Ανταποκρινόμενοι στα μηνύματα και αιτήματα πολλών αναγνωστών, οι οποίοι ζητούν να πληροφορηθούν για τα οφίκια και τη σημασία τους, με αφορμή την πρόσφατη προχείριση νέων Αρχόντων την Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022 στον Αρχιεπισκοπικό Καθεδρικό Ναό της Αγίας Τριάδος Νέας Υόρκης, οι οποίοι προστέθηκαν στον μακροσκελή κατάλογο των ήδη υπαρχόντων του Τάγματος του Αγίου Ανδρέα, αναφέρουμε εν συντομία τα εξής: Τα οφίκια είναι βασικώς εκκλησιαστικοί τίτλοι που απονεμόταν σε κληρικούς και λαϊκούς, τους λεγόμενους εσωκατακοίλους και εξωκατακοίλους οι οποίοι υπηρετούσαν τον Πατριάρχη και την Πατριαρχική Αυλή. Υπήρχαν όμως και πολιτικής χροιάς οφίκια από τον Αυτοκράτορα.
Εμείς θα επικεντρωθούμε στα εκκλησιαστικά, οι παραλήπτες των οποίων εκτελούσαν μία καθορισμένη εργασία, συγκροτούσαν ένα ξεχωριστό σώμα γύρω από τον Πατριάρχη το οποίο μάλιστα πολλές φορές τον επηρέαζε καθοριστικά. Σήμερα τα οφίκια ιδιαίτερα των κληρικών εξακολουθούν να έχουν ισχύ για τα μέλη της Πατριαρχικής Αυλής, καθότι ο καθένας έχει την συγκεκριμένη του ευθύνη που εξαγγέλλει ο τίτλος του οφικίου του.
Οι τίτλοι και τα οφίκια που απονέμονται σε λαϊκούς, ουσιαστικά είναι απλώς τιμητικοί τίτλοι άνευ υπαρκτού περιεχομένου και συγκεκριμένης διακονίας. Αποτέλεσμα είναι η δημιουργία μιας ξεχωριστής ομάδας τιτλούχων ή οφικιαλίων εντός του Σώματος της Εκκλησίας, στοχεύοντας στην υπεράσπιση των Δικαίων του Οικουμενικού Θρόνου λόγω ης εμπερίστατης σήμερα θέσεώς του, αποκύημα των πολιτικογεωγραφικών συγκυριών. Είναι και αυτός ένας τρόπος παντοειδούς στήριξης, οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Οφείλει, ωστόσο, να διευκρινιστεί πως μέσα στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, όλα τα μέλη της αδιακρίτως κοινωνικής, οικονομικής, μορφωτικής, θεσμικής τάξης, είναι ίσα και ισότιμα, δηλαδή δεν υπάρχουν Αρχοντες και μη Αρχοντες.
Στη συνέχεια θα αναφερθούμε σε μερικά από τα πιο γνωστά οφίκια που έχουν απονεμηθεί και απονέμονται σε Ελληνοαμερικανούς. Το κορυφαίο οφίκιο είναι του Μεγάλου Λογοθέτου, το οποίο αρχικά ήταν πολιτικό και μάλιστα τριών κατηγοριών: ο Λογοθέτης του Στρατιωτικού, του Γενικού και του Ειδικού και ήταν διευθυντές της οικονομικής υπηρεσίας της Αυτοκρατορίας. Διατηρήθηκε και μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης και ανάμεσα στα καθήκοντα και δικαιώματά του ήταν να στέκεται στον Πατριαρχικό Ναό δεξιά του Πατριάρχη στις Λειτουργίας και επίσημες τελετές, να απαγγέλλει το Σύμβολον της Πίστεως (το Πιστεύω) και την Κυριακή προσευχή, δηλαδή το «Πάτερ ημών».
Ασηκρήτις: Προέρχεται από τη λατινική λέξη scriba (γραμματέας) και περιγράφει τα καθήκοντα του γραφέα. Η θέση του ήταν εμπιστευτική και γι’ αυτό οι ασηκρίτες είχαν απαραίτητα υψηλή μόρφωση και ευρεία γλωσσομάθεια.
Δεπουτάτος: Καλούσε του Αρχοντες στον Αρχιερέα και προετοίμαζε τον λαό για την ποιμαντορική επίσκεψη του.
Δικαιοφύλαξ: Νομικός σύμβουλος υπέρ των δικαιωμάτων της Εκκλησίας και του λαού του Βυζαντίου.
Εκδικος: Ο επιφορτισμένος με την υπεράσπιση των δικαίων της Εκκλησίας, ενώπιον των Πολιτικών Αρχών.
