Ιερείς και Μητροπολίτες μιλούν για την αμφίεση του Κλήρου
Με ράσα ή χωρίς; Πόσο δύσκολο ή πόσο εύκολο είναι για εναν νέο σήμερα να φορέσει το μαύρο ράσο; Μητροπολίτες και Ιερείς μιλάνε στο «ΔΟΓΜΑ» για το θέμα που πάντα δίχαζε.
Παπαβλάχου Μαρία
Έχουμε συνηθίσει στην Ελλάδα να βλέπουμε τους ιερείς μας να κυκλοφορούν ανάμεσά μας φορώντας ράσα. Σε κάποιους η αμφίεση αυτή προκαλεί σεβασμό κάποιους άλλους όμως τους προβληματίζει…
Πόσο εύκολο είναι, για έναν νέο άνθρωπο, που αγαπά την εκκλησία, να ενταχθεί στους κόλπους της, όταν γνωρίζει, ότι θα πρέπει να κυκλοφορεί παντού με το μαύρο αυτό ένδυμα…
Πόσο εύκολο είναι για μια γυναίκα να τον ακολουθήσει στη ζωή και να δεχθεί να γίνει «παπαδιά».
Το θέμα αυτό έχει απασχολήσει κατά καιρούς, όχι μόνο απλούς κληρικούς αλλά και ιεράρχες…
Ο αοίδιμος Περιστερίου Αλέξανδρος στον επίλογο του βιβλίου του «Η εξωτερική Περιβολή του Ορθοδόξου Κληρικού», γράφει: «Ο Έγγαμος εφημεριακός κλήρος να μην εμποδίζεται να κάνει ελεύθερη χρήση ράσου και κοστουμιού εκτός Ιερατικών καθηκόντων.
Μια τέτοια λύση είναι επιβεβλημένη. Έτσι και τα παράπονα της καταπίεσης και οι αιτίες και οι προφάσεις εκείνων που θέλουν να ιερωθούν θα λείψουν, χωρίς την υποχρέωση της ρασοφορίας παντού και πάντοτε, κάτι που δύσκολα συμβιβάζεται με τον οικογενειάρχη-εφημέριο.»
Και ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων, Θεόκλητος όμως, ο οποίος είναι ο μόνος Μητροπολίτης που έχει κάνει δημόσια εμφάνιση με κοστούμι, το 2002 μιλώντας στον Τύπο, ξεκαθάριζε ότι ο παπάς δε χαρακτηρίζεται μόνο από τα ράσο που φοράει : «Αυτή την ώρα η Εκκλησία μας έχει ξεχάσει ένα πράγμα: το αυτεξούσιο του ανθρώπου και προσπαθεί να κερδίσει τον παπά ή τον πιστό με την υποταγή του σε κάποια θελήματα ανθρώπινα.
Θεωρώ ότι όποιος φοράει είτε ράσο είτε κοστούμι μπορεί να είναι παπάς. Είναι όμως περιττό να γίνεται συζήτηση για την εμφάνιση των κληρικών».
Όσο για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι κληρικοί στο να κυκλοφορούν τις απέδιδε στο γενικότερο κλίμα του ευσεβισμού:
«Το ράσο φταίει που τα νεαρά κορίτσια δεν παντρεύονται ιερείς ή μήπως όλοι εμείς που δεν επιτρέπουμε στον παπά να πάρει την παπαδιά του αγκαζέ και να πάει μια βόλτα. Εδώ είναι το πρόβλημα στον ευσεβισμό που προέκυψε από τη μείξη με τον προτεσταντισμό. Αγιοποιήσαμε τον παπά ψευδεπίγραφα και δεν τον αφήσαμε να τον αγιοποιήσει ο Θεός».
Το θέμα αυτό, απασχολεί, τα τελευταία χρόνια, και τον Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμο. Είχε «τολμήσει» να θέσει το θέμα της απλοποίησης της εμφάνισης των κληρικών και των ιεραρχών και στην Ιεραρχία, επί του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων… κυρίως από τον πνευματικό του πατέρα, Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμο.
