Dogma

Μήπως πρέπει να ξαναδιαβάσουμε την επιστολή της Αγάπης;

Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα, Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης

Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»

Μιλήσαμε στο προηγούμενο άρθρο για την Εορτή της Παγκόσμιας Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού και αναδείξαμε το αληθινό νόημα αυτής της Εορτής, που αναδύεται, όπως τονίσαμε, από τα μηνύματα που εκπέμπει ο Σταυρός του Κυρίου από τον Γολγοθά.  Δηλ. κατ’ εξοχήν από το μήνυμα της Αυτοθυσιαστικής Αγάπης του Χριστού, ο οποίος υποτασσόμενος στο Θέλημα του Θεού-Πατέρα δέχθηκε να γίνει «αχθοφόρος» του Σχεδίου της Θείας Οικονομίας για την σωτηρία του πεπτωκότος ανθρώπου μετά τη παρακοή του, που του στοίχισε την έξωση από τον Παράδεισο. Όπως μάς λέει χαρακηριστικά ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην σχετική ευαγγελική περικοπή, «ούτως ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν Αυτού τον Μονογενή έδωκεν, ίνα πάς ο πιστεύων εις Αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον» (Ιω γ΄ 16). Η Αγάπη του Θεού-Πατέρα συναντάται με την Αγάπη του Υιού για τον άνθρωπο, ο οποίος  δέχθηκε να φορέσει το δικό μας χοϊικό «ένδυμα», να σαρκωθεί στην κοιλία της Αειπαρθένου Μαρίας, να γεννηθεί στο Σπήλαιον της ταπεινής Φάτνης και να γίνει άνθρωπος σαν και εμάς, χωρίς όμως να χάσει ποτέ την Θεϊκή Του ιδιότητα, που είχε. Γι’ αυτό απεκαλείτο Θεάνθρωπος. Για την Εντολή της Αγάπης του Χριστού, όπως μάς την  εδίδαξε και όπως την εφήρμοσε ο Ίδιος στην πράξη με το Εκούσιο Πάθος Του και την Σταυρική Του Αυτοθυσία στον Γολγοθά, δεν θα χρειασθεί να γράψουμε εδώ τίποτε περιισότερο από όσα αναφέρουμε στο άρθρο μας με την ευκαιρία της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.

Επειδή όμως με την  βαθύτερη ανάλυση αυτής της υπέροχης Εντολής της Αγάπης του Χριστού ασχολήθηκε ειδικότερα ο Απόστολος Παύλος, αξίζει, νομίζω, να εντρυφήσουμε στους πνευματικούς «χυμούς» που «ξεχειλίζουν» από την Επιστολή της Αγάπης του Παύλου, η οποία αποτελεί τμήμα της Πρώτης προς Κορινθίους Επιστολής του (Α Κορ ιγ 1-8).  Το ερώημα, που θέτει ο τίτλος του άρθρου, απευθύνεται σε όλους εμάς, που θέλουμε να λεγόμαστε Χριστιανοί. Άσχετα, αν είμαστε απλά Χριστιανοί της ταυτότητας (εννούμε προφανώς της παλιάς ταυτότητας, διότι η σημερινή δεν μάς λέει τίποτε επ’ αυτού) ή Χριστιανοί της έμπρακτης ομολογίας προς Εκείνον. Η ουσία του ζητήματος, από όποια σκοπιά κι’ αν κοιτάξουμε την χριστιανική ταυτότητα, δεν αλλάζει. Κριτήριο του χαρακτηρισμού της συμπεριφοράς όλων μας από την σκοπιά της Χριστιανικής Διδασκαλίας είναι όσα γράφει ο Απόστολος Παύλος στην προαναφεφρθείσα Επιστολή της Αγάπης. Σε αυτή την επιστολή του το «σκεύος της εκλογής» του Κυρίου εξειδικεύει την Εντολή της Αγάπης του Ιησού Χριστού προσδιορίζοντας λεπτομερώς τα γνωρίσματα που πρέπει να έχει σε κάθε περίπτωση η συμπεριφορά μας, για να εμπίπτει  στο νοηματικό εύρος της αγάπης.

