Dogma

Η Μικρασιατική Καταστροφή και το Ντενιζλί της Φρυγίας – Α΄

Στην "Κιβωτό της Ορθοδοξίας" (19-9-2024)

Του Δρος Ιστορίας

Χαραλάμπους Αθ. Μηνάογλου

Πριν από εκατό χρόνια, το 1922, έλαβε χώρα η μεγαλύτερη καταστροφή που γνώρισε ο Ελληνισμός. Το Γένος δεν έχασε τότε απλώς ένα τμήμα του, αλλά στην κυριολεξία, απώλεσε τον μισό εαυτό του. Σε όλες τις εποχές της ιστορίας μας, η Μ. Ασία αποτελούσε το ένα από τα δύο βάθρα του Ελληνισμού. Μετά το 1922, έχει μείνει το ένα μόνο βάθρο, η κυρίως Ελλάδα, και γι’ αυτό χωλαίνουμε. Σε ένα σύντομο κείμενο όπως αυτό, δεν μπορούν να γίνουν αναφορές στα αίτια της Καταστροφής και στις συνέπειές της. Εκείνο που πρέπει να επισημανθεί είναι, ότι οι Δυτικοί «Σύμμαχοι» (Αμερικανοί, Γάλλοι, Ιταλοί) στήριξαν τον Κεμάλ, τον σφαγέα του Μικρασιατικού Ελληνισμού για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή η Ελλάδα με την προσάρτηση της Μ. Ασίας με τα γεωστρατηγικά δεδομένα της εποχής θα ανερχόταν στο επίπεδο μεγάλης δύναμης, πράγμα που δεν συνέφερε καμία από τις Μ. Δυνάμεις. Δεύτερον, επειδή από εκείνη την εποχή ήθελαν η Τουρκία να αποτελεί, όπως συμβαίνει και σήμερα, τον ενδιάμεσο ανάμεσα στον Δυτικό Κόσμο και το Ισλάμ.

Πέραν όμως από αυτά, σε βάρος των Μικρασιατών προσφύγων δεν  έγιναν μόνον οι τουρκικές φρικαλεότητες, αλλά και δύο βασικότατες παραβιάσεις των ανθρωπίνων τους δικαιωμάτων από την Διεθνή Κοινότητα. Οι Έλληνες της Μ. Ασίας υποχρεώθηκαν σε ανταλλαγή, άρα αναγκάστηκαν να φύγουν από την Μ. Ασία, σύμφωνα με όσα συμφωνήθηκαν στην Λωζάννη. Η παραμονή σε έναν οποιονδήποτε τόπο είναι, αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ανθρώπου, σύμφωνα με τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως αυτά τα έχει καθορίσει ο δυτικός κόσμος. Αλλά ακόμη χειρότερα παραβιάστηκαν τα δικαιώματά τους, όταν υπό την πίεση και των Μ. Δυνάμεων, το 1930, η ελληνική κυβέρνηση του Βενιζέλου ουσιαστικά χάρισε στο στρατοκρατικό κεμαλικό δημόσια τις περιουσίες τουλάχιστον 1.500.000  Μικρασιατών Ελλήνων, παρότι σύμφωνα με το πρωτόκολλο ανταλλαγής του 1923 προβλεπόταν πλήρης αποζημίωση όλων των ανταλλασσομένων Ελλήνων και Μουσουλμάνων. Είχαν, μάλιστα, συσταθεί και σχετικές επιτροπές από το Υπουργείο Γεωργίας, οι οποίες κατέγραφαν τις περιουσίες των Μικρασιατών και οι οποίες λειτούργησαν μέχρι το 1930. Η Τουρκία, όπως είναι φυσικό, κωλυσιεργούσε και με την υποστήριξη των Δυτικών Δυνάμεων εμπόδιζε την πρόοδο οποιασδήποτε αντικειμενικής εκτίμησης και υπολογισμού έστω και κατά προσέγγιση του συνόλου των περιουσιών των Ελλήνων που «ανταλλάγησαν», καθώς γνώριζε καλά ότι, εάν υποχρεωνόταν να πληρώσει τις περιουσίες των Μικρασιατών, αυτό θα σήμαινε την πλήρη οικονομική καταστροφή της.