Ο ίδιος όμως φαίνεται να υποστηρίζει ακόμη και τώρα τις ίδιες απόψεις*. Πιστεύει ότι η περιβολή των κληρικών θα πρέπει να αλλάξει. Τα άμφια να απλοποιηθούν και σταδιακά να καταργηθούν.
«Στην πατρίδα μας ακόμα υπάρχει ένα μούδιασμα πάνω σʼ αυτό, θέλουν ο ιερέας μας να φορά κάτι να ξεχωρίζει» υποστηρίζει ο Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως και υπογραμμίζει:
«Συμφωνώ ότι η αμφίεση του κλήρου σήμερα είναι βαριά κυρίως για τους εγγάμους κληρικούς, έχομε αγόρια για να γίνουν κληρικοί και δεν βρίσκουν εύκολα παπαδιές. Ήδη οι νεότεροι ιερείς μας βγάζουν το καλυμμαύχι, δεν φορούν το εξώρασο με τα μανίκια, το καλοκαίρι είναι πιο άνετοι, πηγαίνουν στη θάλασσα με τις παπαδιές και τα παιδιά τους μαζί με τον κόσμο.
Εάν συνεχίσει η αμφίεσή μας, ο λόγος μας και ο τρόπος να είναι αυτή η συνέχεια της πλούσιας αρχαϊκής μας γλώσσας, της Βυζαντινής παραδόσεως που δεν θα μεταφέρεται στο σήμερα, τότε είναι καταδικασμένα να μείνουν λείψανα για το μουσείο.»
Τα χρυσοποίκιλτα άμφια, οι μίτρες που είναι στολισμένες με πολύτιμους λίθους, οι ράβδοι από πολύτιμα μέταλλα προκαλούν πλέον τους πιστούς. Ειδικά στην εποχή μας… που όλο και περισσότεροι άνθρωποι, αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης.
Τα άμφια όμως έχουν λειτουργικό ρόλο στον εκκλησία και δε χρησιμοποιούνται για λόγους εντυπωσιασμού, μας εξηγεί ο Μητροπολίτης Σισανίου Παύλος :
«Αν κανείς πάει στο Άγιον Όρος, θα δει όλη την ημέρα τους μοναχούς να κυκλοφορούν, πολλές φορές με τρύπια ράσα, με τρύπια παπούτσια, με λερωμένα ίσως ράσα πολλές φορές.
Όταν όμως θα τους δει να μπουν να λειτουργήσουν τότε θα τους δει λαμπροφορεμένους. Και το ερώτημα είναι απλό : τι επιχειρούν να κάνουν; Εντύπωση σε ποιους; Στους άλλους μοναχούς; Στους κάποιους προσκυνητές; Αφού αυτά τα φοράνε πάντοτε, ανάλογα με τις ημέρες. Υπάρχει ένας συμβολισμός.
Το άμφιο δείχνει ότι αυτό που γίνεται τούτη την ώρα, η θεία λειτουργία ή το μυστήριο, ανήκει στη σφαίρα ενός άλλου κόσμου που παρεμβαίνει μέσα στον δικό μας τον κόσμο. Είναι λοιπόν συμβολικό.»
Τα τελευταία χρόνια μάλιστα, όπως επισημαίνει, οι αρχιερείς επιλέγουν όλο και πιο λιτές εμφανίσεις, όχι λόγω κόστους, αλλά για να μην σκανδαλίζουν το ποίμνιό τους. Οι ευσεβείς όμως, μας λέει, δεν σκανδαλίζονται.
Τι λέει όμως γι’αυτό το θέμα ο απλός κλήρος;
Το 1997 ο αοίδιμος Ευάγγελος Σκορδάς έγραφε: «Η κατάργηση της σημερινής αμφιέσεως των κληρικών δεν είναι εύκολο να γίνει απότομα. Χρειάζεται σοβαρή διαφώτιση του ελληνικού λαού. Θα μπορούσε ίσως, με μια σαφή αντίληψη του θέματος από την Ι. Σύνοδο, να μείνει το ράσο ως επίσημο ένδυμα των κληρικών, στις μεγάλες γιορτές και στις επίσημες εμφανίσεις.
