Άγιον Όρος: Ρωσικός επεκτατισμός και η «ανησυχία» του Φαναρίου
Του Δημητρίου Λυκούδη, Δ/ντου της εφημερίδας «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»
Στις αρχές της περασμένης εβδομάδος, ο νέος πολιτικός διοικητής του Αγίου Όρους, κ. Αναστάσιος Μητσιάλης, ανέλαβε επισήμως τα καθήκοντά του στο «Περιβόλι της Παναγίας». Η μοναχική Κοινότητα, ως όφειλε, απέδωσε στον εκπρόσωπο της Πολιτείας τις δέουσες τιμές, με υποδοχή από την Ιερά Κοινότητα στις Καρυές, προσφωνήσεις, αντιφωνήσεις και ευχές!
Όπως έχει αναφέρει και άλλες φορές η «Κ.τ.Ο.», ο. κ. Μητσιάλης αντικαθιστά έναν σπουδαίο προκάτοχο, τον κ. Αθανάσιο Μαρτίνο, η συμβολή του οποίου και η αρωγή του στις δυσκολίες και στα προβλήματα των μονών ήταν τέτοια που οι αγιορείτες θα τον θυμούνται για χρόνια. Ταυτόχρονα, η άριστη συνεργασία του με τον Αναπληρωτή Διοικητή κ. Αρίστο Κασμίρογλου, αποτέλεσε ένα ιδιαιτέρως ικανό και αποτελεσματικό «δίδυμο», που δύσκολα όμοιό του θα βρουν πάλι οι μοναχοί του Άθω.
Ωστόσο, η επιλογή ενός διπλωμάτη στη θέση του Διοικητή του Αγίου Όρους, με προϋπηρεσία μάλιστα σε υψηλόβαθμη θέση στην ΕΥΠ, προκαλεί ερωτηματικά για την πρόθεση της Πολιτείας και την όλη σκοπιμότητα της εκλογής του.
Υπενθυμίζεται ότι, περίπου ένα χρόνο πριν, η Πολιτεία αποφάσισε αιφνίδια την αναβάθμιση του αστυνομικού τμήματος των Καρυών σε Αστυνομική Διεύθυνση, υπαγόμενη απευθείας στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.
Υπήρχε λόγος; Τι ανησυχεί την Πολιτεία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στην πνευματική δικαιοδοσία του οποίου ανήκει ολόκληρη η Χερσόνησος του Άθω;
Ο ρωσικός επεκτατισμός με την πρόσφατη – αν πλέον θεωρείται πρόσφατη – εισβολή στην Ουκρανία, ο γενικότερος αναβρασμός στα Βαλκάνια, με το Πατριαρχείο της Σερβίας να υποστηρίζει απροκάλυπτα τη Μόσχα – φθάνοντας ακόμη να κάνει και εράνους στο Βελιγράδι υπέρ ενισχύσεως του αγώνος των ρώσων κατά των Ουκρανών! – η ρωσική εισπήδηση στην αφρικανική γη, προκαλώντας την αντίδραση του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, και η άνευ όρων και προσχημάτων ευθεία αμφισβήτηση και υπονόμευση της οικουμενικής ισχύς του Φαναρίου από τη Μόσχα, σε συνδυασμό με την επαπειλούμενη εξάπλωση του πανσλαβισμού εντός του Όρους, ειδικότερα, θορύβησαν την ελληνική Πολιτεία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Ταυτόχρονα, τα διεθνή δημοσιεύματα για διακίνηση «γκρίζου» χρἠματος στο Όρος, σε μονές που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τη Μόσχα, η αναθέρμανση του ζηλωτικού κινήματος που βάλει δημοσίως κατά του Φαναρίου και «υμνεί» τον Πατριάρχη Μόσχας, αλλά και η προσπάθεια εκμετάλλευσης των αγιορειτών από πολιτικά κόμματα με διόλου ξεκάθαρες επιδιώξεις και προθέσεις, παρά τις Ανακοινώσεις κατά καιρούς της Ιεράς Κοινότητας πως απέχει απ᾿ όλα αυτά και τα καταδικάζει, εντούτοις, δε μπορεί παρά να ανησυχούν την Πολιτεία αλλά και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η καρδιά του οποίου χτυπάει στην Αγιώνυμο Πολιτεία του Άθω.
