Στον τόπο που φανερώθηκε η Εικόνα της Παναγίας
Το μοναστήρι αυτό βρίσκεται κυριολεκτικά γαντζωμένο πάνω στο βουνό , περιστοιχισμένο από μεγάλους βραχώδεις όγκους , οπού ο αέρας με το πέρασμα των αιώνων σμίλεψε πάνω τους εκατοντάδες μικρές σπηλιές , οι μεγαλύτερες των οποίων χρησιμοποιήθηκαν και ως ασκητήρια από τους παλαιότερους μοναχούς.
Ή μονή παρουσιάζει , κατά τον τύπο των βυζαντινών μοναστηριών , όψη φρουρίου και ή έκταση πού καταλαμβάνει είναι αρκετά μεγάλη , με τα κτίρια της να είναι κτισμένα σε παραλληλόγραμμη διάταξη , έχοντας μήκος κατά πολύ μεγαλύτερο από το πλάτος της. Λόγω του απόκρημνου τοπίου ή μονή πήρε αυτή την στενόμακρη διάταξη και δίνει σήμερα την εντύπωση λαβυρίνθου, αφού εκτός του στενού κεντρικού διαδρόμου της , μόνο στενότατα δρομάκια σε οδηγούν στα υπόλοιπα κελιά.
Όταν καταφέρεις και βγεις στο υψηλότερο σημείο της , ή πανοραμική θέα σε αποζημιώνει , δίνοντας σου πραγματικά την αίσθηση ότι αιωρείσαι στο κενό. Για την Ιστορική απαρχή της μονής , δυστυχώς , δεν έχουμε πολλά στοιχεία , και αυτό μας δίνει μια αβεβαιότητα ως προς τις συνθήκες που επικράτησαν εδώ τότε. Βασιζόμενοι σε δύο χειρόγραφα , πού διασώζονται σήμερα , και στην τοπική παράδοση , δεχόμαστε ότι ή ιστορία ξεκίνησε ως έξης : Πριν το 960 μ.χ. , δύο μοναχοί , πού ασκήτευαν στο απέναντι βουνό έβλεπαν ένα φως κάθε βράδυ σε σημείο κοντινό με αυτό οπού σήμερα είναι κτισμένη ή μονή.
Βλέποντας τέτοιο θαύμα , για πολύ καιρό αποφάσισαν να έρθουν προς εξερεύνηση του φαινομένου.
Αφού έψαξαν αρκετά , αξιώθηκαν από τη χάρη του Θεού να βρουν την σεβάσμια εικόνα της Παναγίας της Πανάχραντου , κάτω από ένα σπήλαιο, κοντά στο σημείο οπού τώρα βρίσκεται ο Ναός του Φωτοδότη (όνομα το όποιο πήρε προφανώς από το φως πού φανερώθηκε εδώ).
Περιμένοντας Ικανό καιρό μήπως φανερώνονταν άλλος μοναχός πού να ασκήτευε εκεί και να προσεύχονταν στην εικόνα και αφού δεν φανερώθηκε κανένας, πήραν την εικόνα μαζί τους στο κελί τους στον απέναντι βουνό. Το βράδυ εκείνο το φως, πού έβλεπαν, δεν ξαναφάνηκε, γεγονός πού τους επιβεβαίωσε ότι επρόκειτο για τη χάρη της Παναγίας. Όταν ξημέρωσε ή καινούργια ήμερα , ή εικόνα είχε εξαφανιστεί από το σημείο οπού την είχαν ακουμπήσει και προς μεγαλύτερη έκπληξη τους το φως ξαναφάνηκε το επόμενο βράδυ.
Επιστρέφοντας στο σημείο πού είχαν βρει την εικόνα, είδαν πώς και αυτή είχε θαυματουργικώς επιστρέψει εκεί!
Αφού παρακάλεσαν μετά δακρύων να επιτρέψει ή Παναγία να πάρουν την εικόνα της , την επήραν , άλλα και πάλι δια νυκτός ή Παναγιά επέστρεψε στον τόπο της.
Το γεγονός αυτό συνέβη αρκετές φορές ακόμα, όταν τελικώς φωτίστηκαν και κατοίκησαν μόνιμα κοντά στο σπήλαιο, οπού έφτιαξαν και μικρό ασκητήριο.
Ή φήμη αυτή διαδόθηκε γρήγορα και έτσι και άλλοι μοναχοί ήρθαν εδώ και αποτέλεσαν την πρώτη αδελφότητα. Αργότερα , και συγκεκριμένα το 961 μ.χ. ο Νικηφόρος Φωκάς εκστράτευε εναντίον των Κρητικών που είχαν αλλαξοπιστήσει , αλλά λόγω του ενάντιου ανέμου που συνάντησε, αναγκάστηκε να σταματήσει στην Άνδρο.
Θέλοντας να προσευχηθεί κάπου για το δύσκολο έργο πού είχε αναλάβει , οι κάτοικοι του νησιού του υπέδειξαν το ασκητήριο , πού είχαν φτιάξει οι προαναφερθέντες μοναχοί. Έτσι , ο Φωκάς επισκέφθηκε το μέρος και αφού προσκύνησε την Παναγία υποσχέθηκε πώς θα βοηθούσε τούς μοναχούς να φτιάξουν το μοναστήρι , πού θα τους προστάτευε από πιθανές επιθέσεις αν τελικά κατάφερνε να νικήσει στον πόλεμο.
