Η τέλεια μορφή ελεημοσύνης:
Κάποιος ξένος, που είχε αντιληφθεί την πολλή καλοσύνη του αγίου Ιωάννου, σκέφτηκε να δοκιμάσει εκείνον που ήταν ανώτερος από κάθε δοκιμασία.
Ντύθηκε λοιπόν με κουρέλια και πλησίασε τον άγιο την ώρα που πήγαινε στο νοσοκομείο, γιατί συνήθιζε να επισκέπτεται τους αρρώστους δύο και τρείς φορές την εβδομάδα.
-Ελέησέ με, δέσποτα, τον αιχμάλωτο! του είπε θρηνητικά.
Ο άγιος πρόσταξε τον ταμία του να του δώσει έξι νομίσματα.
Μόλις τα πήρε ο ξένος, έτρεξε, άλλαξε ρούχα και παρουσιάστηκε σε άλλο σημείο του δρόμου, ξαναζητώντας ελεημοσύνη. Ο άγιος είπε πάλι να του δώσουν. Ο ταμίας όμως, που τον αναγνώρισε, έσκυψε στο αυτί του μεγάλου Ιωάννου και του έκανε γνωστό, πως ο ζητιάνος εκείνος ήταν ο ίδιος, που λίγο πριν είχε πάρει τα έξι νομίσματα. Μα ο άγιος δεν επηρεάστηκε απ’ αυτό, και είπε να τον ελεήσει για δεύτερη φορά.
Όταν ο ξένος παρουσιάστηκε υποκριτικά και για τρίτη φορά για να πάρει ελεημοσύνη, ο ταμίας σκούντησε τον πατριάρχη, για να του δείξει πως είναι ο ίδιος. Τότε εκείνος είπε κι έκανε κάτι, που έμεινε ιστορικό.
– Δώσ’ του δώδεκα νομίσματα, πρόσταξε, μην τυχόν είναι ο ίδιος ο Κύριος μου και με δοκιμάζει.
Βίος Αγίου Ιωάννη, του Ελεήμονος, Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας
Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων γεννήθηκε στην Αμαθούντα της Κύπρου (η Αμαθούς, ήταν η σημερινή Παλαιά Λεμεσός). Ήταν γιος του άρχοντα Επιφανίου και της Ευκοσμίας και έζησε στα χρόνια του Βασιλιά Ηρακλείου (615 μ.Χ.).
Όταν μεγάλωσε, νυμφεύθηκε και απέκτησε παιδιά, τα οποία ανέτρεψαν με τη σύζυγό του σαν αληθινοί χριστιανοί γονείς. Γρήγορα, όμως, η γυναίκα του και τα παιδιά του πέθαναν. Ο Ιωάννης είχε μεγάλη περιουσία και του έγιναν πολλές προτάσεις να κάνει καινούργια οικογένεια. Όμως τις απέρριψε όλες, απαντώντας: «Νομίζω, προς όλους είμαι οφειλέτης. Και δεν το νομίζω μόνο. Είμαι. Διότι οι χριστιανοί έχουμε αλληλεγγύη. Δεν το λέει ο Παύλος; Εἴμεθα μέλη ἀλλήλων. Αφού, λοιπόν έχω τη δυνατότητα να δώσω στους αδελφούς μου, άρα είμαι και υποχρεωμένος να δώσω. Να γιατί εργάζομαι και δε θα πάψω να το κάνω. Η περιουσία μου δεν μπορεί να είναι ανώτερη απ’ αυτά τα χρέη μου».
Για τη λαμπρότητα της ζωής του, ο Ιωάννης έγινε αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας. Διέπρεψε σαν πνευματική λυχνία στην πατριαρχεία πολλά χρόνια και έκανε πολλά θαύματα. Επειδή δε μοίραζε πλουσιοπάροχα στους φτωχούς την ελεημοσύνη ονομάστηκε Ελεήμων. Είχε καταστεί τόσο σεβάσμιος, ώστε και αυτοί οι ειδωλολάτρες τον σέβονταν. Τελικά, ειρηνικά παρέδωσε την μακάρια ψυχή του στο Θεό το 620 μ.Χ. Και είναι μακάρια η ψυχή του, διότι ο Κύριος λέει: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται» ( Ευαγγέλιο Ματθαίου, ε’ 7). Μακάριοι, δηλαδή, είναι οι ευσπλαχνικοί στη δυστυχία του πλησίον, διότι αυτοί θα ελεηθούν από το Θεό.