Ας μην ξεχνάμε πως ο Πανσλαβισμός (πολιτική κίνηση που είχε απώτερο στόνο την ένωση όλων των Σλάβων της Ευρώπης, ώστε να κυριαρχήσουν υπό έναν κοινό πολιτιστικό και πολιτικό σκοπό), αποτέλεσε για μεγάλο χρονικό διάστημα το μέσο, τη δίοδο, μέσω της οποίας ο ρωσικός επεκτατισμός εισχώρησε στην Ευρώπη, κυρίως, και ασφαλώς έθεσε και ως επίκεντρο των επιδιώξεών του και αυτό το Άγιον Όρος.
Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, ο Πανσλαβισμός παρεισφρύει στο Άγιον Όρος τόσο έντονα όσο ποτέ. Βούλγαροι, Σέρβοι, κυρίως όμως Ρώσοι, μιας και η ίδρυση νέας Μονής απαγορεύεται κατηγορηματικά στο Καταστατικό του Αγίου Όρους, αγόρασαν πολλά κελιά, τα οποία με την πάροδο του χρόνου επέκτειναν, αποβλέποντας στην κτιριακή και διοικητική ενίσχυσή τους, ως εν δυνάμει Σκήτες ή και Μονές. Χαρακτηριστική περίπτωση η Σκήτη του Αγίου Ανδρέα, το γνωστό «Σεράι» στις Καρυές, που ανήκει στη Μονή Βατοπεδίου και η Σκήτη του Προφήτη Ηλία, λίγο παρακάτω, που ανήκει στη Μονή Παντοκράτορος.
Κυρίως δε, στο τελευταίο τέταρτο του 19 ου αιώνα, η αθρόα προσέλευση ρώσων, κυρίως μοναχών στο ρωσικό μοναστήρι και η όλη προσπάθειά τους να συμβάλουν στη δημογραφική αλλαγή και αλλοίωση του αγιορείτικου πληθυσμού, δεν πέρασε απαρατήρητη από τους Αγιορείτες, που φρόντισαν να διεκδικήσουν και να διαφυλάξουν με πολλές θυσίες, όσα κεκτημένα είχαν περιέλθει στη δικαιοδοσία τους.
Ο Πανσλαβισμός και η ρωσική προπαγάνδα, όμως, κορυφώθηκαν στην περίπτωση της Μονής του Αγίου Παντελεήμονος, στο γνωστό και ως «ρωσικό» μοναστήρι. Στα μέσα της δεκαετίας του 1870, οι Ρώσοι προσπαθούν να ελέγξουν διοικητικά τη Μονή, χωρίς όμως αποτέλεσμα, έστω αρχικά, μιας και οι εντάσεις και οι έριδες που δημιουργήθηκαν επέφεραν την άρση της μοναχικής ευρυθμίας και κανονικότητας της μοναχικής ζωής.
Αυτή η προσπάθεια, βέβαια, συνεχίστηκε και έως τις ημέρες μας. Δεν είναι τυχαίες, άλλωστε, οι κατά καιρούς «υψηλές» αφίξεις ισχυρών πολιτικά και οικονομικά ανδρών της Ρωσίας στη Μονή, με αποκορύφωμα αυτή την επίσκεψη του Ρώσου Προέδρου Πούτιν (αρχικά στις 9/9/2005 και, αργότερα, την περίοδο του Μαΐου, στα 2016,). Επισκέψεις με ισχυρούς συμβολισμούς που επιχειρούν την ανάδυση μιας ισχυρής ρωσικής κυριαρχίας και επιβολής σε κάθετι γύρω τους.
Άλλωστε, ακόμη και σήμερα, υπάρχουν μονές που δεν έχουν καταδικάσει τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, που επέφερε και συνεχίζει να προσθέτει χιλιάδες νεκρούς στον μακρύ κατάλογο των απωλειών.
Όσο ο πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται, η ρωσική προπαγάνδα αποκαλύπτεται, αποδομείται, καταρρέει και απογυμνώνεται και, ταυτόχρονα, εγείρει πλείστα ερωτηματικά για την όλη θέση του ορθόδοξου μοναχισμού – εν προκειμένω κάποιων ιερών Μονών και όχι όλων, ασφαλώς – απέναντι στην ιερότητα και αξία του ανθρωπίνου προσώπου, κάθε ανθρωπίνου προσώπου, ξεχωριστά και ιδιαίτερα.
Πηγή: Κιβωτός της Ορθοδοξίας