Μα, τί λες τώρα! Κάθε χρόνο στη σπηλιά αυτή φτάνουμε. Αποκλείεται να κάναμε λάθος. Άλλωστε, έχουμε την πιο τρανή απόδειξη.
– Ποια;
– Το αστέρι. Δεν είδες πως το αστέρι δεν στάθηκε από πάνω; Δεν είδες πως μας έδειχνε το δρόμο προς τη Δύση;
– Αυτό είναι αλήθεια ότι δεν μπορώ να το εξηγήσω.
– Τί να εξηγήσεις Γκασπάρ; Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο. Φέτος ο Χριστός δεν θα γεννηθεί στου Αγίους Τόπους.
– Αγίους Τόπους! Μα τί λες Μελχιόρ; Πού να βρεθεί η αγιοσύνη ανάμεσα σε τόσο τρόμο, τόσες εκρήξεις, τόσο αίμα και τόσα ερείπια! Ερημιά! Όλοι ψάχνουν έναν τρόπο να πάρουν των ομματιών τους.
– Αυτά βλέπω κι εγώ και μια παράξενη υποψία έχει σφηνωθεί στο μυαλό μου Γκασπάρ.
– Τί υποψία;
– Πώς ο Χριστός εφέτος προτίμησε να ακολουθήσει τους πρόσφυγες.
– Καταλαβαίνεις τί λες Μελχιόρ;
– Τί λέω;
– Πως ο Χριστός, ο βασιλιάς του κόσμου, ακολούθησε ένα εξαθλιωμένο λεφούσι σε ένα ταξίδι με χίλιους κινδύνους και με το φόβο να θαλασσοπνιγεί κι Αυτός μαζί μ΄ όλους αυτούς στα παγωμένα νερά. Εδώ εμείς, με κάμποσα χρήματα στην τσέπη, και είδαμε και πάθαμε να φτάσουμε σ΄ αυτό το Ελληνικό νησί.
– Γιατί παραξενεύεσαι Γκασπάρ; Μήπως κάθε χρόνο δεν τον βρίσκαμε να έχει βρει καταφύγιο ανάμεσα στους ασήμαντους και στα ζωντανά; Κάθε χρόνο δεν μένουμε έκπληκτοι, πώς Αυτός, ένας βασιλιάς, καταδέχτηκε για προσκυνητές Του ζώα και αμόρφωτους βοσκούς;
– Δεν ξέρω τί λέτε εσείς. Εμένα μου αρκεί το φως τού άστρου. Δυο χιλιάδες χρόνια αυτό εμπιστεύομαι. Κι αφού φέτος μας οδήγησε εδώ, είμαι βέβαιος πως έχουμε φτάσει στον προορισμό μας.
– Μα εδώ δεν έχει σπηλιές Μπαλτάσαρ. Μόνο κοντέινερ και αντίσκηνα βλέπω. Μανάδες, που δεν έχουν πού ν΄ αλλάξουν τα μωρά τους. Πατεράδες, που ντρέπονται γιατί δεν μπόρεσαν να εξασφαλίσουν την οικογένειά τους. Παλληκάρια, που το μόνο που ζητάνε είναι λίγος ήσυχος ύπνος, μετά από μήνες φόβου και τρόμου. Παιδιά, που μένουν κολλημένα στα πόδια των γονιών τους, γιατί δεν αντέχουν το δακρυσμένο βλέμμα τους. Πιστέψαμε τότε, πως ο νέος βασιλιάς θα έφερνε την ειρήνη και την αγάπη ανάμεσα στους ανθρώπους. Κι αντί γι’ αυτό, χρόνο με τον χρόνο, οι καρδιές σκληραίνουν όλο και περσότερο.
– Νομίζαμε πως ξεγελάσαμε τον Ηρώδη. Κι όμως, τελικά, αυτός καταφέρνει κάθε χρόνο να βρίσκει καινούργια θύματα.
– Γκασπάρ! Μπαλτάσαρ! Μην απογοητεύεστε! Δεν τέλειωσε ακόμη η ιστορία των ανθρώπων. Κι αν βρήκε ο Ηρώδης διαδόχους, βρήκε κι ο μικρός Βασιλιάς μας γενιές και γενιές πιστών του φίλων που δεν αποδέχονται τ΄ άδικο και τον πόνο των αθώων και βγαίνουν σε μάχη δύσκολη, μάχη χωρίς σταματημό, μάχη ιερή.
– Καμμιά μάχη δεν είναι ιερή. Όλες σε αίμα καταλήγουν και σε θρήνο.
– Μα η μάχη αυτών των φίλων του μικρού Μεσσία, Γκασπάρ μου, δεν γίνεται με σπαθιά και πυροβόλα. Γίνεται πρώτα μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, όπου αντιπαλεύει το «εγώ» με την αγάπη. Και μετά, όταν η αγάπη νικήσει, μεταμορφώνεται σε πράξη και αγώνα, όπου η ανθρωπιά αντιπαλεύει με την βαρβαρότητα και την αρπακτικότητα του κόσμου. Κι όταν ο άνθρωπος βγει στον αγώνα αυτόν…
– Μην περπατάτε άλλο! Το φως σταμάτησε πάνω από εκείνο το αντίσκηνο! Είναι δυνατόν;
– Σας το ΄πα: Όλη η οικογένεια του μικρού Χριστού ήρθε μαζί Τους. Φέτος, ούτε φάτνες, ούτε άγγελοι με φτερά. Ένα αντίσκηνο μόνο! Ένα αντίσκηνο σ΄ έναν πλημμυρισμένο από αγωνία και φτώχια καταυλισμό.
– Μα γίνεται Χριστούγεννα χωρίς αγγέλους, Μελχιόρ;
– Όχι, δε γίνεται. Μόνο που έφτασε ο καιρός να βγάλουν οι άνθρωποι φτερά και να σκεπάσουν τη γύμνια όλων των αθώων, που βρέθηκαν ανάμεσα στις μυλόπετρες των ισχυρών και των αρπακτικών της ιστορίας.
– Μα, εδώ μέσα δεν είναι Αυτός! Ένα βρέφος είναι, που γεννήθηκε λίγες ώρες μετά το ναυάγιο της βάρκας που τους έφερε!
– Μη δίνεις τόση σημασία σε όσα βλέπουν τα μάτια σου Γκασπάρ! Άσε εδώ το δώρο σου μαζί με τα δικά μας κι είμαι βέβαιος πως θ΄ ανοίξουν τ’ άλλα μάτια, τα μάτια της καρδιάς σου. Μόνο όσοι δίνουν, μπορούν και βλέπουν με τα μάτια αυτά. Κι άκου και πίστεψέ το: Μόνον τα μάτια αυτά βλέπουν τα θαύματα. Και τα Χριστούγεννα είναι ένα θαύμα! Γι΄ αυτό και θα τα βλέπουν πάντα μόνον όσοι έχουν καρδιά.
Από την Εφημερίδα Δημοκρατία
ΙΓΝΑΤΙΟΣ, Μητροπολίτης Δημητριάδος