Ο μαρμαρωμένος τελευταίος Αυτοκράτορας
Ο τελευταίος Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο μαρμαρωμένος Βασιλιάς που η παράδοση τον θέλει να περιμένει κάπου υπομονετικά τη στιγμή που θα ξανακαθίσει στο θρόνο της Βασιλεύουσας Πόλης, γεννήθηκε πριν από 612 χρόνια στις 9 Φεβρουαρίου 1404.
Γιός του Αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄του Παλιολόγου και της Ελένης Δραγάση φόρεσε το στέμα του Αυτοκράτορα του Βυζαντίου στις 6 Ιανουαρίου 1449. Ο Αυτοκράτορας, ήταν τότε 45 ετών. Η στέψη του πραγματοποιήθηκε στον Μυστρά, στην Εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, εκεί όπου σήμερα ένας μαρμάρινος δικέφαλος αετός μαρτυρά την ιστορία της στέψης του τελευταίου Αυτοκράτορα.
Ήδη οι Οθωμανοί είχαν αρχίσει να απειλούν την Βασιλεύουσα την οποία προσπάθησε να οχυρώσει όσο το δυνατόν καλύτερα ενισχύοντας τα οχυρωματικά έργα.
Την παραμονή της «μαύρης» 29ης Μαΐου 1453, ο Κωνσταντίνος γνωρίζοντας πως η τελική μάχη πλησίαζε λειτουργήθηκε στην Αγία Σοφία, κοινώνησε και προσπάθησε να ενθαρρύνει τους λιγοστούς, σε σχέση με τη «θάλασσα» των εχθρών, υπερασπιστές της Βασιλεύουσας.
Οι ιστορικοί γράφουν πως μετά τον τραυματισμό του Γενουάτη Ιωάννη Ιουστινιάνη, στον οποίο είχε στηρίξει τις ελπίδες του για την σωτηρία της Πόλης, ο Κωνσταντίνος είχε καταλάβει πως πλέον η μάχη είχε χαθεί.
Τον συμβούλεψαν να φύγει, να τρέξει μακρυά για να μην πέσει στα χέρια των εχθρών. Εκείνος αρνήθηκε. Παρέμεινε μέχρι τέλους. Πολέμησε δίπλα δίπλα με τους απλούς στρατιώτες χωρίς να υπολογίζει τη ζωή του.
Το πρωί της 29ης Μαΐου 1453, η Πόλη έπεσε. Ο στρατός του Μωάμεθ Β΄ ξεχύθηκε μέσα στην Βασιλεύουσα, καταστρέφοντας, λεηλατώντας, δολοφονώντας.
Ακόμη και εκείνη τη στιγμή, ο Κωνσταντίνος δεν υποχώρησε.
Έπεσε στη μάχη μαζί με τους στρατιώτες του. Ο Μωάμεθ έδωσε εντολή να βρουν το σώμα του Αυτοκράτορα. Τον αναζήτησαν ανάμεσα στις σορούς των τελευταίων υπερασπιστών της Βασιλεύουσας προσπαθώντας να τον αναγνωρίσουν από τα διάσημα του.
Τελικά όταν τον αναγνώρισαν από τους αετούς που ήταν χαραγμένοι στις βασιλικές περικνημίδες, ο Μωάμεθ, τιμώντας τον άξιο αντίπαλο του, έδωσε εντολή να του γίνει βασιλική κηδεία. Απαγόρευσε όμως να ανακοινωθεί ο τόπος της ταφής του.
Ο ΘΡΥΛΟΣ
Μέσα στους καπνούς της καταστροφής και τις λίμνες του αίματος που πότισαν τη γη της Πόλεως των πόλεων, ο χαμός του τελευταίου Αυτοκράτορα στάθηκε αφορμή για να γεννηθεί ένας θρύλος.
Σύμφωνα με αυτόν, τη στιγμή που οι εχθροί είχαν κυκλώσει τον Αυτοκράτορα και ήταν έτοιμοι να τον σκοτώσουν, ένας Άγγελος σταλμένος από τον ουρανό, τον μαρμάρωσε και τον πήρε μαζί του.
Τον έκρυψε λένε σε μια σπηλιά μέχρι να έρθει «το πλήρωμα του χρόνου». Τότε ο Άγγελος θα τον ξυπνήσει, και θα του δώσει το σπαθί του, για να απελευθερώσει την Πόλη.
Για την θυσία του τελευταίου Αυτοκράτορα και το θρύλο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά έγραψαν ποιήματα πολλοί. Ένα από αυτά είναι του Κωνσταντίνου Καρυωτάκη που ακολουθεί.
Μαρμαρωμένε Βασιλιά
Κωνσταντίνος Καρυωτάκης
Και ρίχτηκε με τ’ άτι του μες στων εχθρών τα πλήθια,
το πύρινο το βλέμμα του σκορπούσε την τρομάρα,
και το σπαθί του τη θανή. Στα χάλκινά του στήθια,
εξέσπασε η όργητα σε βροντερή κατάρα.
Εθόλωσαν τα μάτια του. Τ’ αγνό το μέτωπό του,
θαρρείς ο φωτοστέφανος της Δόξας τ’ αγκαλιάζει.
Κι έπεσε χάμου ο Τρανός! Θρηνήστε το χαμό του.
Μα, μη! Σε τέτοιο θάνατο ο θρήνος δεν ταιριάζει.
Κι έπεσε χάμου ο Τρανός! Κυλίστηκε στο χώμα,
ένας Τιτάν π’ ακόμα χτες εστόλιζ’ ένα θρόνο,
κι εσφάλισε – οϊμένανε! – για πάντ’ αυτό το στόμα,
που κάθε πίκρα ρούφαγε κι έχυν’ ελπίδες μόνο,
Μαρμαρωμένε Βασιλιά, πολύ δε θα προσμένεις.
Ένα πρωί απ’ τα νερά του Βόσπορου κει πέρα
θε να προβάλει λαμπερός, μιας Λευτεριάς χαμένης,
ο ασημένιος ήλιος. Ω, δοξασμένη μέρα!