Β΄ Τιμ. γ΄ 13). Εμείς είμαστε οι καλοί, αλλοί είναι οι κακοί, αυτοί που με πονηριές προκόβουν και καταδυναστεύουν τον κόσμο. Όχι ότι αυτό δεν είναι αλήθεια. Είναι και μάλιστα μεγάλη. Όμως, η αδιαφορία όλων των άλλων είναι αυτή που μας έφθασε στο κατώφλι της παρακμής. Η ηθική κρίση είχε παρασύρει και εμάς και μας στριφογύριζε στην ανεμοζάλη της απαξίας, του εθελοτυφλοτισμού και της αρνήσεως πνευματικής αντιστάσεως και λέγαμε: «Ωχ αδελφέ! Εγώ θα διορθώσω την κοινωνία»;
Η χριστιανική ηθική μας θέλει να είμαστε το «άλας της γης» (Ματθ. ε΄ 13 ), το οποίο όταν υγρανθεί χάνει την ιδιότητά του να νοστιμίζει τα φαγητά. Μας θέλει να είμαστε «το φως του κόσμου» (Ματθ. ε΄ 14), για να φωτίζουμε με τις ακτίνες του παραδείγματός μας όλους τους γύρω μας. Μας θέλει να είμαστε «πόλις επάνω όρους κειμένη» (Ματθ. ε΄ 14), δηλαδή να είμαστε ορατοί από όλα τα σημεία του ορίζοντος και να μας θαυμάζουν για την διαφάνεια των έργων μας και την καθαρότητα των σκέψεών μας. Αλλοίμονο! Όλα αυτά τα είχαμε ξεχάσει και δείχναμε να είμαστε χλιαροί στην πίστη, να είμαστε φαρισαίοι στην συμπεριφορά, να είμαστε ανακόλουθοι στην πορεία ζωής μας, τόσο που ο ίδιος ο Κύριος να θέλει να μας αποστραφεί, «μη γένοιτο», να θέλει να μας εμέσει, σύμφωνα με το λόγο της Αποκαλύψεως: «Οίδα ότι χλιαρός ει και ούτε ζεστός ούτε ψυχρός, μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματός μου» (Αποκ. γ΄ 16).
Ο μεγάλος μας Καποδίστριας, απευθυνόμενος στους «αδελφούς του» Έλληνες καθώς σε παιδιά της «Αγίας μας Μητέρας Εκκλησίας», τους συνιστούσε να αγαπούν μόνο το καλό και να μην κοιτάζουν αποκλειστικά το προσωπικό τους συμφέρον. Τους παρώτρυνε να βελτιώσουν την ζωή τους και να ετοιμάζονται για τα μεγάλα πλεονεκτήματα που προσφέρει ένας ηθικός και Χριστιανικός πολιτισμός. Τους συνιστούσε ακόμη να καλλιεργούν τα γράμματα, για να μπορέσουν να γίνουν πολίτες άξιοι σεβασμού και εμπιστοσύνης της Πολιτείας, αυτής που βαθμιαίως θα μάθει να τους σέβεται, να τους ακούει και να τους εμπιστεύεται.
Οι Έλληνες έπρεπε, κατά την άποψή του, να ασχολούνται με την ηθική και ανθρωπιστική εκπαίδευση, γιατί χωρίς αυτή κάθε άλλο αντικείμενο μορφώσεως θα είναι μάταιο και κάθε εργασία επικίνδυνη. Και η ηθική εκπαίδευση θα έπρεπε κατ’ αυτόν να ξεκινήσει από την κατάρτιση του κλήρου. Είχε ισχυρή την πεποίθηση ότι το τεράστιο κύρος της Εκκλησίας ενισχυμένο με την κατάρτιση και το ήθος των κληρικών της θα αποτελούσε την εγγύηση της συνέχειας του Έθνους. Έτσι έβλεπε ο Κυβερνήτης την Ελλάδα της προόδου μέσα από την παράδοση και την κληρονομιά της.