Ιστορικό Αφιέρωμα σε γεγονότα προ και μετά την Άλωση (Δ΄)
Της Βιργινίας Χαμουδοπούλου, Ιστορικού, στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας»
Στα κατεχόμενα από τους Οθωμανούς ελληνικά ανατολικά εδάφη η Εκκλησία προστάτευε το Ελληνικό Γένος· εξέπεμπε την ακτινοβολία της προς όλη τη Χριστιανική Ανατολή. Οι αρχηγοί της δεν ήσαν μόνον Εθνάρχες του Ελληνισμού, αλλά και οι δημιουργοί μιας μεγάλης ορθόδοξης κοινότητας που ακτινοβολούσε και ως ενωτική δύναμη που έδενε τους υπόδουλους Έλληνες με τους ελεύθερους και προηγμένους κοινωνικά και πνευματικά Έλληνες της διασποράς. Η Εκκλησία της ΚΠόλεως ανελάμβανε τη συνέχιση του έργου του Βυζαντίου. Από τον 17ο αι. οι χώρες της νοτίου, της κεντρικής και της ανατολικής Ευρώπης αναπτύσσονται χάρη στη δραστηριότητα των Ελλήνων. Παράλληλα δημιουργείται και στους υπόδουλους η αστική τάξη των ναυτικών, των εμπόρων, των επιχειρηματιών. Η Ανατολή μεταμορφώνεται πνευματικά και κοινωνικά και αποκτά το Εθνικό ιδεώδες της επηρεασμένη από τη Δυτική Αναγέννηση, που η ίδια προκάλεσε με την ίδρυση των ελληνικών παροικιών στη Δύση και με τους Έλληνες Λογίους.
Οι Έλληνες της Διασποράς
Πριν και μετά την Άλωση, Έλληνες Λόγιοι ζητούσαν άσυλο στο εξωτερικό προκειμένου να διδάξουν ελληνικά γράμματα, έχοντας μαζί τους ελληνικά χειρόγραφα, περιζήτητα στις χώρες της Δύσεως κατά την εποχή αυτή της Αναγεννήσεως του αρχαίου πολιτισμού (15ος-16ος αι.). Από την επομένη της Αλώσεως Έλληνες Λόγιοι, εγκατεστημένοι κυρίως στην Ιταλία, ελάμπρυναν το ελληνικό όνομα δια της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών γραμμάτων, της πρώτης εκδόσεως κλασικών κειμένων με σοφά σχόλια, όπως ο Βησσαρίων, ο Μάρκος Μουσούρος, ο Αρσένιος Αποστόλης, ο Αντώνιος Έπαρχος κ.ά. Ορισμένοι από αυτούς, χωρίς να χάσουν το εθνικό τους φρόνημα, προσηλυτίσθηκαν στον Καθολικισμό.
Άλλωστε από τον 16ο αι. ιδρύθηκε η Ουνία από ορθοδόξους της Ρωσίας και της Πολωνίας. Οι Ουνίτες ήσαν ορθόδοξοι, οι οποίοι, αναγνωρίζοντας το πρωτείο του Πάπα, είχαν προσχωρήσει στον Καθολικισμό. Οι Ουνίτες, ανήκοντας στην Παπική Εκκλησία, διατηρούσαν όλους τους εξωτερικούς τύπους του ορθοδόξου δόγματος, όπως και τη γλώσσα της Πατρίδας τους.
Μετά την Άλωση η φυγή των Ελλήνων από τις Τουρκοκρατούμενες περιοχές έλαβε χαρακτήρα μαζικών μεταναστεύσεων, με αποτέλεσμα να σχηματισθούν ελληνικές παροικίες, ως κέντρα ελληνικής ζωής, σε πολλές Ευρωπαϊκές πόλεις. Οι Έλληνες μετανάστες αναζητούσαν εργασία, μόρφωση, προσαρμογή στον σύγχρονο τότε πολιτισμό. Πολλοί ξεχώρισαν ως έμποροι και ως δημιουργοί εμπορικών και ναυτιλιακών γραφείων για την πώληση ελληνικών προϊόντων. Ορισμένοι νέοι σε ηλικία Έλληνες προσλαμβάνονταν από τους ξένους για στρατιωτική υπηρεσία, οι λεγόμενοι stradiotti, στρατιωτικά σώματα τα οποία συνέβαλαν στην ανακαίνιση της πολεμικής τακτικής, που αργότερα ωφέλησε τις στρατιωτικές δράσεις στην Ελλάδα.
