Ο Ιερομόναχος Ιουστίνος για τα αίτια της μοναξιάς

  • Dogma
μοναξιά

Η μοναξιά στον άνθρωπο είναι μια νοσηρή κατάσταση. Ποιος φταίει για αυτή;

Μπορεί να ενέχονται παράγοντες όλως ανεξάρτητοι της βουλήσεως του ατόμου· κληρονομικότητες δηλαδή, υφή ψυχοσυνθέσεως, αγωγή, περιβάλλον, τραύματα ψυχολογικά και τραγωδίες οικογενειακές που σφράγισαν την προσωπικότητα από παιδί ακόμη.

Κάθε πρόσωπο συγκροτεί ένα «βαθύ κράτος», κόσμο πολυδαίδαλο, χαώδη, που ούτε το ίδιο δεν τον έχει εξιχνιάσει, δεν έχει ψαύσει τους λαβυρίνθους του. Επιπλέον συνήθως δειλιάζει ν’ αγγίξει το θέμα τούτο, να δει κατάματα τον εαυτό του, ν’ αντιμετωπίσει τα πλην του. Έχει ιδιαιτερότητα, δεν πρόκειται για τυποποιημένο βιομηχανικό προϊόν σειράς, πανομοιότυπο με τη μήτρα, το καλούπι.

Και αν τώρα ο ίδιος δεν μπορεί να τα «βρει» με τον εαυτό του, πόσο μάλλον κάποιος που δεν διαθέτει αγάπη, η οποία «πάντα στέγει … πάντα υπομένει» (Α’ Κορ. 13.7).

Τον μοναχικό δεν τον καταλαβαίνουν, και αν ακόμη οφείλουν να το προσπαθούν τουλάχιστον οι οικείοι, το στενό του περιβάλλον. Μερικές δε φορές έρχονται σε προστριβές και συγκρούονται μαζί του. Παραπονείται τότε σαν τον ψαλμωδό: «Αλλοτριωμένος έγινα στους αδελφούς μου και ξένος στους γιους της μητέρας μου» (68.9).

Δυνατόν να λένε ότι σε αγαπούν, όταν όμως δεν σε «καταλαβαίνουν», δεν έχουν επαφή μαζί σου, δεν πιάνουν τη συχνότητά σου, δεν θέλουν να πλησιάσουν και να σε δουν με τα δικά σου μάτια, τότε η αγάπη τους θα είναι κίβδηλη ή τουλάχιστον λειψή.

Άλλο αίτιο μοναξιάς, η αμαρτία. Έφερνε και φέρνει διάσπαση σχέσεων, διάσταση· χωρίζει –αντίθετα το αντίθετο: η αρετή ενώνει.

Η αμαρτία σαν αίτιο ξακρισμού και δευτερογενούς μοναξιάς έχει δυο κλάδους. Και πρώτα ενδέχεται να ευθύνονται τα παραπτώματα του ίδιου του ατόμου, το οποίο συχνά είναι δυνατό να έχει φταίξει και να έχει βλάψει με λόγια ή πράξεις, ή και με σκέψεις μόνο –οι άλλοι διαισθάνονται τις διαθέσεις και ας μην έχουν εκφρασθεί εξωτερικά. Άρα βαρύνεται αυτός, που απηυδησμένοι από το ποιόν του τον ξεκόβουν και τον αποστρέφονται.

Δεν θέλει φιλοσοφία. Ο δύστροπος, ο δύσκολος, ο εγωιστής, ο κακός απωθεί, οπότε απωθείται και αποξενώνεται. Ο εριστικός του τρόπος ή η ιδιοτέλειά του ή η πονηρία, με μια λέξη τα ελαττώματά του, «δουλεύουν» σαν καυστικός λίβας που σκορπίζει τους πάντες γύρω του. Όταν τον διακρίνουν κάπου, αλλάζουν δρόμο.

Ενίοτε ένα σύνολο τον αποπέμπει και επίσημα, θα λέγαμε, για ν’ αποφευχθεί η ζημία και δυσαρμονία του. Έτσι συμβαίνει σε οργανωμένες ομάδες της κοινωνίας, λ.χ. σε σωματεία, έτσι συμβαίνει και στην Εκκλησία.

