Ίσως για άλλα δεν ομιλεί τόσο συγκεκριμένα και τόσο απόλυτα η Αγία Γραφή –ο απόστολος Παύλος, αλλά και ο ίδιος ο Κύριος που ομιλεί στην Αποκάλυψη– όσο γι’ αυτά τα αμαρτήματα. Δεν θα μπει στη Βασιλεία του Θεού, λέει ο απόστολος Παύλος, αυτός που κάνει αυτό, αυτό, αυτό, και απαριθμεί σαρκικά αμαρτήματα. Αναφέρει και κάποια άλλα, αλλά κυρίως τα σαρκικά αμαρτήματα. «Μη πλανάσθε· ούτε πόρνοι ούτε ειδωλολάτραι ούτε μοιχοί ούτε μαλακοί, ούτε αρσενοκοίται… βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι» (Α’ Κορ. 6:9-10). Πώς κατόρθωσε ο διάβολος τώρα και τα αποχρωμάτισε αυτά τα αμαρτήματα και, όπως είπαμε, κάνουν τι κάνουν οι άνθρωποι, αλλά δεν θεωρούν ότι πρόκειται περί αμαρτίας!
Στην Αποκάλυψη, στα τελευταία κεφάλαια –και σε προηγούμενα κεφάλαια– δύο φορές που γίνεται λόγος για αμαρτίες, αναφέρεται: έξω από τη Βασιλεία του Θεού οι πόρνοι κλπ. (Αποκ. 21:8· 22:15).
Όλες οι αμαρτίες είναι ακαθαρσία, αλλά κυρίως αυτή είναι ακαθαρσία. Αυτή είναι ασωτία. Ασωτία τι θα πει; Το αντίθετο της σωτηρίας. Προέρχεται από το ρήμα σώζω με το στερητικό άλφα. Δηλαδή χάνεται κανείς, καταστρέφεται. Κυρίως αυτού του είδους τα αμαρτήματα λέγονται ασωτία, αυτού του είδους τα αμαρτήματα λέγονται ακαθαρσία. Κυρίως αυτά είναι τα αμαρτήματα από τα οποία η Εκκλησία ανέκαθεν κάνει το παν να προφυλάξει τους πιστούς, και μάλιστα εκείνους οι οποίοι θα γίνουν κληρικοί.
Θα ήθελα, αδελφοί μου, να επιστήσω την προσοχή όλων σας στο θέμα αυτό το σοβαρό, και να προσέξουμε. Καταρχήν όλοι να προσέξουμε για μας τους ίδιους. Όχι απλώς για άλλους. Διότι το πνεύμα αυτό είναι διάχυτο και έχει κυριεύσει τις καρδιές όλων και τον νου όλων, καθώς, ας πούμε, ζούμε σ’ αυτή την κοινωνία που ζούμε, και καθώς με όλους τους τρόπους και με όλα τα μέσα λέγονται όσα λέγονται, διακηρύσσονται όσα διακηρύσσονται, γίνονται όσα γίνονται, φαίνονται όσα φαίνονται.
Αλλά ιδιαίτερα οι μεγαλύτεροι να προσέξουν τα παιδιά τους. Και θα έλεγα, ότι το πρώτο και κύριο που χρειάζεται είναι η προσευχή. Δηλαδή να νιώσουμε τον κίνδυνο τον μεγάλο. Να θεωρήσουμε τις αμαρτίες αυτές σαν να είναι πανούκλα, να τις θεωρήσουμε όπως ήταν οι καταστροφικές επιδημίες χολέρας ή μιας άλλης από τις παλιές ασθένειες που θέριζαν τον κόσμο, και οι άνθρωποι μόνο που τις άκουγαν, όσο μακριά κι αν φαίνονταν ότι είναι, τρομοκρατούνταν και έσπευδαν να λάβουν τα μέτρα τους.
Να τις νιώσουμε λοιπόν αυτές ως πολύ μεγάλο κίνδυνο για όλους μας και ιδιαίτερα για τα παιδιά, που είναι στην ηλικία αυτή και που βουλιάζουν κάθε μέρα και περισσότερο, καθώς ζουν μέσα σ’ αυτή την κοινωνία. Ακόμη κι εκείνα τα παιδιά τα οποία αγωνίζονται, ανθίστανται και έχουν κάποιες αρχές, ακριβώς επειδή ζουν σ’ αυτή την κοινωνία, πολλές φορές επηρεάζονται και, καθώς έχουν και άγνοια, ανεπαίσθητα πότε εδώ παγιδεύονται και πότε εκεί.
Να τις νιώσουμε ότι είναι μεγάλος κίνδυνος. Σαν να πρόκειται για την πιο θανατηφόρο, για την πιο καταστροφική ασθένεια. Όχι με την έννοια που είναι ο καρκίνος –όποιος έχει καρκίνο, έχει και τέλειωσε· δεν κινδυνεύουν οι άλλοι– αλλά με την έννοια της μεταδοτικής ασθενείας, που άμα την έχει ένας, όλοι θα την έχουμε. Να φοβηθούμε πάρα πολύ, να συνειδητοποιήσουμε τον κίνδυνο τον μεγάλο και να κράξουμε στον Θεό.
Να συναισθανθούμε τον κίνδυνο, να τρομοκρατηθούμε –το λέω αυτό με όλη τη σημασία της λέξεως– να φοβηθούμε πολύ. Αλλιώς θα χαθούμε. Θα χαθούμε και οι μεγάλοι και οι μικροί. Και να προσευχηθούμε. Να κράξουμε στον Θεό και είναι αδύνατον ο Θεός να μην μας δώσει μετάνοια. Και σ’ εμάς που θα κράξουμε, θα φωνάξουμε, θα προσευχηθούμε, και στους άλλους, για τους οποίους θα προσευχηθούμε και θα κράξουμε. Θα δώσει μετάνοια ο Θεός. Θα βρει κάποιες ψυχές με καλή διάθεση. Θα βρει κάποιες ψυχές, βαπτισμένες κιόλας ψυχές, που έχουν κάποια σπέρματα μέσα τους, που θα θελήσουν να μετανοήσουν, και θα δώσει ο Θεός μετάνοια, θα δώσει επιστροφή.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Θέλεις να αγιάσεις;”, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 1999, σελ. 136.