Παράλληλα με την ταπείνωση ο προσευχόμενος είναι ανάγκη να διακατέχεται από ισχυρή και ακλόνητη πίστη, αγάπη και ελπίδα. «Ὅταν ἡ Ἁγία Γραφή λέγει «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν», ἐννοεῖ ὅτι τό Εἶναι τοῦ Θεοῦ εἶναι γεγονός κοινωνίας, ὅτι ὁ Θεός εἶναι τριαδικός, ὅτι ὑφίσταται ὡς κοινωνία προσώπων. Ἀγάπη εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ὑπάρχει ὁ Θεός ὀντολογικά. Ἡ ἀγάπη συνιστᾶ τό Εἶναι τοῦ Θεοῦ»[1], με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να υπάρχει οντολογικά ως υπόσταση, όχι αυτοθέλητα και αυτοπροσδιοριζόμενος, αλλά επειδή μετέχει στην κοινωνία της αγάπης του Θεού και στη Ζωοποιό Χάρη Του.
Ο Γέρων Σωφρόνιος γράφει: «Ἡ θεία ἀγάπη συνιστᾶ τόν πυρήνα τοῦ προαιώνιου Εἶναι· ἐν αὐτή τή Ἀγάπη εὑρίσκουν τήν ὑψηλοτέραν αὐτῶν ἔκφρασιν πάντα τά λοιπά κατηγορήματα τῆς θεότητος: Σοφία, Βασιλεία, Δύναμις, Φῶς. Ἐν αὐτή συνίσταται τό κάλλος τῆς ἀνάρχου καί ἀσαλεύτου Βασιλείας. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἀποκάλυψις καί τοῦ Μυστηρίου τῆς Πατρικῆς ἀγάπης. Ὅταν ἡ Ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εὔρη καρδίαν ἕτοιμην νά ἀποδεχθῆ τήν φλόγα αὐτῆς, σκηνοί ἐν αὐτή. Ἡ ἐξαίρετος ὅμως αὐτή εὐλογία δέν δίδει ἀνάπαυσιν εἰς τόν διάκονον αὐτῆς ἐν τῷ κόσμω τούτω, ἕως ὅτου ἐπιτελέση οὗτος τό ἔργον αὐτοῦ. Νά ὁμιλῆ τίς περί τῆς προσευχῆς, ἤτις γεννᾶται ὑπ’ αὐτῆς τῆς ἀγάπης, προξενεῖ τρόμον εἰς τήν καρδίαν. Ἐπώδυνος εἶναι ἡ ὁδός ἡ ἄγουσα εἰς τήν ἀπόκτησιν τῆς ἁγίας Ἀγάπης»[2].
Αυτή η «καθαρμένη»[3] αγάπη εξαιτίας της ασκητικής και πνευματικής κάθαρσης κατά των παθών, κυρίως όμως ως αποτέλεσμα της μεταπτωτικής πολιτείας του ανθρώπου, «περνώντας ἀπό μία παντελῆ καταφρόνεση τοῦ πνεύματος κάθε ἐγωκεντρικῆς κατοχῆς, γίνεται “Ἔρως” μέ τό πιό δυνατό νόημα, “ἐπιτεταμένη ἀγάπη”· ἡ τέτοια δίψα γιά τόν Θεό, ὁ τόσος πόθος γι’ αὐτόν, μπορεῖ μάλιστα νά χρησιμεύσει ὡς διατύπωση γιά νά ὁρισθῆ ἡ ἁγιότητα: “Καί τοῦτο ἐστίν ὄντως τό ἰδεῖν τόν Θεόν, τό μηδέποτε τῆς ἐπιθυμίας κόρον εὐρείν”.
Παραπομπές:
[1] Δεληκωνσταντή Κώστα, Το ήθος της Ελευθερίας, σελ. 73. Αξίζει κανείς να μελετήσει την εξαιρετική ερμηνεία και ανάλυση της οντολογίας της προσωπικότητας σε σχέση με την κοινωνία των προσώπων, του Αθ. Μελισσάρη και κυρίως τις σελίδες 53-83 (Melissaris G.A., Personhood Re-examined: Current Perspectives from Orthodox Anthropology and Archetypal Psychology, A Comparison of John Zizioulas and James Hillman, Epektasis, Greece 2002)
[2] Σαχάρωφ Σωφρονίου, Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι, σελ. 230. Ας διευκρινίσουμε στο σημείο αυτό ότι η Θεία Αγάπη αποτελεί ύψιστη πνευματική βαθμίδα και κατάσταση στην πνευματική ζωή του πιστού. Προτάσσεται όμως η σπουδαιότητα της αγάπης του Θείου, η αγαπητική προδιάθεση της καρδιάς ως απαραίτητη προϋπόθεση για την απλανή πορεία και ανέλιξη στην πνευματική κλίμακα.
[3] Ευδοκίμοφ Παύλου, Η Ορθοδοξία, σελ. 142.