Σημειώνουμε ότι οι μονίμως, με τις οικογένειές τους, εγκατεστημένοι Έλληνες στα μεγάλα Ευρωπαϊκά κέντρα έκτιζαν ορθόδοξους ναούς με ορθόδοξο ιερέα, ίδρυαν ελληνικά σχολεία, διατηρούσαν λέσχες, εστιατόρια, καφενεία και άλλα κέντρα συναντήσεως και καθημερινής μεταξύ τους επαφής. Επίσης είχαν την ευχέρεια να έρχονται σε άμεση επαφή με τους υπόδουλους ομογενείς τους και να επισκέπτονται –δια των εμπορικών συναλλαγών–, τη γενέτειρά τους, η οποία πολλές φορές δεχόταν τις ευεργεσίες τους.
Από τα ελάχιστα που προηγήθηκαν, ως προς την έντονη παρουσία του Ελληνισμού στη Δύση, αμέσως μετά την πτώση της Βασιλεύουσας σε Τούρκικα χέρια, γίνεται κατανοητό ότι όχι μόνον απέφυγε το Βυζάντιο να γίνει Φράγκικο προτεκτοράτο, αλλά αντίθετα είναι η Δύση που, δια του πλήθους των ελληνικών παροικιών, λούστηκε με το Φως του αρχαίου Ελληνικού πνεύματος και την δια της Ορθοδοξίας θεία Αποκάλυψη. Ακόμα μία παρουσία του Ελληνισμού στην Οικουμενική του διάσταση.
Οι δύο πολυπληθέστερες και αντιπροσωπευτικές του Ελληνικού πνεύματος Κοινότητες της Δύσεως ήταν η Κοινότητα της Βενετίας και η Κοινότητα της Βιέννης.
Η Ελληνική Κοινότητα της Βενετίας
Στη Βενετία, ένα από τα μεγαλύτερα Ευρωπαϊκά κέντρα πολιτισμού, συγκροτήθηκε μετά την Άλωση η μεγαλύτερη Ελληνική Κοινότητα του εξωτερικού. Πλήθος Ελλήνων συνέρρεε εκεί από τα Τουρκοκρατούμενα και Βενετοκρατούμενα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Στη Βενετία ήταν εγκατεστημένοι, με τις οικογένειές τους, οι χιλιάδες Έλληνες στρατιώτες, οι stradiotti, που μάχονταν στο πλευρό των Βενετών κατά των Τούρκων. Οι Έλληνες της Βενετίας, σε μερικές περιόδους, έφθασαν τις 10.000. Έτσι σχηματίστηκε η πλέον πολυάνθρωπη και ανθηρή παροικία των Ελλήνων, οι οποίοι διέλαμψαν στο εμπόριο, στις τέχνες και στα γράμματα.
Η Καθολική Εκκλησία αντιδρούσε στην ανέγερση Ορθοδόξου Ναού, ελπίζοντας μάταια στον προσηλυτισμό των Ελλήνων στον Καθολικισμό. Από το έτος 1475 έως το έτος 1527 οι Έλληνες προσπαθούσαν να αποκτήσουν τον δικό τους Ορθόδοξο Ναό, πράγμα που επετεύχθη όταν οι Έλληνες στρατιώτες έπεισαν τους άρχοντες της Βενετίας ότι δεν ήταν δυνατόν οι εγκατεστημένες εκεί οικογένειές τους να μην έχουν το χώρο της Λατρείας τους. Έτσι ανεγέρθηκε ο Ναός του Αγίου Γεωργίου, προστάτη των ελληνικών στρατιωτικών σωμάτων, που υπηρετούσαν τη Βενετική Δημοκρατία.