Ό Φωκάς, τελικά , ελευθέρωσε την Κρήτη και επέστρεψε στην Άνδρο , οπού άφησε πολλά χρήματα , με τα όποια οι μοναχοί έχτισαν τα πρώτα κτίρια της μονής, ή οποία ονομάστηκε στο εξής Ιερά Μονή Παναχράντου προς τιμή της Παναγίας. Από την κτίση της Μονής και μέχρι το 1590, δεν διασώζεται, δυστυχώς , κανένα έγγραφο στο αρχείο της Μονής και ίσως σε αυτό να έπαιξε σημαντικό ρόλο ή μεγάλη περίοδος φραγκοκρατίας πού πέρασε ή Άνδρος ( 1200 – 1566 ).
Από το 1590 όμως και μετά , οπού ή Άνδρος πέρασε στα χέρια των Τούρκων , το μοναστήρι γνώρισε μεγάλη ακμή , με πρωτεργάτη το Μητροπολίτη τότε Άνδρου και Κέας Γαβριήλ.
Την περίοδο αυτή , ανακαινίστηκε και το καθολικό της Μονής ( 1602 – 1608 ) και πήρε τη μορφή , πού έχει μέχρι σήμερα. Σιγά σιγά , ή δύναμη του μοναστηρίου άρχισε να μεγαλώνει και. έφτασε στο σημείο να περιλαμβάνει στο δυναμικό της περί τους 360 εγγεγραμμένους μοναχούς και κτηματική περιουσία στο μεγαλύτερο μέρος της Άνδρου, καθώς επίσης και μετόχια στην Κωνσταντινούπολη, τη Χίο, τη Μυτιλήνη, τη Ρόδο και τη Σμύρνη.
Ή περιουσία αυτή για να διατηρηθεί ανάγκασε τους μοναχούς να ταξιδεύουν πολύ , γεγονός πού συντέλεσε ώστε να συγκεντρωθούν στη Μονή πάρα πολλά κειμήλια καθώς και πλήθος Αγίων Λειψάνων.
Το σπουδαιότερο από τα Άγια Λείψανα πού φυλάσσονται εδώ , είναι ή τιμία κάρα του Άγιου Παντελεήμονος ή οποία και μεταφέρθηκε εδώ από την Κωνσταντινούπολη το 1705 με τη σύμφωνη γνώμη του τότε Πατριάρχη Κοσμά του Γ’ , ενώ επίσης φυλάσσονται και τεμάχια από τα λείψανα των Άγιων Άειθαλα , Άβερκίου , Χαραλάμπους , Τρύφωνος κ.ά. Ή μεγάλη δε αυτή ανάπτυξη της Μονής ώθησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να την ανακηρύξει σε Σταυροπηγιακή το 1683 , γεγονός πού έδωσε μεγάλη ανεξαρτησία στη Μονή και πολλά προνόμια.
Ή μεγάλη δύναμη της Μονής σε μοναχούς και ή εξάπλωση της σε πολλά μέρη εκτός Άνδρου, ήταν αναμενόμενο να συντελέσουν τα μέγιστα ώστε αυτή να παίξει σημαντικό ρόλο στα σπουδαιότερα ιστορικά γεγονότα πού σημάδεψαν την πατρίδα μας.
Πιο συγκεκριμένα , την περίοδο της Εθνικής Επαναστάσεως , πρώτοι οι μοναχοί της Πανάχραντου κήρυξαν την επανάσταση στο νησί και ιστορικοί της εποχής αποδίδουν την πρώτη επαναστατική ενέργεια σ1 αυτούς. Επίσης, ο Παναχραντινός μοναχός και Μητροπολίτης Τζίας και Θερμίων Νικόλαος Ρούσσος , ευλόγησε τα όπλα της εν Μολδοβλαχία αρξαμένης επαναστάσεως υπό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη , τον Φεβρουάριο του 1821.
Γνωρίζουμε δε , βάσει χειρογράφων , πώς και χρηματικώς ή Μονή βοήθησε το κατά δύναμη στις ανάγκες της Πατρίδος την δύσκολη εκείνη περίοδο. Μετέπειτα , όταν βασιλεύς της Ελλάδος ήταν ο Όθωνας , το Μοναστήρι αριθμούσε ακόμη πολλούς μοναχούς και αυτός ήταν ο λόγος που δεν το έκλεισαν , σύμφωνα με το διάταγμα τότε του Mauer , πού απαιτούσε να κλείσουν όλα τα αντρικά μοναστήρια με πληθυσμό κάτω των πέντε μοναχών και όλα τα γυναικεία εκτός από τρία. Την περίοδο αύτη μάλιστα έστειλαν στο Μοναστήρι εξόριστο τον μοναχό Χριστόφορο Παναγιωτόπουλο , καλύτερα γνωστό σε εμάς ως Παπουλάκο.
