Η πνευματική αγάπη είναι ανώτερη από την αγάπη που έχουν τα κατά σάρκα αδέρφια, γιατί συγγενεύει κανείς από Χριστό, κι όχι από μάνα. Όσοι έχουν αυτή την αγνή (αρχοντική) αγάπη, είναι γεμάτοι από καλωσύνη, γιατί μέσα τους έχουν το Χριστό και στο πρόσωπό τους ζωγραφισμένη την θεότητα. Αδύνατον είναι φυσικά να έλθει η αγάπη του Χριστού μέσα μας, εάν δεν βγάλουμε έξω τον εαυτό μας από την αγάπη μας, και να την δώσουμε στον Θεό και στις Εικόνες Του και να δινόμαστε πάντα στους άλλους, χωρίς να θέλουμε να μας δίνονται οι άλλοι.
Όσοι πονάνε πολύ και για την σωτηρία όλου του κόσμου και βοηθάνε με τον τρόπο τους (αγωνιζόμενοι) και εμπιστεύονται τον εαυτό τους ταπεινά στα χέρια του Θεού, αυτοί νιώθουν και την μεγαλύτερη χαρά του κόσμου, και η ζωή τους τότε είναι μια συνεχής δοξολογία, γιατί φτερουγίζουν εσωτερικά σαν άγγελοι, δοξολογώντας μέρα-νύχτα τον Θεό.
Οι φιλότιμοι, επειδή κινούνται στον ουράνιο χώρο της δοξολογίας, δέχονται με χαρά και τις δοκιμασίες και δοξάζουν τον Θεό και για αυτές, όπως και για τις ευλογίες, και δέχονται συνέχεια την ευλογία του Θεού από όλα και λιώνουν εσωτερικά τότε από ευγνωμοσύνη στο Θεό, την οποία δηλώνουν με κάθε πνευματικό τρόπο, σαν παιδιά του Θεού.
Δεν υπάρχει εξυπνότερος άνθρωπος από τον ελεήμονα, που δίδει γήϊνα, φθαρτά πράγματα και αγοράζει άφθαρτα, ουράνια. Όπως δεν υπάρχει πιο ανόητος στον κόσμο από τον πλεονέκτη, που μαζεύει συνέχεια και στερείται συνέχεια, και, στο τέλος, αγοράζει την κόλαση με τις συγκεντρωμένες του οικονομίες. Αυτοί φυσικά που χάνονται με υλικά πράγματα, το έχουν τελείως χαμένο, γιατί χάνουν και τον Χριστό.
Ο κυριευμένος από υλικά πράγματα είναι κυριευμένος πάντα από στενοχώρια και άγχος, γιατί πότε τρέμει μην του τα πάρουν και πότε μην του πάρουν την ψυχή. Ο τσιγγούνης πάλι, που αγκύλωσε το χέρι του από το πολύ σφίξιμο, έσφιξε και την καρδιά του και την έκανε πέτρινη. Για να θεραπευθεί, θα πρέπει να επισκευθεί δυστυχισμένους ανθρώπους, να πονέσει, οπότε θα αναγκασθεί να ανοίξει σιγά-σιγά το χέρι του, και θα μαλακώσει τότε και η πέτρινη καρδιά του και θα γίνει καρδιά ανθρώπινη, και έτσι θα του ανοιχθεί και η πύλη του παραδείσου.
Η καλωσύνη μαλακώνει και ανοίγει την καρδιά, σαν το λάδι την σκουριασμένη κλειδαριά. Η καλωσύνη είναι μια από τις πολλές ιδιότητες του Θεού, για αυτό πάντα σκορπάει χαρά, διώχνει σύννεφα, ανοίγει καρδιές. Σαν την ανοιξιάτικη λιακάδα που βγάζει άνθη από την γη, θερμαίνει ακόμα και τα φίδια και τα βγάζει από τις παγωμένες του τρύπες για να χαρούν και αυτά την καλωσύνη του Θεού.
Οι κακότροποι άνθρωποι είναι πάντα πνιγμένοι από λογισμούς και με την παγωμένη τους καρδιά παγώνουν και πνίγουν με λογισμούς τους πονεμένους ανθρώπους που καταφεύγουν σ’ αυτούς, για να παρηγορηθούν∙ ενώ οι καλοκάγαθοι με την πνευματική τους (αρχοντική) αγάπη, την σφιχτή με πόνο, πνίγουν δαίμονες, ελευθερώνουν ψυχές και σκορπάνε θεϊκή παρηγοριά στους συνανθρώπους τους.
Γέροντος Παΐσίου Αγιορείτου, Επιστολές Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου Αγίου Όρους