Dogma

Ο άγιος Παΐσιος διηγείται ενέργειες της θείας χάριτος

Είπε ο Γέροντας Παΐσιος : «Κατά την επίσκεψη της θείας χάριτος σκιρτά η καρδιά. Μια φορά προσευχόμουν επί δεκατέσσερις ώρες συνέχεια και αντί να κουράζομαι είχα μία αγαλλίαση, μία χαρά!

Σε μια στιγμή σκέφθηκα, αφού είμαι σε τέτοια ηλικία, μου λείπουν και δύο πλευρά, να πάω να βάλω την ζώνη μου, να δεθώ με σχοινί από το νταβάνι και αν είχα και δυό διχαλωτά ξύλα να στηρίζωμαι στις μασχάλες, θα μπορούσα να συνεχίσω και να το δώσω όσο πάει. Αυτό ήταν! Μόλις έκανα τον λογισμό, σωριάστηκα κάτω και βγήκε τότε όλη η κούραση. Ένα τέταρτο έμεινα ακίνητος κάτω. Σαν να μου έλεγε ο Θεός ότι η χάρις μου είναι που σε κρατάει και όχι η ζώνη. Και να πης ότι ο λογισμός ήταν αμαρτωλός ή είχε εγωισμό; Σκέφθηκα: “Αφού είμαι σ’ αυτήν την κατάσταση σωματικά, ας προσέξω”. Πόσω μάλλον ένας υπερήφανος λογισμός θα έδιωχνε τελείως την χάρι. Πόσο λεπτή είναι η πνευματική ζωή και πόση προσοχή χρειάζεται».

Παρόμοιο γεγονός ο Γέροντας είχε ζήσει και στον “Τίμιο Σταυρό”, το οποίο διηγήθηκε στις 27-10-1978 ως εξής: «Μια φορά προσευχόμουν όρθιος για πολλές ώρες. Όχι μόνο δεν αισθανόμουν κούραση αλλά απερίγραπτη χαρά τόσο που δεν ήθελα να διακόψω την προσευχή. Για να μπορέσω να συνεχίσω όσο το δυνατόν περισσότερο, πήγα να ζωσθώ μια χοντρή ζώνη. Δεν μπόρεσα όμως να την πάρω και σωριάστηκα κάτω τελείως, σαν κουβάρι. Με κρατούσε τόση ώρα ο Θεός και μόλις πήγα να προσθέσω δήθεν την ανθρώπινή μου δύναμη και φροντίδα, πήρε την δύναμή Του, για να μου δείξη τι αξία έχει η δική μου προσπάθεια».

Άλλη φορά διηγήθηκε: «Ήμουν σε μια αγρυπνία και κρύωνα πολύ. Σκεφτόμουν, αφού κοινωνήσω, μετά την θεία Λειτουργία να πάω στο Κελλί μου και να τυλιχθώ με τρεις-τέσσερις κουβέρτες για να ζεσταθώ.

»Μόλις όμως κοινώνησα, μια θερμότητα άρχισε να απλώνεται σ’ όλο μου το σώμα. Όπως η ηλεκτρική σόμπα σιγά-σιγά ζεσταίνει, έτσι ένιωθα να απλώνεται μέσα μου η θεία χάρις».

Διηγήθηκε ο Γέροντας: «Παρακαλούσα κάποτε τον Θεό να μου δείξη πώς πρέπει να προσεύχωμαι. Οπότε είδα σε όραμα ένα γνωστό μου παιδί γονατιστό με δάκρυα να εξομολογήται στον Θεό και ύστερα να υψώνη τα χέρια του και να Τον παρακαλή. Αυτή η εικόνα με διέλυσε και είπα: “Θεέ μου, σχώρνα με, δεν έμαθα ακόμα να προσεύχωμαι”. Γι’ αυτό, η προσευχή καλό είναι να αρχίζη με εξομολόγηση γενικά της ζωής μας και μετά αίτηση, στην οποία να υπάρχη και δοξολογία και ευχαριστία».

Στις 26 Μαρτίου 1984 συνέβη στον Γέροντα ένα γεγονός που το διηγήθηκε μετά από λίγες ημέρες ως εξής: «Ενώ προσευχόμουν αντικρύζοντας την εικόνα του Χριστού, κάτι ένιωσα μέσα μου και πέφτοντας στο πάτωμα είπα: “Χριστέ μου, ευλόγησέ με”. Και αμέσως αισθάνθηκα μια ευωδία για πολλή ώρα να γεμίζη όλο το κελλί μου. Ακόμη και ένα χαλάκι γεμάτο χώμα που είχα και αυτό ευωδίαζε. Έμεινα γονατιστός και ασπαζόμουν και αυτό το χαλάκι με τις σκόνες».

 

Από το βιβλίο: Ιερομονάχου Ισαάκ, ΒΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Στ’ έκδοσις, Άγιον Όρος 2008, σελ. 302.