Υπέρτατος αγώνας για την ορθόδοξη πίστη και την πατρίδα
Το 1380 ο χάνος των Τατάρων Μαμάι κίνησε με τον αναρίθμητο στρατό του εναντίον της Ρωσίας. Στους μεγιστάνες του έλεγε με έπαρση:
− Θα κυριέψω τη ρωσική γη! Θα εξοντώσω όλους τους Ρώσους ηγεμόνες! Θα εξαφανίσω τον Χριστιανισμό!
Μάταια ο μεγάλος ηγεμόνας της Μόσχας άγιος Δημήτριος Ιβάνοβιτς (1358-1389) προσπάθησε με διάφορα δώρα να καταλαγιάσει τη μανία του. Το εχθρικό στράτευμα σαν απειλητικό σύννεφο πλησίαζε στα σύνορα της Ρωσίας.
Ο μεγάλος ηγεμόνας άρχισε να ετοιμάζεται για τον πόλεμο. Αλλά, προτού ξεκινήσει, πήγε στη Μονή της Αγίας Τριάδος για να πάρει την ευλογία του ηγουμένου της οσίου Σεργίου. Αφού προσευχήθηκε θερμά στον ναό, είπε στον όσιο:
− Γνωρίζεις, γέροντα, τον έσχατο κίνδυνο που διατρέχουν όλοι οι ορθόδοξοι. Ο άθεος χάνος Μαμάι έρχεται με τον στρατό του στην προγονική μας γη για να καταστρέψει τις εκκλησίες μας και να σφαγιάσει τον λαό μας. Προσευχήσου, γέροντα, να μας λυτρώσει ο Θεός από τη μεγάλη αυτή συμφορά.
Ο όσιος άρχισε να ενθαρρύνει τον μεγάλο ηγεμόνα:
− Ο Θεός αναθέτει σ’ εσένα να πολεμήσεις εναντίον των αντίχριστων εχθρών. Η νίκη είναι δική σου! Μη διστάσεις να περάσεις τον ποταμό Ντον και να συντρίψεις τους Τατάρους στο Κουλίκοβο.
Έπειτα τον κάλεσε να παραβρεθεί στη θεία Λειτουργία και να παρακαθήσει στη μοναστηριακή Τράπεζα. Ο μεγάλος ηγεμόνας, αν και βιαζόταν να επιστρέψει στα στρατεύματά του, δεν αρνήθηκε. Ο όσιος συνέχισε να τον εμψυχώνει, προφητεύοντας:
− Ο Θεός θα σε βοηθήσει· μην έχεις καμιάν αμφιβολία. Δεν έφτασε ακόμα ο καιρός του ένδοξου θανάτου σου. Για πολλούς, ωστόσο, ανδρείους συμπολεμιστές σου έχουν ήδη ετοιμαστεί μαρτυρικά στεφάνια. Οι Τάταροι θα ηττηθούν και θα καταστραφούν, ενώ εσύ θα ελεηθείς, θα βοηθηθείς και θα δοξαστείς από τον Θεό. Να εμπιστεύεσαι απόλυτα τον Κύριο και την Παναγία Μητέρα Του. Προχώρα χωρίς φόβο! Θα νικήσεις!
Οι προφητείες αυτές συγκίνησαν και εγκαρδίωσαν τον υπερασπιστή της ρωσικής γης. Ο όσιος τον ράντισε με αγιασμό, τον σταύρωσε και τον κατευόδωσε. Ο μεγάλος ηγεμόνας τού ζήτησε ως συνοδούς στη μάχη δύο μοναχούς, τον π. Αλέξανδρο Περεσβέτ και τον π. Ανδρέα Οσλιάμπα, οι οποίοι πρωτύτερα ήταν στρατιωτικοί δοκιμασμένοι σε σκληρές πολεμικές επιχειρήσεις. Ο γέροντας ικανοποίησε την επιθυμία του αγίου Δημητρίου Ιβάνοβιτς. Έδωσε εντολή στους δύο μοναχούς να φορέσουν το σχήμα με την παράσταση του σταυρού και τους είπε:
− Παιδιά μου, αυτό το σχήμα ας είναι το δικό σας ακαταμάχητο όπλο!
Ο μεγάλος ηγεμόνας, φεύγοντας, υποσχέθηκε:
− Αν ο Κύριος με βοηθήσει να νικήσω τους εχθρούς, θα ιδρύσω μοναστήρι στο όνομα της Παναγίας Μητέρας Του.
Στις 7 Σεπτεμβρίου του 1380 τα ενωμένα στρατεύματα των Ρώσων ηγεμόνων κάτω από την αρχιστρατηγία του μεγάλου ηγεμόνα της Μόσχας αγίου Δημητρίου Ιβάνοβιτς πέρασαν τον ποταμό Ντον και ξεχύθηκαν στην πεδιάδα Κουλίκοβο, για ν’ αντιμετωπίσουν τον φοβερό εχθρό εκεί όπου τους υπέδειξε ο όσιος Σέργιος.
Το πρωί της 8ης Σεπτεμβρίου, γιορτής του Γενεσίου της Θεοτόκου, ετοιμάστηκαν για την ιστορική σύγκρουση. Πριν αρχίσει η μάχη, ο όσιος Σέργιος ενίσχυσε ακόμα μια φορά τον ευσεβή μεγάλο ηγεμόνα: Του έστειλε με τον μοναχό Νεκτάριο και άλλους δύο αδελφούς την ευλογία της Αγίας Τριάδος, πρόσφορα από τη θεία Λειτουργία κι ένα γράμμα με το οποίο τον συμβούλευε να στηριχθεί στη βοήθεια του Κυρίου και, το πιο σημαντικό, του προφήτευε κατηγορηματικά τη νίκη.