Παραθέτουμε εδώ το κείμενο της σχετικής Επιστολής του Αποστόλου Παύλου, για να έχουμε άμεση επαφή με τον λόγο του, επιφυλασσόμενοι στην συνέχεια να προβούμε στην ενδεδειμένη σχολιασμό των κατ’ ιδίαν λέξεων που συνθέτουν αυτόν το υπέροχο Ύμνο της Αγάπης με την απαράμιλλη μελωδία των στίχων του. Λεει λοιπόν ο Παύλος σε αυτή την περίφημη Επιστολή της Αγάπης: «Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον. Και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα  μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμί. Και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου και εάν παραδώ το σώμα μου, ίνα καυθήσομαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι. Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται. Η αγάπη ού ζηλοί.. Η αγάπη ού περπερεύεται, ού φυσιούται, ούκ ασχημονεί, ού ζητεί τα εαυτής, ού παροξύνεται, ού λογίζεται το κακόν. Ού χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία. Πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει…».

Και σε απλή μετάφραση μάς λέει ο ουρανοβάμων Απόστολος: «Εάν ομιλώ όλες τις γλώσσες των ανθρώπων, ακόμη και αυτήν των Αγγέλων, δεν έχω όμως μέσα μου αγάπη, έγινα χάλκινο σκεύος που βγάζει απλά ήχο ή κύμβαλο, το οποίο αλαλάζει και κάνει ένα εκκωφαντικό και ενοχλητικό θόρυβο. Και εάν έχω προφητική ικανότητα, ώστε να βλέπω όλα τα μυστήρια, αλλά και όλες τις γνώσεις που χρειάζονται στον κόσμο, και εάν έχω επίσης τόση μεγάλη πίστη, ώστε να μπορώ να μετακινώ όρη, αλλά μου λείπει η αγάπη, δεν είμαι τίποτε απολύτως. Και εάν διαθέσω όλα τα υπάρχοντά μου, για να θρέψω τους φτωχούς και εάν παραδώσω το σώμα μου, για να γίνω ολοκαύτωμα, αλλά δεν έχω αγάπη, δεν ωφελούμαι καθόλου από αυτά. Η αγάπη έχει μέσα της ευσπλαχνία και δείχνει καλωσύνη σε όλους. Η αγάπη δεν ζηλεύει ποτέ. Η αγάπη δεν υπερηφανεύεται, δεν φουσκώνει από αλαζονεία, δεν συμπεριφέρετσι απρεπώς, δεν είναι φίλαυτη και ιδιοτελής, δεν είναι ευερέθιστη και ευάξαπτη, δεν μνησικακεί σε κανένα. Δεν χαίρεται για το κακό που παθαίνουν οι άλλοι, αλλά συμμετέχει στην χαρά των άλλων για το καλό που τούς έτυχε. Η αγάπη τα σκεπάζει όλα. Πιστεύει και ελπίζει σε όλα τα καλά. Υπομένει τα πάντα».

Οι ρήσεις του Αποστόλου Παύλου στην εν λόγω Επιστολή της Αγάπης σε όλες τις εκφάνσεις τους, τις αρνητικές ή θετικές, καλύπτονται πλήρως από την Εντολή της Αγάπης, που μάς έδωσε ο Χριστός. Ο Ναζωραίος δεν ήθελε να μάς παραθέσει περιπτωσιολογικά τις συμπεριφορές, που εμπίπτουν ή δεν εμπίπτουν στο εύρος της Εντολής της Αγάπης, όπως το πράττει ο Απόστολος Παύλο. Μάς έδωσε απλά το περίγραμμα αυτής της Εντολής, που οριοθετείται αφ’ ενός μεν από την έννοια του πλησίον σε όλες τις διαστάσεις και τις αναφορές αυτού, αφ’ ετέρου δε από την έννοια του εχθρού, που δεν επιτρέπεται, κατά τον Θεάνθρωπο, να αποτελεί «ανάχωμα» «ροής» στην ζωή όλων μας της χριστιανικής αγάπης, που διαμορφώνει ένα καινούργιο «ανάγλυφο» στις ανθρώπινες σχέσεις. Μάς έδωσε ακόμη ο Χριστός το μέτρο, για να υπολογίζουμε μόνοι μας κάθε φορά, πόση αγάπη περιέχει η συμπεριφορά που δείχνουμε στους άλλους. Και το μέτρο αυτό είναι σφυρηλατημένο επάνω στο αστρεφτερό «ανοξείδωτο» από τις ανθρώπινες μικρότητες «αμόνι» της αυτοθυσιαστικής Αγάπης, που μάς έδειξε ο Κύριος. Όχι επάνω στο κατάμαυρο από την ιδιοτέλεια και την υστεροβουλία «σιδηρουργείο» της δικής μας συμβατικής αγάπης προς τους άλλους. «Όπως σάς αγάπησα εγώ, να αγαπάτε τους άλλους», μάς είπε, «όχι, όπως έχετε μάθει μέχρι τώρα να τούς αγαπάτε». Γνωρίζει ο Ναζωραίος, ποιός είναι ο κόσμος αυτής της συμβατικής αγάπης στην ιστορική διαδρομή του ανθρωπίνου γένους.

Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»

Στον σημερινό λοιπόν  κόσμο της αντάρας και των πολλών ασυνάρτητων ήχων, που δεν έχουν καμιά μελωδία μέσα τους συναντούμε συχνά στις καθημερινές μας διαδρομές πολλά «αλαλάζοντα κύμβαλα». Είναι όλοι οι «πολύγλωσσοι», που τούς «φωτογραφίζει» στην σχετική Επιστολή του ο Απόστολος Παύλος. Ομιλούν εντυπωσιακά καλά πολλές γλωσσες. Δεν γνωρίζουν όμως ή δεν ομιλούν σωστά την υπέροχη «γλώσσα της Αγάπης». Είναι επίσης όλοι εκείνοι, που σε εντυπωσιάζουν με την πολυμάθεια και την τεράστια επιστημονική τους ή άλλη μόρφωση, βεβαιωμένη με πολλά και σπουδαία πτυχία. Τούς λείπει όμως το σπουδαιότερο από όλα τα πτυχία: Το «πτυχίο της Αγάπης». Τί να τους κάνεις όμως όλους αυτούς, όταν έχουν να επιδείξουν μια εκτυφλωτικά υψηλή παιδεία, στερούνται ωστόσο της «παιδείας του Σταυρού», δηλ. της παιδείας της ταπείνωσης, της συγκατάβασης και της συγχωρητικότητας; Πολλοί από αυτούς είναι μάλιστα και «Σταυροφόροι». Το Σταυρό όμως τον έχουν ως κόσμημα στο στήθος τους και όχι ως οδοδείκτη αληθινής χριστιανικής πορείας στην ζωή τους. Είναι και οι άλλοι, που εάν τολμήσεις να τούς υποδείξεις να παραιτηθούν από την φιλαυτία και από το αρρωστημένο εγωιστικό πρότυπο, το οποίο προβάλλουν καθημερινά με τα λόγια και τις πράξεις τους, κινδυνεύεις πολλές φορές να σε κακοποιήσουν λόγω ή έργω, αφού το «εγώ» τους έχει αδιαμφισβήτητη πρωτοκαθεδρία σε όλα τα πράγματα στην ζωή τους. Ύστερα από όλα αυτά είναι μάταιο να ψάχνεις να ταυτοποιήσεις την αγάπη με όλες τις άλλες ιδιότητές της, που τις παραθέτει στην Επιστολή του ο Παύλος. Δυστυχώς, τα φαινόμενα που αναφέρουμε πιό πάνω, δεν περιορίζονται μόνο στους λαϊκούς. Εντοπίζονται πολλές φορές ακόμη και σε κληρικούς, χωρίς να εξαιρούνται και οι  υψηλόβαθμοι από αυτούς, δηλ. οι Αρχιερείς.

Εν κατακλείδι. Εάν θέλαμε να δώσουμε ένα χαρακτηρισμό στην Επιστολή της Αγάπης του Αποστόλου Παύλου, θα λέγαμε ότι αυτή αποτελεί τον «καθρέφτη» της θρησκευτικής μας αυτογνωσίας, στον οποίο πρέπει να κοιτάζουμε καθημερινά τον εαυτό μας, μήπως εντοπίσουμε κάποια παραμορφωτικά στοιχεία επάνω μας, όπως γίνεται και με τον άλλο καθρέφτη της σωματικής μας απεικόνισης. Όσους μάς ενδιαφέρει το είδωλο της ψυχής μας, καλό είναι να έχουμε συνεχώς μαζί μας τον «καθρέφτη» του Παύλου. Δεν μάς δείχνει μόνο τις ψυχικές μας παραμορφώσεις, αλλά και τον τρόπο της θεραπείας τους.

Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»