Dogma

«Φαινόμενο» και οντολογία

Του Δημητρίου Λυκούδη, θεολόγου

Η «ηλεκτρονική παντοκρατορία» επασκίασε την ουσία με τα σύμβολα της ουτοπικής αναγκαιότητας. Η οντολογική πραγματικότητα αποσβάστηκε, γιατί η ίδια αδυνατεί να θεαθεί τον άνθρωπο ως «συμπαντική» και ανεπανάλληπτη προσωπικότητα και περιορίστηκε στη μίμηση ενός ιδεατού κόσμου, μιας απομίμησης της φαινομενικής εικόνας, που αναμφισβήτητα αδρανοποιεί τον άνθρωπο, δεσμεύει την ελευθερία του και τον αυτοπεριορίζει στα στενά όρια της εσωτερικότητάς του.

«Όταν το πραγματικό δεν είναι πια αυτό που ήταν, η νοσταλγία αποκτά το πλήρες νόημά της. Υπάρχει μια πληθώρα αρχών και συμβόλων της πραγματικότητας – μια πληθώρα αληθειών, μια δευτερεύουσα αντικειμενικότητα και αυθεντικότητα. Επαύξηση της αλήθειας της ζωντανής εμπειρίας, ανάσταση της περιγραφής της οποίας το αντικείμενο και η υπόσταση είχαν εξαφανιστεί. Πανικόβλητη παραγωγή του πραγματικού και της αναφορικότητος, παράλληλη με, αλλά μεγαλύτερη σε κλίμακα από, τον πανικό της υλικής παραγωγής: έτσι εμφανίζεται η προσομοίωση στη φάση που μας αφορά – μια “στρατηγική του πραγματικού” – του νεοπραγματικού, του υπερπραγματικού που είναι παντού ως αντίγραφο μιας στρατηγικής αναχαίτησης του πραγματικού»[1].

Ο Βασίλειος Γαϊτάνης συμπληρώνει: «Η σύγχρονη φουτουριστική μετανεωτερικότητα δεν έχει καμία δομική σχέση με το παρελθόν της, άρα δεν σχετίζεται οντολογικά με καμία πραγματικότητα, παρά μόνο με το καθρεπτιζόμενο μοντέλο του εαυτού της. Όλη η πραγματικότητα αλλάζει πλεον ριζικά νόημα, διότι δεν έχει οντολογία πραγματικότητας»[2].

Πώς λοιπόν να αναζητήσει κανείς ουσιαστικό νόημα σ’έναν χώρο που απουσιάζει η νοηματοδότηση του πραγματικού, σ’ένα μέσο που αυτόκλητα αυτοκαταργεί τη χωτικότητα των φορέων του και περιορίζεται κορεσμένο στην φαινομενικότητα , όχι της αλήθειας, αλλά του ψευδοειδώλου και ομοιώματός του;

Η τηλεόραση, το διαδίκτυο, ολόκληρη η (διαδικτυακή διακυβέρνηση) του πλανήτη, αδυνατεί να προσδώσει ουσία και οντολογικό περιεχόμενο, γιατί αρέσκεται στη διάσταση και εδραίωση του “φαίνεσθαι” από το “είναι”, γιατί συνειδητά αναπαύεται στη “μαζική συγκατάθεση” των επενεργειών και επιδράσεών της σ’ένα ψεύτικο κόσμο.

Παραπομπές: 

[1] Baudrillard Z., The precession of Simulacra, σελ 457. Ο ίδιος γράφει: «αυτό που κάθε κοινωνία προσπαθεί να επιτύχει με την παραγωγή καιυπερπαραγωγή δεν είναι άλλο από το να διασώσει την πραγματικότητα την οποία χάνει! Γι’ αυτό σήμερα “υλική” παραγωγή είναι αυτή του υπερπραγματικού! Έχει ανακτήσει όλα τα χαρακτηριστικά και η διαλεκτική της παραδοσιακής παραγωγής , αλλά είναι μόνο μια ποταπή αντανάκλασή της. Οπότε ο υπερρεαλισμός της προσομοίωσης μεταφράζεται από την παραισθητική ομοιότητά της με του πραγματικού σε αυτό» (Αυτόθι, σελ 468).

[2] Γαϊτάνη Β., Από την Επικοινωνία στην Κοινωνία, σελ. 62. Ο ίδιος τονίζει: «Η απιθανότητα της επαναανακάλυψης του απόλυτου επιπέδου του πραγματικού, είναι της ίδιας τάξεως με την απιθανότητα της επανασύστασης μιας ψευδαίσθησης. Η ψευδαίσθηση είναι πλέον απίθανη γιατί το πραγματικό δεν είναι πλέον πιθανό. Είναι όλο το πολιτικό πρόβλημα ως παρωδία, αυτό της υπερπροσομοίωσης μιας απεχθούς προσομοίωσης, αυτό είναι» (Του Ιδίου, Το κείμενο του Zean Baudrillard κείμενο του Zean Baudrillard «The precession of Simulacra» και η ερμηνεία των διαστάσεων της υπερπραγματικότητας, σελ. 27).