Όχι δύο γνώμες στην ψυχή
Του π. Γεωργίου Δορμπαράκη στην Κιβωτό της Ορθοδοξίας
«Ο μακάριος Μωυσής, θέλοντας με παραδείγματα να δείξει ότι η ψυχή δεν πρέπει να ακολουθεί δυο γνώμες, δηλαδή το καλό και το κακό, αλλά μόνο το καλό, ούτε να καλλιεργεί δύο είδη καρπών, δηλαδή ωφέλιμους και βλαβερούς, αλλά μόνο ωφέλιμους, λέει: “Στο αλώνι σου, δε θα ζέψεις μαζί ζώα διαφορετικού γένους, λ.χ. βόδι με γαϊδούρι, αλλά αφού ζέψεις ζώα του ίδιου γένους, να αλωνίσεις τα σπαρτά σου”, – δηλαδή στο αλώνι της καρδιάς μας να μην αλωνίζουν μαζί αρετή και κακία, αλλά μόνον η αρετή» (Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος).
Πρόκειται περί αποσπάσματος από τον λόγο «Περί της πνευματικής τελειότητος» του μεγάλου νηπτικού Πατέρα της Εκκλησίας αγίου Μακαρίου του Αιγυπτίου (4ος αι.), ο οποίος «με τους υπερβολικούς κόπους της ασκήσεως έγινε τύπος και παράδειγμα του μοναχικού βίου». Ποια είναι η προϋπόθεση με την οποία εκκινεί τον λόγο του ο άγιος στο παρατιθέμενο κείμενο; Η διαπίστωση ότι ο άνθρωπος μέσα του είναι διχασμένος: συχνά η ψυχή του ακολουθεί δύο γνώμες, το καλό και το κακό, όπως σημειώνει, καλλιεργεί δύο είδη καρπών, ωφέλιμων και βλαβερών, και το χειρότερο˙ μετέχει η ψυχή σε δύο πνεύματα, του Θεού και του (αμαρτωλού) κόσμου! Γι’ αυτό και το αποτέλεσμα βεβαίως είναι η απουσία της χάρης του Θεού στην ύπαρξή του – «δεν καρποφορεί τους καρπούς του Πνεύματος» – που θα πει ότι κυριαρχείται τελικώς από το ακατάστατο δαιμονικό πνεύμα και την κόλαση και τη δυστυχία που αυτό αδιάκοπα ζει και μεταφέρει. Ο αδελφόθεος Ιάκωβος θα πει ότι δεν μπορεί μία πηγή πότε να βγάζει νερό καθαρό και πότε βρόμικο, εννοώντας ασφαλώς ότι στην καρδιά του ανθρώπου δεν πρέπει να υπάρχει η διχοστασία και η διχογνωμία, διότι στην ουσία πρόκειται έτσι για μία τρέλα που φανερώνει το ψυχικό έρεβος στο οποίο είναι βυθισμένη αυτή.
Η αιτία για την τραγική αυτή κατάσταση είναι γνωστή: είναι η αμαρτία στην οποία περιέπεσε ο άνθρωπος ήδη απαρχής της δημιουργίας του, η άρνηση να υπακούσει στον Δημιουργό του, οπότε όλη η θεοείδεια του ανθρώπου χάθηκε, απώλεσε αυτός την ομορφιά του εικονισμού του Χριστού στην ύπαρξή του, θόλωσε ο ορίζοντάς του, κινήθηκε και κινείται έκτοτε σαν τυφλός χωρίς νόημα και σκοπό στη ζωή του. Ο μονόδρομος της υπακοής στον Θεό που συνιστούσε τη φυσιολογία και τη χαρά του έγινε η πολλαπλότητα αδιέξοδων δρόμων που δημιουργούσαν οι αμαρτωλές διαθέσεις του, δρόμων που τον έκαναν να στριφογυρίζει γύρω πάντοτε από τον εαυτό του – μία περιδίνηση έκτοτε του εγώ του σαν μία ρουφήχτρα που τον τραβάει στα έσχατα βάθη του προσωπικού του άδη. «Ο υιός μου ούτος νεκρός ην και απολωλώς», είπε ο Κύριος για τον άσωτο υιό κάνοντας την εκτίμηση της μακριά από τον Θεό Πατέρα κατάστασής του.
Και βεβαίως ο Κύριος, ως η πηγή της αγάπης και της ζωής, δεν άφησε το δημιούργημά Του στην τραγική αυτήν κατάσταση. «Έκλινεν ουρανούς και κατέβη» εν προσώπω Ιησού Χριστού, προσέλαβε την πεσμένη ανθρώπινη φύση, την καθάρισε, την έσωσε, της έδωσε και πάλι την αρχική της προοπτική κι ακόμη περισσότερο. Με τον απαραίτητο όρο ο άνθρωπος να θελήσει την επέμβασή Του, να αποδεχτεί ελεύθερα τη δωρεά Του, κατά το «όσοι έλαβον Αυτόν έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι» (άγιος Ιωάννης Θεολόγος). Στο πρόσωπο ιδίως της Παναγίας Μητέρας του Κυρίου βλέπουμε την πιο καθαρή μορφή της συνεργασίας αυτής: «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου» – η συνέργεια που σαρκώνει τον Θεό μέσα στον άνθρωπο και τον κάνει «να βαστάζει τον βαστάζοντα πάντα». Με τα λόγια μάλιστα του αγίου Μακαρίου: «Με τη χάρη και τη θεία δωρεά του Πνεύματος, ο καθένας από εμάς κερδίζει τη σωτηρία˙ με πίστη πάλι και αγάπη και με αγώνα της αυτεξούσιας προαιρέσεως μπορεί να φτάσει στο τέλειο μέτρο της αρετής».
Λοιπόν, μετά τον ερχομό του Κυρίου Ιησού η πορεία του χριστιανού ξαναγίνεται μονόδρομος. Είναι ο μονόδρομος της απόλυτης και αταλάντευτης υπακοής στο άγιο θέλημα του Θεού, όπως το υπέδειξε ο Ίδιος με την προσευχή που μας δίδαξε, το «Πάτερ ημών», και όπως διαρκώς το λέμε και εμείς, αλλά συχνά χωρίς επίγνωση: «γενηθήτω το θέλημά Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης». Με άλλα λόγια, ο χριστιανός δεν πρέπει και δεν μπορεί να έχει δύο θελήματα, δεν μπορεί να αλληθωρίζει σε δύο κατευθύνσεις, δεν πρέπει να παρουσιάζει συμπτώματα πνευματικής σχιζοφρένειας. Ο Κύριος με απόλυτο τρόπο το απεκάλυψε πολλές φορές: «Ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». «Όποιος θέλει να είναι φίλος του (αμαρτωλού) κόσμου γίνεται εχθρός του Θεού». «Όποιος δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου» – λόγια που αν τα συνειδητοποιούσαμε θα βρισκόμασταν εσαεί στην πιο μεγάλη πνευματική ένταση, σαν τον αθλητή που είναι έτοιμος να ακούσει το κέλευσμα για να ξεκινήσει όλος μάτια και αυτιά στο αγώνισμά του.