Πολλοί Έλληνες της Βενετίας απέκτησαν σημαντικό πλούτο, μέρος του οποίου το διέθεσαν για την ίδρυση σχολείων και ευαγών ιδρυμάτων. Εκτός από τα σχολεία στοιχειώδους εκπαιδεύσεως, ιδρύθηκε το φημισμένο “Φλαγγιανό Γυμνάσιο”, από τον Κερκυραίο Θωμά Φλαγγίνη. Το Γυμνάσιο αυτό λειτούργησε από το 1622 έως το 1797. Επιφανείς Έλληνες Λόγιοι δίδαξαν στο Γυμνάσιο αυτό, οι οποίοι γαλούχησαν πολλές γενεές Ελλήνων με τα ελληνικά γράμματα και καθοδήγησαν συγχρόνως αυτές τις γενεές στον ελληνικό πατριωτισμό. Εκεί φοίτησαν και πολλοί Έλληνες από την Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, από τους οποίους πολλοί αναδείχθηκαν ως διδάσκαλοι και κληρικοί.
Στη Βενετία ελληνικά τυπογραφεία προσέφεραν ανεκτίμητες υπηρεσίες στο Ελληνικό Έθνος. Από τα τυπογραφεία αυτά προέρχονταν σχεδόν όλα τα ορθόδοξα εκκλησιαστικά βιβλία, τα οποία κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα σε λαϊκή γλώσσα, ενισχύοντας την ψυχή και το πνεύμα του υπόδουλου λαού.
Τέλος, μετά το τέλος του Β´ Παγκοσμίου πολέμου, όσα χρήματα είχαν εναπομείνει από την παλαιά Ελληνική Κοινότητα, πέρασαν στο “Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών”, που λειτουργεί για μία ειδική εκπαίδευση Ελλήνων ερευνητών.
Η Ελληνική Κοινότητα της Βιέννης
Η Ελληνική παροικία της Βιέννης έφθασε γρήγορα σε μεγάλη οικονομική και πνευματική ακμή. Έλληνες επιχειρηματίες διατηρούσαν, με τις εμπορικές συναλλαγές τους, ανταποκριτές μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Το 1776 η Μαρία Θηρεσία απένειμε οικονομικά και κοινωνικά προνόμια στην Ελληνική Κοινότητα, τα οποία ανανεώθηκαν το 1794 και αποτέλεσαν τον καταστατικό χάρτη της ελληνικής παρουσίας.
Το 1802 οικοδομήθηκε ο λαμπρός Ναός του Αγίου Γεωργίου. Το 1803, όχι πολύ μακριά από τον Άγιο Γεώργιο, υψώθηκε ο Ιερός Ναός της Αγίας Τριάδας. Έτσι δημιουργήθηκαν οι δύο Κοινότητες, του Αγίου Γεωργίου και της Αγίας Τριάδας, οι οποίες υπάρχουν μέχρι και σήμερα και οι οποίες απέκτησαν μεγάλη περιουσία από κληρονομιές και δωρεές. Εκεί λειτούργησαν πολλά σχολεία για τα παιδιά των ομογενών, στα οποία δίδαξαν επιφανείς Έλληνες Λόγιοι.
Η παροικία της Βιέννης υπήρξε σημαντικό κέντρο του Ελληνισμού και σπουδαιοτάτη πνευματική εστία του Έθνους μας. Στα ελληνικά τυπογραφεία, κυρίως σ᾽ αυτά των αδελφών Πούλιου και Βενδόττη, εκδόθηκε πλήθος βιβλίων, τα οποία στέλνονταν στους υπόδουλους Έλληνες για να διατηρούν ζωντανό το πνεύμα τους. Ο Ρήγας Βελεστινλής τύπωσε σ᾽ αυτά τα τυπογραφεία τον Θούριο, το Πολίτευμα και τις επαναστατικές προκηρύξεις του. Στα τυπογραφεία αυτά εξεδίδετο και ο “Λόγιος Ερμής”, το περιοδικό όπου αναπτύσσονταν οι φιλολογικές και γλωσσικές ιδέες του Αδαμάντιου Κοραή.
Οι Έλληνες πάροικοι της Βιέννης ανέπτυξαν σημαντική εθνική δράση για την απολύτρωση του Γένους τους. Από τις αρχές του 18ου αι., έως το 1821, τα σχολεία, τα συγγράμματα και οι εφημερίδες στόχευαν απροκάλυπτα στην Ανάσταση του Έθνους.
