Η πρόσφατη συνάντηση του Έλληνα Πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη με τον Τούρκο Πρόεδρο κ. Ερντογάν στο πλαίσιο της Συνόδου του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας συνιστά ασφαλώς ένα θετικό στοιχείο, μετά τις σχετικές «αναταράξεις» στις Έλληνο-Τουρκικές σχέσεις, που ακολούθησαν το «Μitsotakis yok» του «Σουλτάνου» εξ αιτίας των δηλώσεών του για την Τουρκία στο Κονγκρέσσο των Ηνωμένων Πολιτειών. Δεν γνωρίζω, πού οφείλεται ο ξαφνικός «έρωτας» του κ. Ερντογάν προς τον κ. Μητσοτάκη. Ούτε, πόσο ειλικρινείς είναι οι προθέσεις της Άγκυρας για διάλογο μαζί μας. Το γεγονός όμως ότι η συνάντηση αυτή έλαβε χώρα κατά την διάρκεια της Συνόδου του ΝΑΤΟ στην Λιθουανία, όπου ο «Σουλτάνος» εμφανίσθηκε με σωρεία αιτημάτων προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, τα οποία αυτή αρνείτο επίμονα μέχρι τώρα να ικανοποιήσει λόγω των προκλήσεων της Τουρκίας προς την Ελλάδα, καθιστά σφόδρα πιθανό τον χαρακτηρισμό αυτής της συνάντησης ως «πυροτεχνήματος» προς εντυπωσιασμό των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής Είναι σαν να λέει η Τουρκία στην ηγέτιδα δύναμη της Συμμαχίας με την στάση της : «Είδατε, πόσο καλά παιδιά είμαστε εμείς οι Τούρκοι; “Ανάψαμε” το πράσινο “φως” για την είσοδο της Σουηδίας στην Συμμαχία. Τώρα βλέπετε ότι είμαστε έτοιμοι να λύσουμε τις διαφορές μας με την Ελλάδα μέσω του διαλόγου. Δώστε μας λοιπόν τα F-16 και το άλλο στρατιωτικό υλικό που σάς ζητούμε. Και, για να καθησυχάσουμε τον “κέρβερο” της αρμοδίας Επιτροπής του Κονγκρέσσου, κ. Μενέντεζ, ώστε να μη προβάλει πάλι veto, σάς δηλώνουμε ότι δεν πρόκειται να χρησιμοποιήσουμε τα F-16 εναντίον της Ελλάδος»! Είναι περιττό, νομίζω, να υπογραμμισθεί εδώ το μέγεθος του εντυπωσιασμού που προκαλεί πάντα η λάμψη ενός πυροτεχνήματος. Προσωπικά δεν τρέφω αυταπάτες, για το πού μπορεί να οδηγήσει ο διάλογος με την Τουρκία, εφ’ όσον αυτός συντελείται στο πλαίσιο του τουρκικού αναθεωρητισμού.
Εν πάση περιπτώσει. Ας το αφήσουμε αυτό στην άκρη. Και ας έλθουμε στην ουσία του προαναγγελθέντος Έλληνο-Τουρκικού διαλόγου, για να δούμε, ποιό πρέπει να είναι το περιεχόμενό του. Εσχάτως έχει δημιουργηθεί από δηλώσεις του Πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη ένα κλίμα, που προετοιμάζει το έδαφος του συμβιβασμού της Ελλάδος με την Τουρκία μέσω του χαρακτηρισμού των μεταξύ μας διαφορών ως «γεωστρατηγικών». Πρέπει να υπογραμμισθεί εδώ με έμφαση ότι αυτό είναι ένα τραγικό λάθος. Όλες οι διαφορές μας με την Τουρκία δεν είναι «γεωστρατηγικές», αλλά νομικές! Εμείς δεν έχουμε «γεωστρατηγικές» διεκδικήσεις έναντι της Τουρκίας, για να τις διαπραγματευθούμε μαζί της. Τέτοιες διεκδικήσεις έχει μόνον η Τουρκία έναντι της Ελλάδος και τις προβάλλει δια του αναθεωρητισμού της με την μορφή της «Γαλάζιας Πατρίδας», της «Γεωγραφίας της καρδιάς της» (βλ. Οθωμανική Αυτοκρατορία) και άλλες συναφείς. Οι διαφορές μας με την Τουρκία για τα νησιά του Βόρειο-Ανατολικού Αιγαίου και τα Δωδεκάνησα είναι νομικές και εδράζονται