Μυρεψός: Τιμητικός τίτλος, ο οποίος αποδιδόταν κατά τους βυζαντινούς χρόνους σε γιατρούς.
Νοτάριος: Ο νοτάριος ήταν ο ταχυγράφος (δηλαδή ο στενογράφος) επί Βυζαντίου. Επί Φραγκοκρατίας και αργότερα επί Τουρκοκρατίας, ο νοτάριος ήταν ο αντίστοιχος συμβολαιογράφος της σημερινής εποχής.
Οστιάριος: Από τη λέξη «ostium» (θύρα) φρόντιζε για την τάξη εντός του ιερού ναού και ήλεγχε το άνοιγμα και το κλείσιμο των θυρών του, κυρίως για τους Κατηχούμενους στο σημείο της εκφώνησης «τας θύρας, τας θύρας εν σοφία, πρόσχωμεν». Επίσης δεν επέτρεπε την είσοδο σε μη βαπτισμένα άτομα, ενώ στις επίσημες τελετές και εκδηλώσεις προπορευόταν του Αρχιερέα κρατώντας τη ράβδο του.
Πριμικήριος: Ηταν υπεύθυνος για την εκκλησιαστική τάξη μέσα στο ναό καθώς και για τα ιερά αναγνώσματα, τα οποία διαβάζονταν στις Ακολουθίες. Στις τελετές και στις ακολουθίες των μεγάλων εορτών, ο Πριμικήριος υποδεχόταν τον Αρχιερέα στην είσοδο του ναού κρατώντας λαμπάδα και κατόπιν τον ακολουθούσε στο εσωτερικό του ναού.
Ρεφενδάριος: Προέρχεται από τη λατινική λέξη refero, που σημαίνει μεταφέρω, επαναφέρω πληροφορίες και ειδήσεις. Ηταν ο έκτακτος, ο προσωπικός απεσταλμένος του Πατριάρχη σε διπλωματικές αποστολές και αποστελλόταν από τον Πατριάρχη στους Πολιτικούς Αρχοντες για να τους μεταφέρει μηνύματα και ό,τι άλλο χρειαζόταν, ενώ κύριο αντικείμενό του ήταν η προώθηση όλων των αιτημάτων του Οικουμενικού Πατριάρχη στους πολιτικούς ηγέτες του κράτους.
Ιερομνήμων: Βοηθούσε στις Κυριακάτικες Θείες Λειτουργίες και κρατούσε το βιβλίο από όπου ο αρχιερέας διάβαζε τις ευχές. Τη Μεγάλη Δευτέρα αναγίγνωσκε το Ευαγγέλιο, ενώ την Μεγάλη Πέμπτη βοηθούσε τον Πατριάρχη να πλύνει την Αγία Τράπεζα. Εάν ο οφικιάλιος ήταν ιερέας μπορούσε να εγκαινιάζει ναούς και να χειροθετεί αναγνώστες, μόνο όταν η Επισκοπή στην οποία υπαγόταν, χήρευε. Επίσης κρατούσε φυλαγμένο τον Κώδικα της Εκκλησίας ως Αρχειοφύλακας (ταβουλάριος) και συνέτασσε έγγραφα σχετικά με δικαιοπραξίες.
Σκευοφύλαξ: Κόμιζε πριν από τη Θεία Λειτουργία τα ιερά σκεύη και τα ιερά άμφια από το σκευοφυλάκιο στο ναό, τα οποία μετέφερε ξανά σ’ αυτό μετά το τέλος της Λειτουργίας ή των Ακολουθιών.
Χαρτουλάριος. Είχε την ευθύνη του ληξιαρχείου, των ληξιαρχικών πράξεων και των ληξιαρχικών βιβλίων.
Λαοσυνάκτης: Εργο τους να συνάγουν Αρχοντες της πόλης και τον λαό στην εκκλησία.
Υπομνηματογράφος: Παρευρισκόταν με τον Επίσκοπο ως βοηθός του στις συνεδριάσεις της Ιεραρχίας και κατέγραφε τα Πρακτικά κατά τις εκλογές των Επισκόπων.
Πρωτονάριος: Ο όρος «νοτάριος» σήμαινε εις την βυζαντινή εποχή τον στενογράφο και σήμερα θα λέγαμε τον συμβολαιογράφο. Προέρχεται από τη λατινική «nota» η οποία σημαίνει τη γραπτή σημείωση, ενώ η αγγλική λέξη «note» έχει εκεί τη ρίζα της.
Πηγή: Εθνικός Κήρυκας