Dogma

Η τέχνη της πνευματικής προετοιμασίας

Την ώρα που κανείς πάει να προσευχηθεί, εάν αρχίσει αμέσως την προσευχή, κάτι θα χωλαίνει, κάτι δεν θα πηγαίνει καλά.

Ενώ, εάν σταθεί λίγο και κάνει μια σύντομη προετοιμασία, δηλαδή λίγο να συγκεντρωθεί, λίγο να ταπεινωθεί ενώπιον του Θεού, λίγο να δει την αμαρτία του, λίγο να μείνει μόνος με τον εαυτό του και να μην αρχίσει απλώς να λέει λόγια, θα κάνει καλύτερα την προσευχή του. Όπως και καθετί, εφόσον αρχίσει καλά, εφόσον αρχίσει σωστά, μέχρι ενός σημείου θα προχωρήσει. Εάν αρχίσει να προσεύχεται πρόχειρα, επιπόλαια, εάν αρχίσει εκτός πραγματικότητος, τι προσευχή θα κάνει; Πολλές φορές κανείς κάνει προσευχή και μετεωρίζεται, είναι ανεδαφικός· είναι ανεδαφική η προσευχή του.

Και οι σημερινοί πατέρες που ασχολούνται με την ευχή και συνιστούν να λένε οι χριστιανοί την ευχή, την νοερά προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», προτρέπουν, συμβουλεύουν, πριν αρχίσει κανείς να λέει την ευχή, να ετοιμαστεί πρώτα. Να σκεφθεί λίγο τον εαυτό του, να σκεφθεί λίγο τον Θεό, να σκεφθεί λίγο αυτά που είπε ο Θεός, αυτά που φανέρωσε, που αποκάλυψε ο Θεός. Να σκεφθεί λίγο ότι υπάρχει άλλη ζωή, ότι θα δώσει λόγο, ότι θα σταθεί ενώπιον του κριτηρίου του Θεού και θα γίνει ό,τι αποφασίσει ο Θεός. Όταν αυτά τα σκεφθεί ο άνθρωπος, θα έλεγε κανείς ότι βοηθιέται να απομονωθεί από τα άλλα και να μείνει μόνος με τον εαυτό του ενώπιον του Θεού και να κάνει σωστότερη προσευχή. Να την αρχίσει, να την συνεχίσει, να την προχωρήσει, να την τελειώσει κατά σωστότερο τρόπο.

Εάν λοιπόν για να κάνει κανείς τρία λεπτά σωστή προσευχή, χρειάζεται να ετοιμασθεί λιγάκι, πόσο μάλλον χρειάζεται να ετοιμασθεί κανείς, για να έλθει π.χ. στην εκκλησία; Ξεκινάει κανείς, αλλά… στον δρόμο κουβεντιάζει. Φθάνει μέχρι και την πόρτα της εκκλησίας, και συνεχίζεται η κουβέντα. Έτσι μπαίνει μέσα στην εκκλησία ανέτοιμος, χωρίς να έχει γίνει καμιά προετοιμασία. Τι προετοιμασία; Να σκέπτεται ότι πηγαίνει στην εκκλησία, ότι χρειάζεται να αφήσουμε «πάσαν την βιοτικήν μέριμναν», ότι θα είναι κανείς εκεί μαζί με όλους τους πιστούς ενώπιον του Θεού, με μόνο τον Θεό.

Έστω· ως την πόρτα δεν έγινε καμιά προετοιμασία. Μπορεί κανείς μπαίνοντας μέσα να διαθέσει ένα λεπτό, για να σκεφθεί: Πού είναι; Ενώπιον τίνος είναι; Τι ήρθε να κάνει εδώ; Πού κάθισε; Πώς κάθισε; Πόσο θα μείνει εδώ; Και φυσικά δεν ήρθε απλώς, για να έρθει και να φύγει· δεν ήρθε, για να φύγει, όπως ήρθε. Πρέπει να γίνει μια αλλαγή μέσα του.

Όταν τα σκεφθεί κανείς αυτά, έστω λίγο, σύντομα σύντομα, οπωσδήποτε θα βοηθήσουν. Θα βοηθήσει αυτή η μικρή προετοιμασία καλύτερα κανείς να εκκλησιασθεί, να συλλειτουργηθεί με τους άλλους, περισσότερο να ωφεληθεί από τον εκκλησιασμό. Όχι απλώς να καθίσει σε μια γωνιά, αλλά να αισθάνεται ότι είναι και αυτός ενεργό μέλος αυτής της Λειτουργίας που γίνεται.