Η επαίσχυντη, λοιπόν, συμφωνία του 1930 αποτελεί μοναδικό παράδειγμα παγκοσμίως απροκάλυπτης ληστείας, που έλαβε χώρα με την συγκατάθεση της Κοινωνίας των Εθνών, αλλά και των Μ. Δυνάμεων με πρωτοστατούσα την Μ. Βρετανία. Οι Δυτικές Δυνάμεις στήριξαν τον Κεμάλ να μην αποζημιώσει τους Μικρασιάτες, επειδή με αυτόν τον τρόπο τον ενίσχυαν οικονομικά χωρίς να δεσμεύσουν δικά τους κεφάλαια. Προτίμησαν να τον χρηματοδοτήσουν με τις δικές μας περιουσίες, καθώς επιθυμούσαν πάση θυσία την επικράτησή του στο εσωτερικό και την επιβολή του ως ισόβιου ηγέτη στην Τουρκία, επειδή τότε ήταν ο μοναδικός ουσιαστικά μη μουσουλμάνος και σε κάθε περίπτωση δυτικόφιλος ηγέτης μουσουλμανικού κράτους. Έτσι, σήμερα, η Τουρκική Δημοκρατία γνωρίζει πρωτοφανή οικονομική ανάπτυξη και βρίσκεται πλέον με δική της αμυντική βιομηχανία με τα δικά μας χρήματα. Εάν η Τουρκία είχε πληρώσει τις περιουσίες των Μικρασιατών, αυτή την στιγμή θα βρισκόταν στην οικονομική κατάσταση του Αφγανιστάν, ίσως και σε χειρότερη.

Ένας από τους τόπους που υπέστησαν την Καταστροφή και την γενοκτονία από τους Τούρκους, το αδίστακτο αυτό έγκλημα κατά του Ελληνισμού και σύνολης της ανθρωπότητας, υπήρξε και το Ντενιζλί της Φρυγίας, μερικές δεκάδες χιλιόμετρα δυτικά της Φιλαδέλφειας. Πρόκειται για κωμόπολη που πρωτοδημιουργήθηκε την εποχή των συγκρούσεων για τον έλεγχο της Δυτικής Μ. Ασίας ανάμεσα στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία και τους Σελτζούκους, κάπου γύρω στην Γ΄ Σταυροφορία. Χτίστηκε έξι μόλις χιλιόμετρα μακρυά από την αρχαία Λαοδίκια στον Λύκο ποταμό. Επειδή κατά μίαν έννοια αποτέλεσε συνέχεια αυτής της πόλης, η οποία σταδιακά ερημώθηκε τελείως, οι Τούρκοι την έλεγαν και Ladiq, δηλαδή Λαοδίκεια.

Η κωμόπολη διαρκώς αυξανόταν και μεγάλωνε κατά τους αιώνες της Οθωμανοκρατίας! (1). Η ονομασία Ντενιζλί προήλθε από τα πολλά νερά που είχε η περιοχή (στα τουρκικά Ντενιζλί σημαίνει «ο τόπος της θάλασσας, του νερού»). Βρισκόταν ουσιαστικά στην διασταύρωση του Λύκου με τον Μαίανδρο ποταμό, λίγο βορειότερα υπήρχαν ιαματικές πηγές, ενώ λίγο έξω από την κωμόπολη υπήρχαν και μικρές λίμνες. Η παρουσία των Ελλήνων φαίνεται ότι γνώρισε μία σταθερή αύξηση στην κωμόπολη. Αναφέρονται 70 οικογένειες στις αρχές του 19ου αιώνα, ενώ αργότερα 120 (2) . Ο πάστορας Αρουντέλ που πέρασε από το Ντενιζλί στις 20-21 Απριλίου του 1828, μνημονεύει έναν νεομάρτυρα που μαρτύρησε, όπως σημειώνει πέντε ημέρες πριν από την δική του διέλευση, δηλαδή γύρω στις 15 Απριλίου. Δυστυχώς, δεν μας έχει διασώσει το όνομα του μάρτυρος, αλλά μας διηγείται το ιστορικό του μαρτυρίου: ο ασεβής κατά τον προτεστάντη πάστορα μάρτυρας συνελήφθη να έχει σαρκικές σχέσεις με μίαν μουσουλμάνα. Του προτάθηκε από τον καδή να αλλαξοπιστήσει, ώστε να γλυτώσει, αλλά ο μάρτυρας αρνήθηκε να απαρνηθεί τον Χριστό, οπότε ο καδής, ίσως ελπίζοντας να τον μεταπείσει, ίσως θέλοντας να τον βασανίσει απλώς, όρισε να του δώσουν 2000 μαστιγώματα, μετά από τα οποία και αφού έμεινε για τρεις ημέρες δεμένος όρθιος στον τόπο του βασανιστηρίου, ο μάρτυρας εκοιμήθη (3) .