Το σημερινό αντερί, τροποποιημένο να μείνει καθημερινό ένδυμα, τουλάχιστον για τους έγγαμους εφημέριους. Οι ιερομόναχοι ας το διατηρήσουν το ράσο.
Άλλωστε αποκλειστικά δικό τους είναι, αφού από αυτούς προήλθε. Έτσι θα σταματήσει, και η επιμονή ορισμένων, να φορούν οι εφημέριοι παντού και πάντοτε και με καύσωνα 40 βαθμών το ράσο, επιμονή που προκαλεί την ιλαρότητα του λαού και αφορμή δυσμενών σχολίων.»
Ο Ιερός Σύνδεσμος Κληρικών Ελλάδος φαίνεται να έχει διαφορετική άποψη. Το θέμα συζητήθηκε μάλιστα σε πρόσφατη γενική συνέλευση. Ο π. Γεώργιος Βαμβακίδης, εκπρόσωπος τύπου του Συνδέσμου μας λέει:
«Η απάντηση και η απόφαση της γενικής συνελεύσεως, θα λέγαμε με απόλυτη πλειοψηφία, συντριπτική, μεγάλη πλειοψηφία, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, είναι πως η εξωτερική αμφίεση των κληρικών θα πρέπει να παραμείνει ως έχει, δίχως τροποποίηση, δίχως απλοποίηση, δίχως κατάργηση, επ’ ουδενί του τιμίου ράσου, το οποίο η εκκλησία μας ενεπιστεύθη.
Εξυπακούεται ότι αυτή η απόφαση της γενικής συνελεύσεως είναι και προσωπική μου γνώμη. Πιστεύουμε απόλυτα πως η μη προσέλευση νέων, ικανών κληρικών, στις τάξεις του ιερού κλήρου, δεν έχει σχέση τόσο πολύ με την εξωτερική αμφίεση, όσο με την νοοτροπία που επικρατεί στις τάξεις της εκκλησίας μας.»
Σύμφωνα με τον π. Γεώργιο οι νέοι έχουν λαθεμένη αντίληψη για τον κλήρο και τον τρόπο ζωής του σήμερα… έχουν μείνει, όπως μας λέει, σε άλλες εποχές…
«Έχουν εσφαλμένη αντίληψη για τον τρόπο ζωής των κληρικών. Νομίζουν ότι ο κληρικός είναι απομονωμένος και αποκομμένος από το σώμα της κοινωνίας, ενώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ότι ο κληρικός είναι απόλυτα ταυτισμένος κι ενωμένος με το σώμα της κοινωνίας.
Απλώς επικράτησε αυτή η άποψη ότι ο κληρικός είναι απόμακρος. Έχουν ακόμη κατά νου ότι οι κληρικοί των παλαιών εποχών, δε βγαίναν, δεν είχαμε έτσι θα λέγαμε κοινωνικές συναναστροφές σε δημόσιους χώρους, σε χώρους που συχνάζουν οι νέοι, που μπορείς να τους αναζητήσεις και να τους βρεις. Τέτοιο πράγμα όμως δεν υφίσταται πλέον, διότι η παρουσία του κληρικού είναι επιβαλλομένη θα λέγαμε σε όλους τους χώρους, εκείνους τους χώρους που δε συνάδουν με την ιδιότητα του κληρικού, όπως είναι τα κακόφημα και νυχτερινά κέντρα, που δεν επιφέρουν κάτι ψυχοφελές αλλά νομίζουμε ότι επιφέρουν καταστροφικές συνέπειες για την ψυχή του ανθρώπου.»