αντιστοίχως στην Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 και στην Συμφωνία των Παρισίων του 1947. Το ίδιο ισχύει και για τον χαρακτήρα που έχει η μειονότητα της Θράκης. Ο σχετικός χαρακτήρας απορρέει από την Συμφωνία της Ανταλλαγής των πληθυσμών του Ιανουαρίου του 1923, η οποία αποτελεί τμήμα της Συνθήκης της Λωζάννης, που υπογράφηκε 6 μήνες αργότερα και περιγράφει την μειονότητα της Θράκης με θρησκευτικούς και όχι με εθνικούς όρους. Την αποκαλεί «μουσουλμανική». Όχι «τουρκική», όπως την έχει «βαφτίσει» η Τουρκία για ευνόητους λόγους. Νομική είναι επίσης η διαφορά μας με την Τουρκία για την Κύπρο, της οποίας κατέχει στρατιωτικά το βόρειο τμήμα. Μπορεί για την Τουρκία το Κυπριακό να αποτελεί «γεωστρατηγικό» στόχο. Για εμάς όμως και για τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών αποτελεί κατ’ εξοχήν νομικό ζήτημα, εφ’ όσον η στρατιωτική κατοχή της Κύπρου από την Τουρκία καταλύει την διεθνώς αναγνωρισμένη αρχή της εθνικής κυριαρχίας όλων των Κρατών.
Νομική τέλος είναι και η διαφορά μας με την Τουρκία για τους χώρους της Ορθόδοξης Χριστιανικής Λατρείας, όπως είναι π.χ. η Αγία Σοφία και η Μονή της Χώρας, καθώς και για άλλα θρησκευτικά καθιδρύματα, όπως είναι η Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Την Αγία Σοφία και την Μονή της Χώρας τις έχει μετατρέψει η Τουρκία, κατά παράβαση όλων των Διεθνών Συμβάσεων (ΕΣΔΑ, Οικουμενική Διακήρυξη του Ο.Η.Ε. κλπ.), σε Μουσουλμανικά Τεμένη επικαλούμενη το δίκαιο του κατακτητή. Λες και βρισκόμαστε ακόμη στην εποχή της Άλωσης! Σε κάθε περίπτωση πάντως παραβλέποντας ότι ο κατακτητής αποκτά μεν manu militari κυριότητα στα εδάφη που κατακτά, ουδέποτε όμως στους χώρους λατρείας των πιστών που κατοικούν σε αυτά. Ανάλογα ισχύουν και για την Θεολογική Σχολή της Χάλκης, την λειτουργία της οποίας απαγορεύει η Τουρκία, ομοίως κατά παράβαση των ιδίων Διεθνών Συμβάσεων που προαναφέρθησαν. Στο πλαίσιο των θρησκευτικών ζητημάτων της Έλληνο-Ορθόδοξης Κοινότητας της Κωνσταντινούπολης και άλλων περιοχών πρέπει να συζητηθεί επίσης και η απαράδεκτη παρέμβαση της Τουρκίας στην εκλογή του Οικουμενικού Πατριάρχη. Δεν μπορεί να θέτει η Τουρκία θέμα για τους Μουφτήδες της Θράκης, που είναι τοπικοί θρησκευτικοί ηγέτες της μουσουλμανικής μειονότητας, και να θέλει να έχει λόγο στην εκλογή του Αρχηγού της Ορθοδοξίας. Διάλογος λοιπόν με την Τουρκία επάνω στις σχετικές νομικές διαφορές που μάς χωρίζουν σημαίνει διαπραγμάτευση των δικαιωμάτων μας. Εάν το αποτολμήσουμε αυτό, θα έχουμε περιέλθει στον μεγαλύτερο εθνικό εξευτελισμό από της συστάσεως του Νέου Ελληνικού Κράτους. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι συνιστά εθνική μειοδοσία να προέρχεσαι σε ένα διάλογο και να απαλλοτριώνεις προς χάριν του συνομιλητή σου διεθνώς κατοχυρωμένα δικαιώματά σου, την στιγμή κατά την οποία αυτός όχι μόνο δεν σου παραχωρεί τίποτε από τα δικά του δικαιώματα, αλλά απεναντίας επιχειρεί να προσδώσει χροιά νομιμότητας σε δικές του αβάσιμες διεκδικήσεις σε βάρος σου.