Ό χαρισματικός αυτός μοναχός πέρασε εδώ τα τελευταία επτά και μισό χρόνια της ζωής του και εκοιμήθη στις 18 Ιανουαρίου του 1861.
Ή ζωή των ελληνικών μοναστηριών είναι πάντα συνυφασμένη με την ιστορία του έθνους μας , με μια σχέση προσφοράς και αγάπης , όσο και αν κάποιοι σήμερα δεν θέλουν να παραδεχθούν κάτι τέτοιο. Για τη Μονή της Πανάχραντου τα επόμενα δύο περιστατικά αποδεικνύουν αυτή την αλήθεια.
Το πρώτο είναι με την εισροή των προσφύγων από την Μικρά Ασία. Ή Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος , δέχτηκε τότε , να απαλλοτριωθούν μεγάλα τμήματα από την περιουσία των μοναστηριών , προς ενίσχυση των ανθρώπων αυτών. Από τη Μονή Πανάχραντου πήραν όλα τα κτήματα πού είχε αυτή εκτός Άνδρου , καθώς και τα μισά περίπου από αυτά πού είχε πάνω στην Άνδρο.
Το δεύτερο περιστατικό συνέβη κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής. Σύμφωνα με μαρτυρίες ανθρώπων πού βρίσκονται ακόμα εν ζωή , ο τότε Ηγούμενος της Μονής, παρουσιάστηκε χωρίς φόβο μπροστά στον Γερμανό διοικητή και τον παρακάλεσε να τους επιτρέψει να σιτίζουν παιδιά από τα χωριά της Άνδρου , πράγμα πού έγινε. Έτσι πολλοί σήμερα οφείλουν ευγνωμοσύνη στη Μονή , αφού τα αρκετά ζώα πού είχε και ή ακούραστη προσφορά των μοναχών βοήθησαν στο να μην πεθάνουν αρκετοί από την πείνα.
Τα επόμενα χρόνια ή Μονή άρχισε να φθίνει σε έμψυχο δυναμικό , με αποτέλεσμα πριν μερικά χρόνια να μείνει μόνο ένας μοναχός. Παρόλα αυτά , ή Χάρις του Θεού φαίνεται είχε άλλα σχέδια γία τη Μονή και έτσι , αντί να πέσει σε παρακμή , ανακαινίστηκε πλήρως από τον ένα αυτό καλόγερο , ο όποιος μάλιστα, με τη βοήθεια πολλών Ανδρίων , έκανε όλα τα έργα χωρίς να χαλάσει την παραδοσιακή εικόνα του μοναστηρίου. Ό μοναχός αυτός είναι ο Αρχιμανδρίτης Ευδόκιμος Φραγκουλάκης και είναι σήμερα Ηγούμενος σπό Μοναστήρι. Σήμερα είναι εγγεγραμμένοι στο μοναχολόγιο πέντε μοναχοί , που συνεχίζουν με τη φιλοξενία τους και το έργο τους την προσφορά της Μονής. Όπως ο π. Αέτιος και ο π. Φιλάρετος.
Τη Μονή μπορεί κανείς σήμερα να επισκεφθεί όλο το χρόνο , από την ανατολή έως τη δύση του ήλιου , ενώ εάν θέλει και μπορεί να φιλοξενηθεί για λίγες ημέρες.
Οι μεγαλύτερες εορτές πού γίνονται στη Μονή είναι δύο. Του Αγίου Παντελεήμονος, στις 27 Ιουλίου , οπού πολύ μεγάλο πλήθος από όλη την Ελλάδα έρχεται να συνεορτάσει και στις 15 Αυγούστου , εορτή της Παναγίας της Πανάχραντου.
Τις άλλες μέρες γίνονται οι ακολουθίες αρκετά πρωί , κατά το μοναστηριακό τυπικό , υπό το φως των κεριών , σε ένα κατανυκτικό περιβάλλον.
Το μοναστήρι είναι αρκετά μεγάλο για τον αριθμό των μοναχών του και έτσι ο επισκέπτης που το περιτριγυρίζει θα αισθανθεί τον τόπο ερημικό. Είναι όμως ακόμα πιο σίγουρο πώς μέσα από τα βουβά χειρόγραφα (υπάρχουν αρκετά) τα παλαιά Ιερά σκεύη (πού τώρα στέκονται » φαγωμένα » από την πολλή χρήση στις προθήκες του μουσείου της Μονής) τους φανταχτερούς πολυελαίους και τα ασημένια πολυκάντηλα, τους άδειους από μοναχούς οντάδες και τα παλαιά παρεκκλήσια πού φιλοξενεί ή Μονή , θα ακούσει τις ψυχές όλων αυτών πού αναλώθηκαν εδώ πάνω σε αυτό το βράχο , για να μπορέσουν με την προσφορά τους και κυρίως με τις προσευχές τους , να κατευνάσουν τον Θεό, ώστε να λυπηθεί τους ανθρώπους και κυρίως τους αμαρτωλούς.
Κειμενο και φωτογραφίες: Ι.Μ. Παναχράντου Άνδρου