Όσον αφορά στην εύρεση γυναικών που θα είναι πρόθυμες να γίνουν πρεσβυτέρες, πιστεύει, ότι ούτε εκεί το ράσο δημιουργεί πρόβλημα… :
«Η προσωπική μου εμπειρία, που δεν είμαι χθεσινός κληρικός αλλά είμαι πάνω από 20 χρόνια κληρικός, και μέσα στο χώρο της διοικήσεως της εκκλησίας και ως πνευματικός μπορώ να κρίνω και να συμπεράνω πως δεν είναι τόσο πολύ μεγάλο το πρόβλημα όπως φαίνεται και διαφημίζεται από τη μη προσέλευση των γυναικών για πρεσβυτέρες εξαιτίας του τιμίου ράσου. Είναι κυρίως η ζωή, η προσεγμένη, συντηρητική και προσεκτική του κληρικού που θα πρέπει να έχει. Οι γυναίκες πλέον, δε μπορούν να συμβιώσουν μ’έναν τέτοιον τρόπο ζωής όπως είναι η αγιοπνευματική ζωή των κληρικών.»
Η πλειοψηφία των Ιεραρχών υποστηρίζει τη διατήρηση των ράσων
Το ράσο είναι το ένδυμα του ορθόδοξου κλήρου που διαμορφώθηκε από την παράδοση και είναι το διακριτικό γνώρισμά του, υποστηρίζει ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος.
«’Εχει μια ιστορία, συνδεμένη με θυσίες, αγώνες, δάκρυα και αίματα. Όπως ξέρετε πολλά λειτουργήματα στην κοινωνία έχουν κάποια διακριτική ενδυμασία, όπως οι ιατροί, οι νοσοκόμοι, οι φαρμακοποιοί κλπ. Στούς Κληρικούς το ράσο θυμίζει ότι είναι πνευματικοί ιατροί και όχι απλώς κοινωνικοί λειτουργοί.
Η ζωή του Κληρικού είναι θυσιαστική, είναι μια διαρκής προσφορά και απαιτεί το να βγαίνει κανείς από τον εαυτό του και να προσφέρεται στον άλλον. Αυτό συνδέεται με τον αγώνα, την θυσία, την υπομονή στις συκοφαντίες και στην κριτική των ανθρώπων.
Τελικά πιστεύω ότι δεν είναι το ράσο εκείνο που δυσκολεύει τους Κληρικούς στο έργο τους, αλλά η υψηλή αποστολή της Ιερωσύνης. Το να φορά κανείς το ράσο είναι η μικρότερη θυσία που μπορούν να κάνουν.»
Σύμφωνα με τον κ. Ιερόθεο ούτε η εκκλησία, ούτε η ελληνική κοινωνία, είναι έτοιμες να δεχθούν μια τόσο μεγάλη αλλαγή.
«Η Εκκλησία κινείται με αργούς ρυθμούς σε αλλαγές, όπως γίνεται και σε κάθε πολιτισμό, για να μην αποβάλλεται συγχρόνως και το βαθύτερο της Παραδόσεώς της. Κάθε αλλαγή πρέπει να γίνεται με προσοχή, για να διασφαλίζεται η ουσία της εκκλησιαστικής ζωής. Η Εκκλησία δεν πρέπει να μεταβάλλεται εύκολα σε κάθε επικαιρότητα, γιατί ενεδρεύει ο κίνδυνος της αλλοτρίωσης.
Νομίζω δε ότι και η κοινωνία δεν είναι έτοιμη να δεχθεί την αποβολή του ράσου από τους Κληρικούς. Υπάρχουν μερικοί που θέλουν τον Ιερέα χωρίς ράσο, αλλά οι περισσότεροι θέλουν τους Κληρικούς να σέβονται την Παράδοση, να εκφράζουν αυτό που εκπροσωπούν και να είναι ειλικρινείς στην αποστολή τους.
