«Εκ του περισσεύματος της καρδιάς λαλεί το στόμα» (Λουκ. στ΄, 45). Στα χέρια μου έπεσε ένα μικρό βιβλίο με ημερομηνία έκδοσης το 1975. Ο τίτλος του βιβλίου μού έκανε εντύπωση και θέλησα να το ξεφυλλίσω, για να δω τι ακριβώς εννοούσε αυτή η διαυγής φράση. «Καθάριες πηγές». Μέσα στις κιτρινισμένες σελίδες του υπήρχαν κάποια μικρά διηγήματα και ένας καλογραμμένος επίλογος, ο οποίος, ομολογώ, μου έκανε εντύπωση.
«Ολοι οι άνθρωποι ψάχνουν, διψούν να βρουν τη χαρά, την ευτυχία… Ας ψάξουν στον τομέα της προσφοράς, με κίνητρο την αγάπη. Την αγάπη που σταλάζει στις καρδιές μας ο Χριστός… Σίγουρα θα βρουν αυτά που ζητούν και τότε θα διαλαλούν σε όλους όσοι ψάχνουν… Γιατί όσο περισσότερα δίνεις τόσο μεγαλύτερη χαρά και ευτυχία γεύεσαι…»
Λόγια απλά, μεστά, που αγγίζουν. Λόγια που γεμίζουν την καρδιά του ανθρώπου. Και η συγγραφέας των διηγημάτων Ξανθούλα Παπουτσή. Διάβασα προσεκτικά αυτά τα διηγήματα. Ολα βγαλμένα από την καθημερινή ζωή. Λες και συνέβαιναν σπίτι μου ή στο σπίτι της φίλης μου. Ολα υπέροχες ψυχικές παρορμήσεις, με βάσει το θέλημα του Θεού. Ευτυχισμένες στιγμές, που κρύβονται στην προσφορά της χριστιανικής αγάπης.
Σκέφτηκα πως η συγγραφέας έπρεπε να ήταν ριζωμένη στη χριστιανική ιδέα, με βαθιά πίστη, σίγουρα ευαίσθητη -αυτό προέκυπτε από τις περιγραφές της- και, φυσικά, είχε τον δικό της τρόπο να υποδεικνύει με μεγάλη πειστικότητα, μέσα από τις απλές, ανθρώπινες, μικρές ιστορίες της, τον δρόμο για τη λύτρωση. Εντυπωσιάστηκα από τη «μαεστρία» που έχει ο γραπτός λόγος της. Και στο τέλος όλα τα διηγήματα δίνουν ένα αισιόδοξο μήνυμα ελπίδας. Ενθαρρύνουν και διδάσκουν, χωρίς έντονο διδακτισμό, την αγάπη.
Και έτσι ενθουσιασμένη από αυτό που διάβασα, πήρα την απόφαση να ψάξω και να βρω κάποια στοιχεία για την Ξανθούλα Παπουτσή. Ερευνώντας, λοιπόν, αρχεία και καταχωρίσεις, διαπίστωσα δύο πράγματα που μου έκαναν εντύπωση και με συγκίνησαν. Το πρώτο ήταν πως η Ξανθούλα Παπουτσή δεν είναι πια στη ζωή. «Εφυγε» πριν από δύο χρόνια, σε ηλικία 91 ετών, αλλά έως την τελευταία στιγμή εκείνη έγραφε. Το δεύτερο στοιχείο αποκάλυψε ότι η εκπληκτική συγγραφέας ήταν η μητέρα της Τζέσης Παπουτσή, της γλυκιάς κωμικής ηθοποιού με το χαρακτηριστικό γέλιο.
Θεωρώ ότι άνθρωποι όπως η Ξανθούλα Παπουτσή πρέπει να προβάλλονται για το έργο και την προσφορά τους, γιατί έχουν βάλει με τον τρόπο τους μια πινελιά στον πίνακα της Ορθοδοξίας μας και της παράδοσής μας, ζωντανεύοντας τα χρώματα της πίστης και της αληθινής ευτυχίας. Ετσι, σαν φόρος τιμής για τα πρότυπα που μας παρουσιάζουν, τα οποία είναι τόσο απαραίτητα στην ελληνική οικογένεια, ωστόσο τείνουν να εξαφανιστούν.
Η απλή καταγραφή των καθημερινών γεγονότων, με τα προβλήματα, τις αντιξοότητες, τα πάθη αλλά και τα λάθη, χαρακτηρίζει την υπόθεση. Κατορθώνει όμως με τρυφερό τρόπο να αγκαλιάσει την κοινωνία και με τη βαθιά πίστη και αγάπη για τον Χριστό να εξουδετερώσει τα εμπόδια, ούτως ώστε κάθε ιστορία της να γίνεται ένα παράδειγμα προς μίμηση. Ολα τα θεατρικά έργα της αλλά και τα λογοτεχνικά παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Ευτυχώς, πολλά από αυτά φυλάσσονται και διατηρούνται, όπως εκείνη επιθυμούσε, στο Πνευματικό Κέντρο «Απόστολος Τιμόθεος», που για την Ξανθούλα ήταν το δεύτερο σπίτι της.
