Συνάντηση του ανθρώπου με τον Θεό. Και όταν συναντάται όντως ο άνθρωπος με τον Θεό, όταν πραγματικά προσεύχεται, τότε η ενέργειά της, η δύναμή της είναι καταπληκτική! Ένας προσευχόμενος άνθρωπος έχει την δύναμη, κοινώς θα λέγαμε, να αναποδογυρίσει τον κόσμο!
Ένας Αγιορείτης, ο μακαριστός πατήρ Γαβριήλ ο Καρουλιώτης, ένας μεγάλος ασκητής, όταν μιλούσε για την προσευχή, μου έλεγε κάποτε: «Πάτερ, τι είναι η ατομική ενέργεια; Τι είναι; Έχουμε εμείς το ατομικό μας όπλο!». Ήταν πολύ ζωντανός άνθρωπος και εκινείτο ολόκληρος, όταν μιλούσε. «Έχουμε το ατομικό μας όπλο», έλεγε, «που καταστρέφει όλα τα κακά, νικάει τα πάντα. Είναι η προσευχή! Έπειτα από την προσευχή βγαίνει κανείς σαν το λιοντάρι γεμάτος φωτιά, πυρ πνέων». Έτσι ακριβώς είχε πει. Γεμάτος φλόγα. Βέβαια ο άνθρωπος αυτός ζούσε την προσευχή και είχε εμπειρία της προσευχής. Γνώριζε «τι εστί» προσευχή, διότι είχε βιώματα, είχε ζωή. Εμείς ίσως ξέρουμε από το σχολείο ό,τι μας είπαν, ό,τι διαβάσαμε, ε, ίσως λίγο γευθήκαμε και νιώσαμε τι είναι προσευχή.
Τι είναι προσευχή; Είναι πραγματικά ενέργεια καταπληκτική, δύναμη μεγάλη η προσευχή, όπως έλεγε ο μακαριστός εκείνος Γέροντας. Και επιπλέον είναι ο καθρέφτης της χριστιανικής μας ζωής, του πνευματικού μας αγώνα. Από το πόσο προσεύχεται και πώς προσεύχεται ο Χριστιανός δείχνει, φανερώνει πόσο πνευματικά εργάζεται ή δεν εργάζεται.
Η Εκκλησία έχει την κοινή λεγομένη προσευχή μέσα στον ναό. Προ ολίγου είχαμε μια κοινή προσευχή, την ακολουθία του Εσπερινού. Σε αυτή την κοινή προσευχή θα πρέπει να προσέξει κανείς να περικλείσει την σκέψη του, να βάλει την σκέψη του μέσα στα λόγια που ακούονται, να κρατήσει τα λόγια, να σκέπτεται την σημασία των λεγομένων είτε των ψαλτών είτε των ιερέων. Ο αγώνας του κατ’ αρχάς αυτός θα είναι.
Αυτό φυσικά δεν είναι πολύ απλό. Όποιος θα το επιχειρήσει θα δει ότι κάθε τόσο η σκέψη του θα φεύγει. Ενώ θα προσπαθεί, όχι ότι δεν μπορεί να καταλαβαίνει το νόημα… Διότι λέμε ότι δεν ξέρουμε το νόημα αυτών που λέγονται και ζητάμε να τα αλλάξουμε, να τα μεταφέρουμε στην απλή, να τα πούμε στην δική μας γλώσσα, την δημοτική. Και αν τα πούμε στην δική μας γλώσσα, την δημοτική, πάλι το ίδιο θα συμβαίνει. Γιατί έρχεται «ο κλέπτης» και μας κλέβει την προσευχή. Γιατί πουθενά αλλού δεν θα μας πολεμήσει ο διάβολος τόσο, όσο θα μας πολεμήσει, όταν θα θελήσουμε να προσευχηθούμε. Γιατί εμείς δεν ξέρουμε, δεν καταλαβαίνουμε πόσο θα ενδυναμωθούμε στην προσευχή. Ο σατανάς το ξέρει. Γι’ αυτό, όταν δεν προσεύχεσαι, είσαι ήσυχος, δεν έχεις ίσως λογισμούς. Όταν πας να προσευχηθείς, σε κυκλώνουν οι λογισμοί. Θυμάσαι πράγματα που δεν τα θυμόσουν ή έρχονται στο μυαλό σου πράγματα που ποτέ δεν σου είχαν έρθει και εκεί στην προσευχή περισσότερο σε βασανίζουν. Όσοι επιχείρησαν να προσευχηθούν έχουν πείρα αυτών των πραγμάτων. Αλλά η επιμονή του προσευχομένου είναι να στηρίξει τις σκέψεις του στο νόημα, στην σημασία των λεγομένων. Και φυσικά όχι μόνο αυτό.
Λέγει κάποιος Πατέρας ότι μπορεί να θέλεις να συγκεντρώσεις τις σκέψεις σου στην προσευχή, αλλά, όταν είσαι μπερδεμένος με το νήμα της μνησικακίας, τότε δεν μπορείς να προσευχηθείς. Όσο και αν προσπαθείς, όσο και αν κοπιάζεις, όσο και αν θέλεις να προσευχηθείς, δεν προσεύχεσαι, δεν σου είναι δυνατόν. Εάν μέσα σου υπάρχει μνησικακία, εάν δεν συγχωρείς τον αδελφό σου, εάν κρατάς κάτι για τον αδελφό σου, έστω γι’ αυτόν που σε έβλαψε, όχι γι’ αυτόν που έβλαψες εσύ, αυτόν που σε έβλαψε, εάν δεν τον συγχώρησες, πριν πας στην Εκκλησία, δεν θα μπορέσεις να προσευχηθείς.
Από το βιβλίο: ΟΜΙΛΙΕΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ Α’, Ιερόν Ησυχαστήριον “Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος”, Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής 2020, σελ. 69.