Και ο Μητροπολίτης Σισανίου όμως δεν φαίνεται θετικός σε μια αλλαγή της ένδυσης των ιερωμένων, εκτός του ναού :
«Στο λαό μας υπάρχει μια παράδοση, η παράδοση που θέλει τον παπά με μια συγκεκριμένη φυσιογνωμία και προπαντός το ράσο του. Και δεν φαίνεται ότι ο λαός μας, με την παράδοση αυτή που έχει, να μπορεί να ανεχθεί κάτι τέτοιο. Τον ενοχλεί, και αυτό φαίνεται όταν καμιά φορά συναντάει κανείς κάποιον ιερέα απ ’το εξωτερικό ο οποίος κυκλοφορεί με πολιτική περιβολή.
Ένας ιερέας που γίνεται ιερέας έχει γνώση του τι γίνεται και πως υπάρχει μέσα στον τόπο μας. Κατά συνέπεια, ούτε στον ίδιο τον ιερέα είναι άγνωστο πώς θα είναι ως ιερέας και από την άλλη μεριά, ούτε ο πιστός άνθρωπος είναι έτοιμος ή ώριμος να δει κάτι διαφορετικό.
Βέβαια, ο λαός μας λέει σοφότατα ότι το ράσο δεν κάνει τον παπά και αυτό είναι αλήθεια. Από την άλλη πλευρά όμως, φαίνεται ότι το ράσο, είναι ένα πολυσυστατικό στοιχείο του τρόπου με τον οποίο ο ιερέας υπάρχει σε αυτόν τον τόπο.»
Ο Μητροπολίτης Σύρου Δωρόθεος, είναι ενάντιος σε μια συνολική απόφαση που θα απλοποιούσε ή θα καταργούσε την ιερατική αμφίεση «Ένας νέος ο οποίος σήμερα παίρνει την απόφαση να σηκώσει το βαρύ σταυρό της ιεροσύνης, το λιγότερο που πρέπει να τον απασχολεί είναι η αμφίεση, διότι είναι άλλα εκείνα για τα οποία θα έχει να δώσει λόγο στο Θεό και άλλα είναι αυτά τα οποία ο πιστός λαός περιμένει από τον κληρικό.
Περισσότερο πρέπει να απασχολεί σήμερα τον κληρικό να είναι η συνείδησή του καθαρή, να είναι η μαρτυρία του αγία, να είναι το έργο του αντάξιο της αποστολής του, της ιεροσύνης που φέρει, να μπορεί να ανταποκριθεί πράγματι επάξια στην υψηλή διακονία που αναλαμβάνει δια της ιεροσύνης και αυτά πρέπει να είναι ο κύριος στόχος του και όχι αν θα φέρει ράσο ή καλλιμαύχιον.»
Σύμφωνα με τους μητροπολίτες, η Εκκλησία δείχνει τα τελευταία χρόνια, μια ανοχή στην εμφάνισή των ιερέων. Τα πράγματα, λένε, έχουν απλοποιηθεί αρκετά για τους νέους κληρικούς και μια συζήτηση για την κατάργηση του ράσου δε θα έπρεπε να ξεκινήσει αυτή την περίοδο…
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Οι ιερείς που ανήκουν στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, έχουν τη δυνατότητα, εκτός του ιερού ναού, να κυκλοφορούν με σκούρο κοστούμι και το χαρακτηριστικό λευκό κολάρο. Τα ράσα, δεν είναι υποχρεωτικά… όπως μας λέει, ο ιερέας της Καθολικής Εκκλησίας, π. Νικηφόρος Βιδάλης…
«Άλλη είναι η ενδυμασία του ιερέως η προσωπική του, και άλλη είναι η ενδυμασία όταν λειτουργεί, τα άμφια. Όταν λειτουργεί ο ιερέας τότε φοράει τα άμφια τα λεγόμενα, ειδικές στολές που προβλέπονται από το τυπικό της Καθολικής Εκκλησίας, όπως είναι και στην ορθόδοξη εκκλησία.