Η είδηση για την αποστολή των τριών μοναχών και την προφητεία του ξακουστού ηγουμένου διαδόθηκε αστραπιαία από σύνταγμα σε σύνταγμα κι από λόχο σε λόχο, ενθουσιάζοντας τους αξιωματικούς και τους στρατιώτες. Με πίστη στη δύναμη των προσευχών του οσίου, όλοι ετοιμάστηκαν για τη μάχη, πρόθυμοι ακόμα και να πεθάνουν για την ορθόδοξη πίστη και την πατρίδα.
Η στρατιά των Τατάρων άρχισε να πλησιάζει. Ανάμεσα στους πολεμιστές ξεχώριζε ένας πανύψηλος γίγαντας, ο Τελεμπέι. Σαν τον Φιλισταίο Γολιάθ, ο Τελεμπέι φώναζε και προκαλούσε οποιονδήποτε Ρώσο να μονομαχήσει μαζί του. Ποιος, αλήθεια, θα τολμούσε;… Και όμως, κάποιος τόλμησε! Ήταν ο ταπεινός υποτακτικός του οσίου Σεργίου, ο π. Αλέξανδρος Περεσβέτ! Αφού επικαλέστηκε την ευχή του πνευματικού του πατέρα, ζήτησε την προσευχή του παραδελφού του π. Ανδρέα Οσλιάμπα και την άδεια του μεγάλου ηγεμόνα. Ύστερα, οπλισμένος με ένθεο ζήλο για την υπεράσπιση της πίστεως και της πατρίδας, όρμησε άφοβα εναντίον του υπερφίαλου Τατάρου. Η σύγκρουση ήταν τρομακτική. Η κεραυνοβόλα επίθεση του μοναχού έκαμψε τη φοβερή δύναμη του γίγαντα, αλλά σε λίγο έπεσαν και οι δύο νεκροί.
Τότε άρχισε η αιματηρή μάχη. Έγινε σφαγή χωρίς προηγούμενο στη ρωσική ιστορία. Οι αντίπαλοι πολεμούσαν με δόρατα, με σπαθιά, με μαχαίρια, με ρόπαλα, με τσεκούρια· έπνιγαν ο ένας τον άλλο με τα ίδια τους τα χέρια· πέθαιναν ποδοπατημένοι από τα άλογα. Το αίμα ανθρώπων και ζώων κυλούσε σαν ποτάμι σε μήκος χιλιομέτρων.
Πλήθη Ρώσων στρατιωτών έπεσαν ηρωικά την ημέρα εκείνη. Οι Τάταροι, όμως, έπαθαν πανωλεθρία. Όσοι έμειναν ζωντανοί, έτρεχαν πανικόβλητοι για να σωθούν, αφήνοντας πίσω τους το πεδίο της μάχης γεμάτο πτώματα συμπολεμιστών τους. Ο ίδιος ο αρχηγός τους, ο Μαμάι, μόλις που κατάφερε να γλιτώσει.
Την ώρα της άγριας συμπλοκής, ο όσιος Σέργιος και όλοι οι αδελφοί, συγκεντρωμένοι στο καθολικό της μονής τους, ικέτευαν με δάκρυα τον Κύριο να χαρίσει τη νίκη στον ορθόδοξο ρωσικό στρατό. Με το διορατικό του χάρισμα ο όσιος έβλεπε τη μάχη σαν να γινόταν μπροστά του. Πληροφορούσε τους αδελφούς για την εξέλιξή της και ανέφερε με κάθε λεπτομέρεια τα περιστατικά της. Τέλος, γνωστοποίησε στην αδελφότητα τη νίκη του ρωσικού στρατού και τα ονόματα ορισμένων πολεμιστών που έπεσαν στο πεδίο της μάχης. Αμέσως όλοι προσευχήθηκαν για την ανάπαυση των ψυχών τους.
Ο μεγάλος ηγεμόνας άγιος Δημήτριος Ιβάνοβιτς, που για την ένδοξη νίκη του στον ποταμό Ντον έλαβε την προσωνυμία Ντόνσκοϊ, γύρισε θριαμβευτικά στη Μόσχα. Το πρώτο που θέλησε να κάνει, ήταν να συναντήσει τον όσιο Σέργιο. Φτάνοντας στη Μονή της Αγίας Τριάδος, μπήκε στον ναό και προσευχήθηκε στον Θεό με δάκρυα ευγνωμοσύνης. Έπειτα ευχαρίστησε τον άγιο ηγούμενο και τους πατέρες για τις προσευχές τους και τη συμπαράστασή τους στον υπέρτατο αγώνα για τη Ρωσία και την Ορθοδοξία. Αφού τους διηγήθηκε χαρακτηριστικά περιστατικά της μάχης, τους παρακάλεσε να τελούν Λειτουργίες και Μνημόσυνα για όσους έχασαν τη ζωή τους στο Κουλίκοβο. Φεύγοντας, πρόσφερε πλούσια δώρα στο μοναστήρι.
Ο μεγάλος ηγεμόνας δεν ξέχασε το τάμα που είχε κάνει, πριν από τη μάχη, να χτίσει ένα μοναστήρι αφιερωμένο στην Παναγία. Με την καθοδήγηση και τη βοήθεια του οσίου Σεργίου, ίδρυσε τη Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στον ποταμό Ντουμπένκ, σε απόσταση 43 χιλιομέτρων από τη Λαύρα της Αγίας Τριάδος.
Από το βιβλίο: Πνευματική Ανθολογία από τους βίους και τους λόγους των Αγίων της Ρωσίας. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2018, σελ. 397.