Με βάση τα συμπεράσματα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου:
Η Ορθόδοξη Εκκλησία εκφράζει την ενότητα και την καθολικότητά Της δια των Ιερών Μυστηρίων. Η συνοδικότητα υπηρετεί την ενότητα και διαπνέει την οργάνωση της Εκκλησίας, τον τρόπο που λαμβάνονται οι αποφάσεις Της και καθορίζει την πορεία Της. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι η Αγία Σύνοδος δεν αναφέρθηκε μόνον στο κύρος των γνωστών Οικουμενικών Συνόδων, αλλά σε αυτήν για πρώτη φορά αναγνωρίσθηκαν ως Σύνοδοι «καθολικού κύρους», δηλαδή ως Οικουμενικές, η Μεγάλη Σύνοδος επί Μεγάλου Φωτίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (879-880), οι επί αγίου Γρηγορίου του Παλαμά Μεγάλες Σύνοδοι (1341, 1351, 1368), και οι εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλες και Αγίες Σύνοδοι για την αποκήρυξη της ενωτικής Συνόδου της Φλωρεντίας (1438-1439), των προτεσταντικών δοξασιών (1638, 1642, 1672, 1691) και του εθνοφυλετισμού ως εκκλησιολογικής αιρέσεως (1872).
Οι Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες δεν αποτελούν συνομοσπονδία Εκκλησιών, αλλά την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Για την Ορθόδοξη Διασπορά στις διάφορες χώρες του κόσμου αποφασίσθηκε να συνεχισθεί η λειτουργία των Επισκοπικών Συνελεύσεων με εκπροσώπους των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών προκειμένου να διασφαλίζεται η αρχή της συνοδικότητας, μέχρι να εφαρμοσθεί η κανονική ακρίβεια.
Για την ορθόδοξη Εκκλησία η οικογένεια αποτελεί καρπό της «εις Χριστόν και εις την Εκκλησίαν» μυστηριακής ενώσεως ανδρός και γυναικός και είναι η μόνη εγγύηση της γεννήσεως και της ανατροφής των τέκνων.
Η Εκκλησία τονίζει διαρκώς την αξία της εγκρατείας, της χριστιανικής ασκήσεως. Η χριστιανική άσκηση δεν διακόπτει την σχέση του ανθρώπου με την ζωή και τον συνάνθρωπο, αλλά τον συνδέει με την μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας. Δεν αφορά μόνον τους μοναχούς. Το ασκητικό ήθος είναι χαρακτηριστικό της χριστιανικής ζωής.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία καταδικάζει τους διωγμούς, την εκδίωξη και δολοφονία μελών θρησκευτικών κοινοτήτων, τον εξαναγκασμό σε αλλαγή θρησκευτικής πίστεως, την εμπορία προσφύγων, τις απαγωγές, τα βασανιστήρια, τις απάνθρωπες εκτελέσεις, τις υλικές καταστροφές. Ιδιαίτερα εκφράζει την αγωνία Της για την κατάσταση των Χριστιανών και όλων των διωκωμένων μειονοτήτων στην Μέση Ανατολή και σε άλλα σημεία του κόσμου.
Βασικό έργο της Εκκλησίας είναι η Ιεραποστολή, δηλαδή ο αγώνας Της να δίνει συνεχώς την μαρτυρία της πίστεως και να κηρύττει το ευαγγέλιο είτε στους πιστούς που ζουν μέσα στις σύγχρονες εκκοσμικευμένες κοινωνίες είτε σε όσους δεν έχουν γνωρίσει ακόμη τον Χριστό.
Ο διάλογος κυρίως με τους ετεροδόξους χριστιανούς (άλλες χριστιανικές ομολογίες – αιρέσεις) γίνεται με βάση το χρέος της Εκκλησίας να μαρτυρεί προς κάθε κατεύθυνση την αλήθεια και την αποστολική πίστη. Έτσι γίνεται γνωστή σε αυτούς η γνησιότητα της Ορθόδοξης Παράδοσης, η αξία της πατερικής διδασκαλίας, η λειτουργική εμπειρία και η πίστη των Ορθοδόξων. Οι διάλογοι δεν σημαίνουν ούτε και θα σημαίνουν ποτέ οποιονδήποτε συμβιβασμό σε ζητήματα πίστεως.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, όπως αυτή ομολογείται στο Σύμβολο της Πίστεως. Δεν νοείται αγιότητα του ανθρώπου εκτός του Σώματος του Χριστού, δηλαδή εκτός της Εκκλησίας (Εφ. α 23). Η αγιότητα είναι μετοχή στο μυστήριο της Εκκλησίας και στα ιερά μυστήριά της με επίκεντρο την Θεία Ευχαριστία. Οι άγιοι εικονίζουν την Βασιλεία του Θεού.
Η Εκκλησία είναι μία, η Ορθόδοξη. Κατά τον Μ. Βασίλειο «εις λαός πάντες οι εις Χριστόν ηλπικότες και μία Εκκλησία νυν οι Χριστού, καν εκ διαφόρων τόπων προσαγορεύηται». Η Εκκλησία αναμένει πάντοτε την επιστροφή όλων των ανθρώπων, ετεροδόξων και αλλοδόξων σε Αυτήν.
Τα κείμενα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας αποτελούν αντικείμενο εμβαθύνσεως και περαιτέρω μελέτης. Αυτό ισχύει για όλες τις Συνόδους της Εκκλησίας. Ο θεολογικός διάλογος δεν διακόπτεται. Προϋπόθεση απαραίτητη βεβαίως είναι να διατηρείται αλώβητη η θεολογική αλήθεια και ο διάλογος αυτός να πραγματοποιείται χωρίς φανατισμούς και διαιρέσεις, χωρίς παρασυναγωγές και σχίσματα, τα οποία πληγώνουν την ενότητα της Εκκλησίας. Τα σχίσματα είναι δυσίατες πνευματικές ασθένειες. Σύμφωνα με τον ιερό Χρυσόστομο: «το σχίσαι Εκκλησίαν, και φιλονείκως διατεθήναι, και διχοστασίας εμποιείν, και της συνόδου διηνεκώς εαυτόν αποστερείν, ασύγγνωστον και κατηγορίας άξιον και πολλήν έχει την τιμωρίαν» (PG 48, 872). Γι αυτό προτρέπονται οι πιστοί να μη δίνουν βαρύτητα στα λόγια εκείνων που τους παρακινούν να απομακρυνθούν από Αυτήν προκειμένου να αποτελέσουν ξεχωριστή ομάδα έξω από το πλήρωμα της Εκκλησίας, επικαλούμενοι φανταστικούς λόγους δογματικής ακριβείας.
Κατακλείοντας το μήνυμα αυτό, επιθυμούμε να σας διαβεβαιώσουμε ότι όλοι οι Επίσκοποι της Εκκλησίας της Ελλάδος αγρυπνούμε και παραμένουμε αμετακίνητοι στην Ορθόδοξη πίστη και αφοσιωμένοι στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία.
«Αδελφοί, χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλείσθε, το αυτό φρονείτε, ειρηνεύετε, και ο Θεός της αγάπης και ειρήνης έσται μεθ ημών.» (Β Κορ. 13,11)