Ο Σεβασμιώτατος Αλεξανδρουπόλως «απάντησε» μέσω του κηρύγματός τους στις «αγωνίες» των κληρικών περί της μισθοδοσίας τους τονίζοντας με νόημα καταρχάς: «Ο ιερεύς δημόσιος υπάλληλος;». Δεν το θέλουμε αυτό. Είναι ταπεινωτικό για το ράσο» για να συνεχίσει ρίχνοντας τα βέλη του εναντίον του συνδικαλισμού τονίζοντας :»Τίποτε δεν κατέστρεψε την πατρίδα μας περισσότερο απ’ ότι ο συνδικαλισμός», ενώ προσπάθησε να καθησυχάσει τους ιερείς αναφορικά με τη μισθοδοσίς τους επισημαίνοντας: «Ο Αρχιεπίσκοπος και η Ιεραρχία θα εξασφαλίσουν τους μισθούς των ιερέων. Είναι αδιανόητο να μην μισθοδοτείται ο κλήρος μετά από όσα πήρε η Πολιτεία από την Εκκλησία».
Διαβάστε όσα είπε ο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος στο κήρυγμά του:
Αυτές τις ημέρες ακούμε πολλά για τους ιερείς και για θέματα που προέκυψαν ξαφνικά στην καθημερινή πραγματικότητα της πατρίδος μας. Και θέλω σήμερα εδώ για πρώτη φορά έτσι υπεύθυνα να ξετυλίξω κάποιες σκέψεις μαζί με τους ιερείς που είμαστε εδώ.
«Ο ιερεύς δημόσιος υπάλληλος;». Δεν το θέλουμε αυτό. Είναι ταπεινωτικό για το ράσο. Ο ιερεύς δεν έχει οκτάωρο, δεν ιδιωτεύει. Ο ιερεύς είναι καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Ο ιερεύς ξεχωρίζει ακόμα κι από τους ένστολους. Ο ιερεύς φοράει το ράσο πρωί-απόγευμα, όλη τη ζωή του. Ζει δίπλα στο λαό. Λειτουργεί, εξομολογεί, παρηγορεί μέρα και νύχτα. Το έχω δει εγώ σε ναούς της πόλεώς μας -και ξέρω ότι πολλοί επίσκοποι το ζουν- «τηλεφώνησα σε ιερείς και είπα: «Πάτερ, κλείσε το ναό και φύγε, είναι 11 η ώρα. -Μα εξομολογώ… -Ναι, αλλά σε περιμένει στο σπίτι σου η παπαδιά και τα παιδιά σου, έχεις υποχρέωση κι εκεί. Θα ‘ρθουν την άλλη μέρα». Αλλά ο ιερεύς ήταν εκεί με το πετραχήλι στο λαιμό του να εξομολογεί γιατί έτσι ένιωθε την ευθύνη του. Ναι, υπάρχουν και οι εξαιρέσεις.
[…]
Ο πολιτικός κόσμος από το ’74 και μετά, όλος ανεξαιρέτως, στην Πατρίδα μας λέει και επικαλείται ένα χωρισμό, χωρίς να ξέρει τι σημαίνει χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας. Εμείς ξέρουμε. Δεν θα ζητήσουμε χωρισμό ποτέ, αλλά αν μας επιβληθεί θα πούμε «Δόξα τω Θεώ», γιατί δεν θα είμαστε υπεύθυνοι γι’ αυτό που θα ακολουθήσει. Έρχεται, λοιπόν, η εποχή μας, ωριμάζουν οι συνθήκες και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κάθεται με τον Πρωθυπουργό να συζητήσει αυτό το θέμα. Και φαίνεται ότι βρίσκεται ένας τρόπος επικοινωνίας και μια συνεννόηση που, εάν περάσει από την Ιεραρχία και το Κοινοβούλιο, θα φέρει θετικά αποτελέσματα για τους ιερείς και για την Εκκλησία.