* * *
Η Κωνσταντινούπολη, στον μακραίωνο βίο της, υπέστη δώδεκα πολιορκίες και δύο Αλώσεις. Θρήνο και απελπισία προκάλεσαν οι δύο αυτές Αλώσεις του 1204 από τους Φράγκους και του 1453. Μίσος, βιαιότητες, λεηλασίες, ασύλληπτες καταστροφές υπήρξαν το άμεσο αποτέλεσμα των δύο αυτών πτώσεων της Βασιλεύουσας.
Ως προς τις μετά από χρόνια συνέπειες των δύο αυτών Αλώσεων, συναντούμε ένα επίσης κοινό μεταξύ τους ιστορικό φαινόμενο: Το ακαταμάχητο ψυχικό και πνευματικό σθένος των φορέων του ανθενωτικού Ελληνορθοδόξου πολιτισμού.
Μετά το 1204 η Αυτοκρατορία της Νικαίας στη Μ. Ασία υπήρξε το ισχυρότερο από τα ελεύθερα ελληνικά κράτη, από το οποίο προήλθε και η εκδίωξη των Φράγκων από την ΚΠολη το 1261.
Ο Βασιλέας Ιωάννης Βατάτζης (1222-1254) από το Διδυμότειχο της Θράκης, διάδοχος του πεθερού του Θεόδωρου Λάσκαρι, του ποιητή του Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνος προς την Υπεραγία Θεοτόκο, διακρίθηκε για τη βαθυτάτη πίστη του, την φιλανθρωπία και την ελεήμονα πολιτεία του. Κατετάγη στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας μας και εορτάζεται ως τοπικός Άγιος στο Διδυμότειχο την 4η Νοεμβρίου.
Υπάρχει ένα συγκλονιστικό κείμενο του Ι. Βατάτζη, μία επιστολή προς τον πανίσχυρο τότε Πάπα Γρηγόριο Θ´, όπου αναλύει, με γνήσιο πατριωτισμό, την ιστορική αναγκαιότητα της επαναφοράς της ΚΠόλεως στον Ελληνορθόδοξο πολιτισμό της, με τον οποίο δεν σχετίζεται η Λατινική Δύση. Στην επιστολή αυτή αναπτύσσεται σε συντομία σύνολη η Ελληνοχιστιανική πορεία της Βυζ. Αυτοκρατορίας. Ολόκληρο το διδακτικό κείμενο αυτής της επιστολής το διέσωσε ο αείμνηστος καθηγητής Απόστολος Βακαλόπουλος στις «Πηγές Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού», τόμ. Α´, Θεσσαλονίκη 195, σσ. 50-53.
Μετά την Άλωση της Πόλης όσοι παρέμειναν στα πάτρια εδάφη υπέφεραν πολύ από τους εξισλαμισμούς, το παιδομάζωμα, την φορολογία, τον κρυπτοχριστιανισμό κ.ά. Σωτηρία τους υπήρξε η ζωή τους στην Ενορία, ταυτισμένη με την εκκλησιαστική ζωή.
Η Ενορία είχε ως κέντρο τον Ναό της, παράλληλα με τη θεία δράση των Μοναστηριών. Ο παπάς της Ενορίας ήταν ο Πνευματικός, ο δάσκαλος-παιδαγωγός, ο φίλος, ο αδελφός. Η δουλεία λειτούργησε εδώ ως πρόκληση για την επιτροφή στην πρωτοχριστιανική Κοινότητα.
Το ανώνυμο, ηρωϊκό αυτό πλήθος ήταν ένα αυθεντικό «Σώμα Χριστού», που σε όλα τα κοινωνικά δρώμενά του είχε ως αφετηρία τον Άγιό του και τη Θεία Ευχαριστία. Άλλωστε οι ιερείς λάβαιναν ενεργό μέρος και στις κατά καιρούς εξεγέρσεις τους. Η ένθερμη ορθόδοξη πίστη των υπόδουλων Ελλήνων κράτησε ζωντανό τον Ελληνισμό και οδήγησε στο θαύμα του μοναδικού Μικρασιατικού πολιτισμού, που κατόρθωσε τον 19ο αι. να αλώσει πνευματικά τους Τούρκους εκ των έσω.
Εγένετο!