ΤΟ «ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»
Η Ξανθούλα Παπουτσή ήταν παντρεμένη με τον Ευάγγελο Παπουτσή. Είχαν αποκτήσει τρία παιδιά: τη Μαρία, την Τζέση και τον Τάσο. Τα μεγάλωσε με άφθονη χριστιανική αγάπη, ενώ οργάνωσε τη ζωή τους έχοντας ως σταθερή βάση το «θέλημα του Θεού». Από νεαρή ηλικία ασχολιόταν επισταμένα με τη μελέτη της Αγίας Γραφής. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Ορθόδοξου Πνευματικού Κέντρου «Απόστολος Τιμόθεος». Εκεί, εθελοντικά, ερμήνευε την Αγία Γραφή, έκανε χριστιανικές ομιλίες και παρουσίαζε θεατρικά έργα, τα οποία έγραφε η ίδια και ανέβαζαν ερασιτεχνικές θεατρικές ομάδες για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Μέσω αυτών η Ξανθούλα Παπουτσή νουθετεί τον θεατή, χωρίς να τον αναγκάζει, τον καθοδηγεί στον δρόμο της τιμής και του χρέους, χωρίς να τον κάνει να αγανακτεί.
Ηταν η «ψυχή» του Πνευματικού Κέντρου «Απόστολος Τιμόθεος», που είχε γίνει δεύτερο σπίτι της. Κατέθετε ό,τι είχε αφιλοκερδώς
Συνάντησα την κυρία Μαργαρίτα Σμέρου, στενή φίλη και συνεργάτιδά της, και της ζήτησα να μου μιλήσει για το έργο της.
Πόσο καλά γνώριζε την Ξανθούλα; «Ημασταν αδελφές ψυχές για 35 συνεχή χρόνια εδώ, στο Πνευματικό Κέντρο «Απόστολος Τιμόθεος». Μεγάλη απώλεια. Μας λείπει». Απ’ όσο κατάλαβα, ακόμα υπάρχει ο… απόηχός της. Τη ρωτώ. «Τι να σας πω… Η Ξανθούλα ήταν η ψυχή του κέντρου. Οι ομιλίες της πολλές, τα έργα της, τα δοκίμια, τα διηγήματα, τα μονόπρακτα, όλα έχουν ακόμα μεγάλο ενδιαφέρον, κυρίως για τους νέους» αναφέρει.
Εμαθα πως ακόμα και σήμερα παίζονται έργα της σε διάφορα φιλανθρωπικά σωματεία. «Μα αυτός είναι και ο σκοπός μας. Διαθέτουμε -ανιδιοτελώς, βεβαίως- τα έργα της σε κοινωφελή ιδρύματα και τα ανεβάζουν για τους δικούς τους φιλανθρωπικούς λόγους».
Τι ακριβώς εννοεί λέγοντας «έργο»; Το κείμενο; «Οχι. Εννοώ πως το έργο παρατίθεται και παρουσιάζεται ολοκληρωμένο. Με τη σκηνοθεσία, τα σκηνικά, τους ηθοποιούς, τον ήχο, τον φωτισμό. Ολη η δουλειά». Είδα πως ένα έργο της παίχτηκε πριν από λίγες ημέρες στο Θέατρο Περοκέ: «Ναι, το δικό μας πνευματικό κέντρο το ανέβασε για τον Ονήσιμο, τον σύλλογο συμπαράστασης κρατουμένων, στις 29 Φεβρουαρίου. Αυτό είναι ένα μέρος του δικού μας φιλανθρωπικού έργου. Το όραμα της Ξανθούλας. Εργα της παίζονται επίσης στον οργανισμό Η Ελπίς, στο Ιδρυμα Γονέων και Κηδεμόνων της Αρχιεπισκοπής, στο Ιδρυμα της Εθελοντικής Διακονίας Ασθενών και σε άλλα. Γενικά, όπου μας ζητηθούν για ιερό σκοπό».
Αφησα την κυρία Σμέρου να αναπολεί και ένιωσα θαυμασμό για την Ξανθούλα Παπουτσή, που ξόδευε τη φαιά ουσία του εγκεφάλου της, κατέθετε ό,τι είχε στην ψυχή της, προσάρμοζε την πνευματική γνώση της σε σκηνές και αφιέρωνε ώρες ατελείωτες από τον χρόνο της, αφιλοκερδώς και ανιδιοτελώς, ώστε να μπορέσει να υποδείξει με αυτό τον τρόπο τον δρόμο προς τη λύτρωση.
Η Ξανθούλα Παπουτσή εκμεταλλεύτηκε τις δυνάμεις της για να διοχετεύσει το ταλέντο της εντελώς δωρεάν στις καρδιές των ανθρώπων. Κάθε προσωπική φιλοδοξία της είχε υποχωρήσει μπροστά στα συλλογικά οράματά της, μπροστά στα μηνύματα της πίστης μας.