[…]
Ο Αρχιεπίσκοπος και η Ιεραρχία θα εξασφαλίσουν τους μισθούς των ιερέων. Είναι αδιανόητο να μην μισθοδοτείται ο κλήρος μετά από όσα πήρε η Πολιτεία από την Εκκλησία. Τέθηκε, λοιπόν, το θέμα της μισθοδοσίας του κλήρου και βέβαια όλος ο πολιτικός κόσμος συλλήβδην είπε ότι όχι μόνο για όσα πήρε η Πολιτεία από την Εκκλησία, ακόμη και να μην έπαιρνε τίποτα, είναι υποχρεωμένο ένα Κράτος να πληρώνει τους θρησκευτικούς λειτουργούς. Άρχισε, λοιπόν, ο διάλογος εδώ και πολύ καιρό. Το ερώτημα είναι: «Ο Αρχιεπίσκοπος μήπως είναι ΣΥΡΙΖΑ;». Και η απάντηση είναι πολύ απλή. Ο Αρχιεπίσκοπος, όπως και ο κάθε Μητροπολίτης είναι υποχρεωμένος να συνεργαστεί με όποιον εκλέγετε εσείς. Αυτόν εξέλεξε ο ελληνικός λαός, μ’ αυτόν είναι υποχρεωμένος, είτε του αρέσει, είτε δεν του αρέσει, να συνεργαστεί επ’ ωφελεία της Εκκλησίας, δηλ. του λαού μας. Δεν υπάρχει περίπτωση να διακοπεί η μισθοδοσία του κλήρου, ούτε καν στο ελάχιστο. …Και αυτό το επιβάλλει και το θέλει ολόκληρος ο πολιτικός κόσμος της Πατρίδος μας και η Ευρωπαϊκή Ένωση.
[…]
Το δεύτερο αφορά στην εκκλησιαστική περιουσία. Από την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους η Εκκλησία υπέγραψε και έδωσε με συμβόλαια στο Κράτος το 97% της ακινήτου περιουσίας (π.χ. Ευαγγελισμός, Αρεταίειον, Σχολή Ευελπίδων, Στρατιωτικό Νοσοκομείο) και κράτησε το υπόλοιπο 3%. Αλλά με καλή και χρηστή διαχείριση -που μακάρι να την αντέγραφε και το Κράτος από εμάς- αυτή η περιουσία ενισχύει το φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας. Η Εκκλησία και οι Μητροπόλεις δεν παίρνουν επιχορηγήσεις από το Δημόσιο. Τα καταφέρνουμε μόνοι μας και, δόξα τω Θεώ, καμιά Μητρόπολις δεν χρωστάει, δεν πήρε δάνειο, δεν έχει καμία οφειλή ή καμία υποθήκη. Αυτό το 3% της εκκλησιαστικής περιουσίας, τα λεγόμενα «διακατεχόμενα», ο Αρχιεπίσκοπος και η Ιεραρχία θέλουν να τα αξιοποιήσουν. Το Κράτος λέει «δικά σας είναι, αλλά δεν έχετε δικαίωμα να τα αξιοποιήσετε». Και όλα αυτά τα χρόνια παραμένουν αναξιοποίητα. Λέει, λοιπόν, τώρα ο Αρχιεπίσκοπος «Να τα αξιοποιήσουμε. Να γίνει ένα Ταμείο κι αν θέλετε να πάρετε εσείς, το Κράτος δηλ., το 50% και το 50% η Εκκλησία με τίτλους κυριότητος και να τα αξιοποιήσουμε επ’ ωφελεία του λαού μας». Τι άλλο θα τα κάνει η Εκκλησία δηλαδή; Αυτό είναι που ακούστηκε για ένα Ταμείο. Μακάρι να προχωρήσει και να μπορέσει να αξιοποιηθεί ό,τι απέμεινε. Όλα αυτά στο λαό θα γυρίσουν πάλι. Ό,τι έχει η Εκκλησία για το λαό είναι.
Ακουσα και κάτι ιερατικές φωνές που είπαν «θα μας βρουν μπροστά τους». Μπορεί ένας ιερέας να μιλάει έτσι για τον Αρχιεπίσκοπο; Για τους Μητροπολίτες; Είναι ιερατικός λόγος αυτός; Ή είναι συνδικαλιστικός λόγος; Τίποτε δεν κατέστρεψε την πατρίδα μας περισσότερο απ’ ότι ο συνδικαλισμός τα τελευταία σαράντα χρόνια που οι Έλληνες έχασαν και την ειλικρίνειά τους και τη διάθεσή τους και το φιλότιμό τους απέναντι στους συνανθρώπους τους και απέναντι στο κράτος μας. Και καταντήσαμε, έτσι όπως καταντήσαμε. Ο Αρχιεπίσκοπος και η Ιεραρχία σίγουρα δεν θέλουν να αντιμετωπίσουν τους ιερείς ως συνδικαλιστικό σώμα, αλλά ως πολύτιμους συνεργάτες για τους οποίους θα αγωνισθούν με όση δύναμη έχουν για να ζουν αξιοπρεπώς, όπως ο πατέρας αγωνίζεται για τα παιδιά του.