Dogma

Μην αποκάμνουμε στην προσευχή

Όταν ο πανάγαθος Θεός, με την πανσοφία Του, αφήνει να κυλάει ένα διάστημα χρόνου πριν δεχθεί «έμπρακτα» την προσευχή μας, θησαυρίζουμε μύριες ωφέλειες.

Το μυαλό μας το φτωχό δεν επαρκεί να συλλαμβάνει το γιατί το Θεός αργεί, γιατί μας αντιμετωπίζει έτσι, ή μάλλον γιατί δεν μας αντιμετωπίζει καθόλου και κάνει ότι μας αγνοεί.

Ασθενείς οι δυνατότητές μας. Αν βάλουμε την παλάμη μας μπροστά στα μάτια μας, δεν βλέπουμε ούτε σε απόσταση δέκα εκατοστών. Πώς θέλουμε να εξιχνιάζουμε τους λόγους της αργοπορίας Του; «Τις γαρ έγνω νουν Κυρίου; ή τις σύμβουλος αυτού εγένετο;» ρωτάει ο απόστολος μαζί με τον προφήτη (Ρωμ. 11.34· Ησ. 40.13).

Δεν είναι στα μέτρα μας όλες οι δωρεές και τα χαρίσματα του Θεού. Γι’ αυτό μας φαίνεται ότι δεν μας ακούει και ότι ολιγωρεί παρατεταμένα στις παρακλήσεις μας.

Η συνισταμένη των πάντων μέχρις εδώ: «Μη εκκακείν» στις προσευχές (Λουκ. 18.1), μην αποκάμνουμε. Ταπεινή καρτερία, μα ποτέ των ποτών απελπισία, ποτέ υπερευαισθησία που καταντάει σε απελπισία.

Παρομοιάζει η Κλίμαξ: «Όπως ακριβώς πλήθος ξύλων πολλές φορές πνίγει και σβήνει [τη] φλόγα δημιουργώντας πλήθος καπνού, έτσι πολλές φορές και υπέρμετρη λύπη κάνει την ψυχή καπνώδη και σκοτεινή» (26 Γ’ 9).

Όταν καταφέρει ο διάβολος και μας ρίξει στην απόγνωση, μας έβγαλε «νόκ άουτ». Παρομοιάζει η Κλίμαξ: «Όπως ακριβώς δεν είναι δίκαιο αυτός που έχει πυρετό ν’ αυτοκτονήσει, έτσι δεν πρέπει μέχρι τελευταίας αναπνοής να απελπιζόμαστε ποτέ» (26 Γ’ 51).

Ο Θεός ωστόσο απαντάει και σύντομα. Τούτο όμως συμβαίνει σε κατεπείγοντα περιστατικά, όταν η κατάσταση βρίσκεται στο απροχώρητο και η οποία αναβολή εγκυμονεί καταστρεπτικές συνέπειες, όπως τότε με τον υποτακτικό του αγίου Ιωάννη του Σιναΐτη.

Ο όσιος δηλαδή μια φορά που νύσταξε, ονειρεύθηκε κάποιον, ο οποίος σαν να τον ειρωνεύθηκε και λοιδόρησε λέγοντας: «Ιωάννη, πώς κοιμάσαι αμέριμνα, ο δε Μωυσής βρίσκεται σε κίνδυνο»; Αναπήδησε τότε και προσευχήθηκε διάπυρα.

Όταν γύρισε ο μαθητής του Μωυσής, του αφηγήθηκε πως εκεί που έπαιρνε λίγο ύπνο κάτω από ένα παμμεγέθη λίθο, νόμισε ότι άκουσε τη φωνή του. Πετάχθηκε πάνω και στη στιγμή είδε τον βράχο να πέφτει στο σημείο ακριβώς που ήταν ξαπλωμένος. Θα τον έλυωνε… Μικρή συνεπώς προσευχή είχε αρκέσει για να «κινητοποιηθεί» ο Θεός (Κλίμαξ, Βίος εν επιτομή του μακαρίου Ιωάννου…).

Και ο Πέτρος σώθηκε με τρεις μόνο λέξεις. Προχωρούσε προς τον Σωτήρα πάνω στα κύματα όταν είδε τον άνεμο ισχυρό και «εφοβήθη, και αρξάμενος καταποντίζεσθαι έκραξε λέγων· Κύριε, σώσον με». Και αυθωρεί τον έσωσε (Ματθ. 14.29-31).

Συμπερασματικά μας φωνάζει ο Σειράχ: «Μη προσέλθεις σε Αυτόν [τον Θεό] με διπλή καρδιά» (1.28), με αμφιβολία και δισταγμό. Αποδοκίμασε και ο Χριστός το «Ει τι δύνασαι, βοήθησον ημίν» του πατέρα που είχε φέρει το δαιμονιζόμενο παιδί του με τα επιληπτικά συμπτώματα (Μάρκ. 9.22-23). Ας μη κουραζόμαστε λοιπόν στην προσευχή, ελπίζοντας «έτι μικρόν όσον, όσον, ο ερχόμενος ήξει και ου χρονιεί» κατά τον στίχο της προς Εβραίους (10.37), που συνιστά παράφραση από προφητικό κείμενο.

Μας είπε ο φιλάνθρωπος Ιησούς «Αιτείτε, και δοθήσεται υμίν, ζητείτε και ευρήσετε, κρούετε, και ανοιγήσεται υμίν» (Λουκ. 11.9) η θύρα του θείου ελέους. «Αιτείτε» και όχι αιτείστε (μια φορά μόνο), «ζητείτε» και όχι ζητείστε, «κρούετε» και όχι κρούστε.

Η υπομονητική και επίμονη προσευχή γίνεται επίμονος και υπομονητικός πολιορκητικός κριός που κάποτε θα διαρρήξει τη δήθεν απραξία του Ουρανού.

Ακροτελεύτιος λόγος: Όσο και αν βραδύνει ο Κύριος, όμως θα έρθει, δεν θα χρονίσει πολύ, οπότε ας μην υποστελλόμαστε και δειλιάζουμε στις ένθεες προσευχές μας. Αμήν!

 

 

Ιερομόναχος Ιουστίνος