Οσο ασχολήθηκα με την Ξανθούλα Παπουτσή, συνειδητοποίησα πως το έργο της είναι τεράστιο και συγκεντρώνει τον θαυμασμό. Η εξειδικευμένη μόρφωσή της, η καλλιέργειά της αλλά και η βαθιά πίστη της της επέτρεπαν να καταθέτει στα έργα της τα σημεία της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκείας.
Είχε κάτι να πει και το εξέφραζε γλαφυρά και εποικοδομητικά. Πέρασε πολλά μηνύματα για την αγάπη, τη συγγνώμη, την κατανόηση, την ελπίδα. Μα, το κυριότερο, δίδαξε με τον δικό της ανεπανάληπτο τρόπο πως «τα αδύνατα παρ’ ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν»…
«Από μικρή με έβαζε να πρωταγωνιστώ σε χριστιανικά έργα» λέει η κόρη της
Ηθελα να βρω την Τζέση, τη γνωστή σε όλους μας Τζέση Παπουτσή, την πιο χαρούμενη προσωπικότητα του σύγχρονου θεάτρου. Είχα την επιθυμία να μάθω από πρώτο χέρι στοιχεία για την έντονη προσωπικότητα της μητέρας της, που, απ’ όσο είχα καταλάβει, την είχε κληρονομήσει.
Πες μου, Τζέση, πώς ήταν σαν μητέρα η Ξανθούλα;
Ηταν εξαιρετική μητέρα. Τρυφερή, ήρεμη και φίλη μαζί μας. Δεν μας πίεσε ποτέ για τίποτα. Μας έλεγε, για παράδειγμα: «Εγώ πάω στην εκκλησία. Οποιος θέλει μπορεί να έρθει μαζί μου». Μας συμβούλευε συνεχώς.
Αγαπούσε το θέατρο γενικά;
Αγαπούσε να γράφει και να ζωντανεύει τις εικόνες που είχε στο μυαλό της. Λάτρευε να γράφει και να διαβάζει.
Είχε ενδοιασμούς όταν πήρες την απόφαση να γίνεις ηθοποιός;
Ποτέ δεν κατάλαβα αν είχε ενδοιασμούς. Πάντοτε μου ανέφερε τα υπέρ και τα κατά, αλλά τις αποφάσεις με άφηνε να τις παίρνω εγώ. Μόνη μου. Ωστόσο από μικρή με έβαζε να πρωταγωνιστώ στα χριστιανικά έργα που έγραφε. Μπορεί να είχε διακρίνει κάποια κλίση.
Θυμάσαι πόσο μεγάλο ήταν το έργο της; Εχεις τα χειρόγραφα;
Είναι πολλά. Η ανιψιά μου όμως, η εγγονή της μητέρας μου, έχει τα πάντα. Τα έχει συγκεντρώσει. Τα θεατρικά έχουν παιχτεί όλα. Θυμάμαι τα πιο χαρακτηριστικά: «Ο γυρισμός», «Πανσιόν για μοναχικούς», «Ο φάρος της αγάπης», «Η συγγνώμη» κι άλλα πολλά… Κάθε τόσο μου έλεγε πως τελείωνε και κάτι καινούργιο. Ηταν δημιουργική. Εκανε και πολλές ομιλίες, με μεγάλο κοινό, με κόσμο που θα τον ζήλευαν τα θέατρα σήμερα. Ολοι αγαπούσαν τη μαμά μου.
Πότε «έφυγε», Τζέση; Πόσων ετών ήταν και από τι;
Τον Φεβρουάριο συμπληρώθηκαν δύο χρόνια. Ηταν όμως αυτό που λέμε «πλήρης ημερών», 91 ετών. Από γεράματα έφυγε. Φυσιολογικά. Εως λίγο πριν από το τέλος της έγραφε και διάβαζε. Το τελευταίο βιβλίο που διάβασε ήταν «Το νησί», όπου και δάκρυζε, γιατί είχε προσφέρει πολλά στους χανσενικούς. Και ομιλίες και θεατρικά. Τι να σας πω… Εκανε έργο.
Εσύ γράφεις; Εκτός από την έντονη προσωπικότητα, έχεις κληρονομήσει και κάποιο άλλο στοιχείο από τη μητέρα σου;
Μολονότι έχω κάποιες σκέψεις, δεν επιχείρησα να τις καταγράψω ποτέ. Ισως επειδή λατρεύω αυτό που κάνω και του έχω δοθεί ολοκληρωτικά. Δεν ήθελα ποτέ να το διασπάσω. Μπορώ όμως να μιλάω με τις ώρες μπροστά σε κοινό. Να αναπτύσσω θέματα, να επιχειρηματολογώ. Αυτό, ναι, το έχω κληρονομήσει.
Από την συγγραφέα Τάνια Χαροκόπου – Εφημερίδα Ορθόδοξη Αλήθεια