Δεν έχουμε διαφορές, μπορεί κάπως να αλλάζουν τα άμφια, να είναι λίγο πιο απλά τα δικά μας αλλά δεν είναι η στολή. Έξω όμως από την εκκλησία είναι πιο ελεύθερος ο ιερεύς να φορέσει το λεγόμενο ιερατικό κοστούμι, και υπάρχει το διακριτικό, το κολάρο, το κοστούμι μπορεί να είναι μαύρο, γκρι, κλπ. Αυτό είναι το εκκλησιαστικό το καθ’ εαυτού που έχει επικρατήσει σχεδόν παντού, εκτός από κάποιες ανατολικές χώρες.»
Η Καθολική εκκλησία αποφάσισε πριν από 138 χρόνια να γίνει λίγο πιο ανοιχτή και πιο προσιτή… Στη Β΄ Βατικάνεια Σύνοδο, που συγκλήθηκε από τον Πάπα Ιωάννη ΚΓ΄ στις 11 Οκτωβρίου 1962 και έκλεισε τις εργασίες της υπό το διάδοχό του Πάπα Παύλο ΣΤ΄ στις 8 Δεκεμβρίου 1965 εξετάστηκαν διάφορα θέματα ποιμαντικής και όχι δογματικής φύσης.
Αποφασίστηκαν οικουμενικά ανοίγματα προς άλλες εκκλησίες και η Καθολική Εκκλησία εισήλθε σε πορεία εξωστρέφειας και διαλόγου. Δυόμιση χιλιάδες επίσκοποι, υπό τον Πάπα, αποφάσισαν ότι η εκκλησία έπρεπε να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί.
Σε πολλές χώρες, οι ιερείς, κυκλοφορούσαν ήδη χωρίς το ράσο εκτός του ναού. Η Σύνοδος, τους έδωσε κι επίσημα την άδεια!
π. Νικηφόρος Βιδάλης : «Και πριν ακόμη, όταν ήταν το ράσο, μπορούσε ένας ιερέας που πήγαινε μια εκδρομή να φορέσει πολιτικά ρούχα. Μέσα στον κόσμο, τα ήθη και τα έθιμα αλλάζουν. Εμείς δεν είμαστε πολύ σφιχτοί σε αυτά τα θέματα. Η Καθολική εκκλησία κάνει ανοίγματα ευκολότερα, δε μένει στατική στις παραδόσεις και σιγά σιγά ήρθε και αυτό.»
Άλλωστε, η αμφίεση των καθολικών ιερέων δεν είναι ομοιόμορφη… Λαμβάνει υπόψη τα ήθη και τα έθιμα των λαών… Στην Ινδία για παράδειγμα, ο ιερέας μπορεί να φορά την τοπική ενδυμασία και να φέρει ένα σύμβολο, ένα διακριτικό, που να δηλώνει ότι είναι ιερέας. Η ίδια Σύνοδος, έφερε μια ακόμη μεγάλη αλλαγή. Μέχρι και το 1965, η λειτουργία γινόταν στα λατινικά, σε όλα τα μέρη του κόσμου… Πολλοί πιστοί, πήγαιναν στην εκκλησία, αλλά δε μπορούσαν να καταλάβουν τα λόγια του ιερέα…
Όπως συνεχίζει ο π. Βιδάλης, και αυτό άλλαξε : «Έφερε τις τοπικές γλώσσες ώστε ο κόσμος να καταλαβαίνει, διότι τα λατινικά δεν τα καταλάβαιναν. Γνωρίζαν το τυπικό αλλά τα λόγια δεν τα καταλαβαίνανε. Αυτή είναι μια μεγάλη αλλαγή που έκανε η εκκλησία.»
Στην ερώτηση, εάν η κατάργηση του ράσου – εκτός του ιερού ναού – έφερε περισσοτέρους νέους στον κλήρο… ο π. Νικηφόρος απαντά : «Το θέμα του ιερατείου πάνω απ’όλα πρέπει να βρίσκεται μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Δηλαδή να το πιστεύει να το ζει να το βιώνει. Ο παπάς που πιστεύει απόλυτα την πίστη, τη ζει, ότι και να φορέσει θα είναι παπάς»
*Η δήλωση του Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως έγινε στην ομογενειακή εφημερίδα «Εθνικός Κήρυκας» στις 16/01/2003