Ο Μέγας Βασίλειος επιτάσσει να διώχνεται ο αμετανόητα βαριά άτακτος μοναχός, για να μην επηρεάσει την αδελφότητα –«η πρακτική», το διώξιμο του ψωραλέου προβάτου (Ασκητικαί διατάξεις ΚΘ’). Ο Παύλος είχε παραγγείλει ν’ αφορισθεί ο αιμομείκτης της Κορίνθου (Α’ Κορ. 5.1-5), όπως και έγινε, με κατάληξη να συνέλθει και να σωθεί (Β’ Κορ. 2.5-8).

Αντίθετα, ο απλός, ο ταπεινός, ο αγνός, ο αγαπητικός είναι πόλος έλξεως. Πώς θα νιώσει μοναξιά;

Το δεύτερο τώρα αίτιο της μοναξιάς της αμαρτογέννητης: Η κακότης των άλλων. Και εδώ ενέχεται η συνισταμένη της αμαρτίας εν σχέσει με τον πλησίον, δηλαδή ο ατομισμός. Δεν είναι «είδηση» να έχουν εκμεταλλευθεί κάποιον, για παράδειγμα ένα συγγενή, να τον έχουν «αρμέξει» και απομυζήσει και στο τέλος να τον παραπετούν σαν στυμμένο «ημιλέμονο». Δίκαιο το παράπονο και η αγανάκτησή του. Όσο τον είχαν ανάγκη, καλά. Έπειτα; Στη γωνιά παραγκωνισμένος, στη λησμοσύνη…

Πόσοι παρήλικες δεν βρίσκονται εγκαταλελειμμένοι στα «αζήτητα» των γηροκομείων; Πόσοι ασθενείς φυτοζωούν «ξεγραμμένοι» στα άσυλα ανιάτων ή στις νευρολογικές κλινικές επί «τριάκοντα και οκτώ έτη» ή και περισσότερο; Και όταν πεθαίνουν, τα σώματά τους περιμένουν μάταια κάποιον ενταφιαστή Αριμαθαίας, ώστε ο μόνος που τα δέχεται είναι η Ιατρική Σχολή… «Άταφος νεκρός υπάρχοντας ο παράλυτος» εθρηνείτο από την Υμνολογία. Άταφοι τρόφιμοι των ασύλων περιμένουν την ταφή, τον θάνατο…

Πιθανόν τέλος, η μοναξιά και τα παρεπόμενά της να είναι καθαρά πειρασμική επήρεια κατά το πρότυπο του βασιλιά Σαούλ. Τι συνέβη;

Έκανε κάποτε βαριά παρακοή στον Θεό, δήθεν χάριν του… Θεού (!) και τιμωρήθηκε να χάσει τη βασιλεία του (Α’ Βασ. κεφ. 15). Επί τη ευκαιρία, το πάθημά του μας διδάσκει να ενεργούμε σύμφωνα με τις εντολές του Θεού και όχι σύμφωνα με ό,τι εμείς νομίζουμε καλό και άγιο. Δεν είμαστε πιο έξυπνοι και πιο ενάρετοι από τον Θεό. Πολύ δε περισσότερο να μην ενεργούμε σύμφωνα με ό,τι καμωνόμαστε πως το θεωρούμε καλό και άγιο.

Λοιπόν επακόλουθο ήταν ότι «πνεύμα Κυρίου έφυγε από τον Σαούλ, και τον έπνιγε πνεύμα πονηρό από τον Κύριο». Ή παραχώρησε ο Ύψιστος στον διάβολο να τον πειράζει ή τον κόλασε στέλνοντάς του άγγελο παιδευτή.

Οι αυλικοί του εισηγήθηκαν και αυτός επένευσε να βρεθεί κάποιος κιθαριστής, ώστε με τη μουσική του να τον ανακουφίζει. Επέλεξαν τον Δαβίδ, «γιο του Ιεσσαί του Βηθλεεμίτη, και ο οποίος ήξερε ψάλσιμο [δηλαδή ψαύσιμο των χορδών της άρπας]. Και ο άνδρας συνετός και πολεμιστής και σοφός στον λόγο, και ο άνδρας ωραίος στη μορφή, και ο Κύριος ήταν μαζί του».

Έτσι, όταν έπιανε κρίση τον μονάρχη, «έπαιρνε ο Δαβίδ την κιθάρα και έψαλλε με το χέρι του. Και ανέψυχε τον Σαούλ, και του ήταν καλό τούτο. Και απομακρυνόταν από αυτόν το πνεύμα το πονηρό» (Α’ Βασ. 16.14-23).

 

Ιερομόναχος Ιουστίνος

 

 

TOP NEWS