Κατά την Καταστροφή οι Έλληνες ήταν γύρω στις 500 οικογένειες. Οι περισσότεροι ζούσαν στον πάνω μαχαλά, τον παλιότερο της πόλης. Όπως πίστευαν οι κάτοικοι, η μαγιά των ντόπιων κατοίκων του Ντενιζλί προερχόταν από την αρχαία Λαοδίκεια. Τα ερείπια της Λαοδίκειας βρίσκονται 6-7 χλ. βόρεια του Ντενιζλί. Ο Π. Κοντογιάννης δίνει 28.000 κατοίκους, από τους οποίους 4500 Έλληνες, 20000 Τούρκοι, 2000 Αρμένιοι και 500 Εβραίοι (4) . Ογδόντα ελληνικές οικογένειες που είχαν μεταναστεύσει προφανώς κατά τον 19ο αιώνα απά τα δυτικά παράλια και την Ελλάδα έμεναν στον κάτω μαχαλά.

Στις αρχές πλέον του 20ου αιώνα το Ντενιζλί ήταν μουτεσαριφλίκι που υπαγόταν στο βαλελίκι της Σμύρνης (5) . Παλιότερα ανήκε στο βαλελίκι Αιδινίου. Στο Ντενιζλί υπήρχε δημαρχία με Έλληνες συμβούλους (6)  και η κωμόπολη συνδεόταν με το Αιδίνι και την Σμύρνη μέσω σιδηροδρομικής γραμμής (τοπική διακλάδωση σιδηροδρομικής γραμμής Σμύρνης-Αιδινίου-Σπάρτης) (7) . Από το Ντενιζλί μέχρι τον σιδηροδρομικό σταθμό υπήρχε ωραίος δρόμος, φαρδύς και ηλεκτροφωτισμένος. Για τα γύρω χωριά υπήρχαν αμαξιτοί δρόμοι (π.χ. Χώνες). Στη Σμύρνη έφτανε κανείς μόνον με τον σιδηρόδρομο.

Η κωμόπολη υπαγόταν εκκλησιαστικά στην μητρόπολη Φιλαδελφείας, με μητροπολίτη κατά την Καταστροφή τον Χρυσόστομο, μετέπειτα αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο Β΄ (8).

(Συνεχίζεται…)

 

Παραπομπές:

  1. Βλ. D. Korobeinikov, «The Formation of the Turkish Principalities in the Boundary Zone: From the Emirate of Denizli to the Beylik of Mentese (1256-1302)», in: A. Cevik and M. Kecis (eds.), Menteseoculari Tarihi, Ankara 2016, 65-76.
  2. Βλ. W. M. Ramsay, The Cities and Bishoprics of Phrygia, v. 1, Oxford 1895, 27.
  3. Βλ. F. V. J. Arundell, A Visit to the Seven Churches of Asia, London 1828, 161-162.
  4. Βλ. Π. Κοντογιάννης, Γεωγραφία της Μικράς Ασίας, Αθήνα 1921, 344.
  5. Βλ. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών/Αρχείο Προφορικής Παράδοσης: Φρυγία, οικισμός Ντενιζλί, Φ 6, χωρίς σελιδ.
  6. Βλ. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών/Αρχείο Προφορικής Παράδοσης: Φρυγία, οικισμός Ντενιζλί, Φ 6, 1-2.
  7. Βλ. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών/Αρχείο Προφορικής Παράδοσης: Φρυγία, οικισμός Ντενιζλί, Φ 6, χωρίς σελιδ.
  8. Κατά κόσμον Θεμιστοκλής Χατζησταύρου (1880-1968). Διετέλεσε μητροπολίτης Τράλλεων (1910-1913), Φιλαδελφείας (1913-1922), Εφέσου (1922-1924), Βεροίας (1924), Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου (1924-1962). Με ενέργειές του προστάτευσε Έλληνες της Μ. Ασίας από τις βιαιότητες και μετά την Μικρασιατική Καταστροφή μερίμνησε για την αποκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα. Έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση βοηθώντας τις αντιστασιακές οργανώσεις. Εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος το 1962. Το 1967 εκδιώχθηκε πραξικοπηματικά από την Χούντα των Συνταγματαρχών και τα Ανάκτορα. Βλ. Γ. Πρίντζιπας, Χρυσόστομος Β΄ ο Χατζησταύρος, ο από Φιλίππων Νεαπόλεως Θάσου Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, Καβάλα 1982.