Αλήθεια και φαινόμενο
Δε θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι η επέκταση της φαινομενικότητας καταργεί την ίδια την κριτική ικανότητα του ανθρώπου, τη δυνατότητα της διάκρισης και θέασης της επίπλαστης παρουσίας της. Κατά συνέπεια, το φαινόμενο «δοξάζεται ὡς Εἶναι», το ομοίωμα λαμβάνει τη θέση του πρωτοτύπου, το φαινομενικό προβάλει ως πραγματικό και παράλληλα αυτοδεσμεύει και αυτοκαταργεί τη δυνατότητα […]
Δε θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξουμε ότι η επέκταση της φαινομενικότητας καταργεί την ίδια την κριτική ικανότητα του ανθρώπου, τη δυνατότητα της διάκρισης και θέασης της επίπλαστης παρουσίας της. Κατά συνέπεια, το φαινόμενο «δοξάζεται ὡς Εἶναι», το ομοίωμα λαμβάνει τη θέση του πρωτοτύπου, το φαινομενικό προβάλει ως πραγματικό και παράλληλα αυτοδεσμεύει και αυτοκαταργεί τη δυνατότητα θέασης και βιωματική σύμπραξης στης αποκαλυπτική έκφανσή του.
Ο Perniola τονίζει χαρακτηριστικά: «Τό ὁμοίωμα δέν εἶναι οὔτε ἁγία εἰκόνα, οὔτε ὅραμα: Δέν ἔχει μία σχέση ταυτότητας μέ τό πρωτότυπο, μέ τό πρότυπο οὔτε συνεπάγεται τή συντριβή ὅλων τῶν ἐπιφάσεων καί τήν ἀποκάλυψη μίας καθαρῆς οὐσιαστικῆς ἀλήθειας. Τό ὁμοίωμα εἶναι μία εἰκόνα χωρίς πρωτότυπο, εἰκόνα κάποιου πράγματος πού δέν ὑπάρχει. Εἰκονολάτρες καί εἰκονοπλάστες τό θεωροῦν σχεδόν συνώνυμό του εἰδώλου καί ὡς τέτοιο “prope nixil” σχεδόν τίποτε»[1].
Παρουσιάζει δηλαδή όχι την αλήθεια καθεαυτή, αλλά “ὁμοίωμα” της αλήθειας ή καλύτερα την “φαινομενική” αλήθεια χωρίς οντολογικό περιεχόμενο. Με άλλα λόγια, το θέαμα υπάρχει ως καθαρή εξωτερικότητα και ταυτόχρονα προβάλλει ως βαρύνουσα αλήθεια που όμως δεν περιλαμβάνει “υπόσταση”, αλλά περιορίζεται στην κάλπικη έκδοση της φαινομενικότητας ως αλήθειας.
Παραπομπές:
[1] Perniola Μ., Η Κοινωνία των Ομοιωμάτων, σελ. 130.