Θέλει, λέει ο κ. Μητσοτάκης, να φτάσει στον «πυρήνα» των Ελληνο-Τουρκικών διαφορών, δηλ. στις Αυτόνομες Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ) και στην υφαλοκρηπίδα των νησιών. Και εκεί ίσως χρειασθεί να κάνουμε, μάς είπε, κάποιες υποχωρήσεις. Μάς το είχε πει παλιότερα με άλλα λόγια και ο αλήστου μνήμης αιθεροβάμων «πτέραρχος» της εξωτερικής μας πολιτικής και αρχιτέκτονας της κατάπτυστης Συμφωνίας των Πρεσπών, κ. Κοτζιάς. Με την κούφια σπουδαιοφάνειά του και με όλο το βάθος του εθνομηδενιστικού μεγαλείου που τον διέκρινε, είχε αποφανθεί με το γνωστό στομφώδες ύφος του ότι «δεν πρέπει να είμαστε μονοφαγάδες στο Αιγαίο»! Έτσι, αφού έκανε «συνδαιτυμόνες» της μακεδονικής ταυτότητας τους Σκοπιανούς «πειρατές» της ιστορίας μας, ετοιμαζόταν και για την «συνεστίαση» με τους Τούρκους, εφ’ όσον ευδοκιμούσαν τα σχέδιά του για τις «Πρέσπες» του Αιγαίου. Ευτυχώς, δεν «πρόκανε», κατά την χαρακτηριστική έκφραση του αειμνήστου Χαριλάου του Περισσού. Εάν θέλει ο κ. Μητσοτάκης, μπορεί να συνεχίσει το ημιτελές έργο του κ. Κοτζιά, αναλογιζόμενος όμως ότι και ο εν λόγω «πυρήνας» των διαφορών μας με την Τουρκία νομικός είναι και αυτός, αφού αντικατοπτρίζει την πάγια νομική μας έριδα με την γείτονα για την υφαλοκρηπίδα των νησιών. Αυτήν που μάς αναγνωρίζει η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, και επηρεάζει την διαμόρφωση των σχετικών Α.Ο.Ζ. Η Τουρκία, που δεν έχει υπογράψει την σχετική Σύμβαση, φυσικό είναι να χαράσσει τις Α.Ο.Ζ., όπως την συμφέρουν. Το είδαμε αυτό στο παράνομο Τούρκο-Λιβυκό Σύμφωνο, που «βύθισε» την Κρήτη και όσα άλλα νησιά συναντούσε μπροστά του, για να φανεί καθαρή η σχετική Α.Ο.Ζ. Θέλουμε λοιπόν να νομιμοποιήσουμε τις παράνομες διεκδικήσεις της Τουρκίας στην Μεσόγειο υποβαθμίζοντας αυτές σε «γεωστρατηγικά» ζητήματα, επί των οποίων είμαστε διατεθειμένοι να συμβιβαστούμε; Ας το πράξουμε. Ο «δρόμος» για τις «Πρέσπες του Αιγαίου» είναι ανοικτός. Πριν όμως εισέλθουμε σε αυτόν, καλό είναι να σκεφθούμε, πόση σωφροσύνη έχουν οι παραχωρήσεις μας σε μια γειτονική χώρα με την νοοτροπία της Τουρκίας, η οποία σίγουρα θα θελήσει να μάς πετάξει από το παιγνίδι, όταν τής επιτρέψουμε να «βάλει πόδι» σε αυτό. Και επίσης, ποιές είναι οι προεκτάσεις της παραίτησης από τα δικαιώματά μας επί της υφαλοκρηπίδας των νησιών, που δεν τις βλέπουμε σήμερα, θα τις βρούμε όμως σίγουρα αύριο μπροστά μας. Η προσφυγή πάντως στις «Πρέσπες του Αιγαίου» θα μας αναδείξει και ένα «βραχυκύκλωμα», αφού θα μας δυσκολέψει να βρούμε, σε ποιόν θα ρίξουμε τελικά τα περισσότερα αναθέματα: Στον κ. Κοτζιά που συνέλαβε την σχετική ιδέα ή στον κ. Μητσοτάκη, που θα την έχει υλοποιήσει;