Γενικότερα, μπορεί να είναι η μεγαλύτερη γιορτή της χριστιανοσύνης, ας πούμε, Χριστούγεννα, Πάσχα, Θεοφάνεια, και να πηγαίνει κανείς στον ναό με μια διάθεση να καθίσει όλη την ώρα, ν’ ακούσει τα πάντα και να προσευχηθεί, όσο μπορεί. Όμως δεν θα κάνει σπουδαία πράγματα, εάν δεν έχει κάνει ετοιμασία μέσα του, δηλαδή αν δεν είναι μετανοημένος. Πού πας, άμα δεν έχεις μετανοήσει για τις αμαρτίες σου; Αν δεν έχεις μετανοήσει για τη ζωή σου; Αν δεν είσαι τακτοποιημένος ενώπιον του Θεού; Αν δεν ζήτησες τη Χάρι του Θεού να σε καθαρίσει; Αν δεν εξομολογήθηκες τις αμαρτίες σου; Πού πας;

Σ’ ένα ποτήρι για να βάλεις νερό, θα δεις πρώτα, είναι καθαρό ή δεν είναι; Και μια αμφιβολία να έχεις ότι δεν είναι καθαρό, μολονότι φαίνεται ότι είναι καθαρό, δεν θα βάλεις νερό να πιείς. Θα πας πρώτα να το ξεπλύνεις λίγο και μετά θα βάλεις νερό, ό,τι τέλος πάντων θα βάλεις, και θα πιείς.

Πώς δεν θα ετοιμασθείς προκειμένου να πας στον ναό, να σταθείς ενώπιον του Θεού, για να ζητήσεις την Χάρι του, το έλεός του, αυτή την ουράνια τροφή, αυτό που είναι το παν, που ούτε το δημιουργεί ο άνθρωπος ούτε το βρίσκει πουθενά στην κτίση, αλλά το δίνει ο Θεός; Πώς λοιπόν θα ζητήσεις το έλεος του Θεού, χωρίς λίγο να ρίξεις μια ματιά ποιος είσαι, χωρίς να ρίξεις μια ματιά πώς σκέπτεσαι, τι φρονείς; Πιστεύεις, δεν πιστεύεις; Είσαι μετανοημένος, δεν είσαι μετανοημένος; Μήπως έχεις κρυφές γωνιές της ψυχής σου που είναι μολυσμένες και δεν τις καθάρισες ακόμη; Μήπως δεν εξομολογήθηκες τα αμαρτήματά σου; Πώς μπορείς μετά να εκκλησιασθείς και να ωφεληθείς από τον εκκλησιασμό; Πώς μπορείς να πας, ας πούμε, στη γιορτή και να ωφεληθείς από τη γιορτή, από όλα όσα θα γίνουν στον ναό; Δεν θα ωφεληθείς. Γιατί; Διότι δεν θα έχεις κάνει αυτή την προετοιμασία, η οποία προετοιμασία μερικές φορές, θα έλεγε κανείς, είναι βέβαια απλώς κάτι πρακτικό.

Όπως έχουμε πει κι άλλη φορά, το να ζεις πνευματικά είναι μια τέχνη κι αυτό. Δεν είναι «α, θέλω να ζήσω πνευματικά» και τέλειωσε. Πρέπει να μάθει, να θελήσει να μάθει κανείς ορισμένα πράγματα. Από καθαρώς, ας πούμε, πρακτικής πλευράς μερικές φορές δεν χρειάζεται τίποτε. Απλώς λίγο να το σκεφθεί κανείς.

Εδώ όμως που τα λέμε, το να κάνει κανείς προετοιμασία, στοιχίζει. Ακόμη κι εκείνο το λίγο που θα κάνει κανείς με το να διαθέσει λίγα λεπτά στοιχίζει. Γιατί εκείνα τα λίγα λεπτά πρέπει με πολλή ειλικρίνεια να σταθείς μπροστά στον Θεό, με πολλή ειλικρίνεια να σταθείς μπροστά στον εαυτό σου, με πολλή ειλικρίνεια να συζητήσεις με τον εαυτό σου. Μπορεί να είναι δευτερόλεπτα ή λίγα λεπτά, αλλά χρειάζεται να έχεις πολλή ειλικρίνεια στην ψυχή σου και το φοβάσαι αυτό. Οπότε προσεύχεσαι, αλλά απλώς κάνεις μια δουλειά, όσο προσεύχεσαι. Κάνεις απλώς μια εργασία, εφόσον δεν έχεις σταθεί μπροστά στον εαυτό σου και μπροστά στον Θεό τίμια και ειλικρινά, για να μείνεις λίγο με τον εαυτό σου, να δεις λίγο τον εαυτό σου, να δεις τον Θεό, να σε δει ο Θεός, να μείνεις λίγο με τον Θεό.

 

Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Συνάξεις Δωδεκαημέρου”, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 1999, σελ. 155.