Αληθινός φεμινισμός – Κυριακή των Μυροφόρων
Πολλά έχουν λεχτεί για την ισότητα των φύλων. Αγώνες μακροχρόνιοι έγιναν, για να αποκτήσει η γυναίκα τα ίδια με τον άνδρα δικαιώματα. Να μην υστερεί σε τίποτα από αυτόν.
Λίγο διέφερε από τη δούλη η γυναίκα της Ρωμαϊκής Κοινωνίας. Ο άνδρας ήταν ο κυρίαρχος όχι μόνο της περιουσίας της, αλλά και της ζωής της. Σ’ αυτό το σημείο τη βρήκε ο Χριστιανισμός κατά την ιστορική του εμφάνιση.
Ο Κύριος, δημιουργός του ανθρώπου και Σωτήρας του, δε λογαριάζει την αξία του ανθρώπου ανάλογα με το φύλο ή με την καταγωγή του, τη σωματική του αλκή ή το κάλλος.
Την ψυχική διάθεση και ομορφιά αναζητάει. Την ψυχική καλλιέργεια και σωτηρία επιδιώκει. Όπου τα διέκρινε, όπου βρήκε ανταπόκριση, δεν ξεχώρισε αν προερχόταν από αμαρτωλό ή δίκαιο, από άνδρα ή γυναίκα. Τα αξιοποίησε.
Οι ψυχές έχουν την ίδια αξία για το Σωτήρα Χριστό. Ο Χριστός κατήργησε τις διακρίσεις. Δέχτηκε εξίσου την προσφορά της αγάπης ανδρών και γυναικών. Το ίδιο δέχτηκε την πίστη και τη λατρεία τους. Ανέβασε τη γυναίκα ψηλά. Πάνω από την ανυποληψία. Την κατέστησε μαθήτριά Του και Απόστολο.
Δεν είδατε; Γυναίκες ήταν οι πρώτες που δέχτηκαν το Αναστάσιμο μήνυμα. Οι ίδιες πρώτες μετέδωσαν τη χαρούμενη είδηση στους μαθητές Του. Σ’ αυτές τις γυναίκες τις άγιες, είναι αφιερωμένη η σημερινή Κυριακή.
Μια απλή γυναίκα την ανέβασε πιο ψηλά κι από τα άστρα, την ανέδειξε Μητέρα του Θεού. Από τότε «ουκ ένι άρσεν και θήλυ». Ό,τι μπορούσε να πετύχει με τις πνευματικές του ικανότητες ο άνδρας θα μπορούσε να είναι κτήμα και της γυναικείας ψυχής.
Βασίλισσες και απλές χωρικές, ηγεμονίδες και σοφές ή δούλες και αγράμματες αξιώθηκαν να ανεβούν στο πάνθεο των ηρωίδων, που με τη ζωή τους, την προσφορά της αγάπης τους, με το μαρτυρικό θάνατό τους ή με την καθημερινή θυσία τους έδειξαν τι μπορεί η γυναίκα να προσφέρει στον πολιτισμό, στην πνευματική ανάπτυξη, στην κοινωνική ζωή της ανθρωπότητας.
Η φυσιολογική της στοργή, η υπομονή, το πνεύμα της προσφοράς της αγάπης και της πνευματικής θυσίας που τη διακρίνει, εξαγιασμένα από τη χριστιανική πίστη και ολοκληρωμένα από του Χριστού την παρουσία στη ζωή της, ανέδειξαν τη γυναίκα πρότυπο πνευματικής εργάτιδας, ευεργετικό κοινωνικό παράγοντα, θεϊκή ευλογία.
Αλλά η αποστασία και η αμαρτία, που διαστρεβλώνουν τα πιο ιερά αισθήματα και τις ευγενέστερες επιδιώξεις, βοήθησαν κι εδώ σε μια μεγάλη παρεξήγηση. Έτσι η νεότερη, η μοντέρνα γυναίκα ζήτησε αλλού, σε άλλα πεδία να αποκτήσει την ισότητα με τον άνδρα. Θέλησε να συναγωνιστεί μαζί του έξω από την πνευματική ατμόσφαιρα, σε υλιστικές επιδιώξεις και σε επίπεδα που η ισότητα καταντάει μειονέκτημα.
Με αποτέλεσμα η σημερινή γυναίκα, όσο κι αν νομίζει πως κυβερνάει τη ζωή, ίσως να ξαναγίνει μέσα στην ξέφρενη και απεριόριστη ελευθερία της υπηρέτης, δούλη. Να πέσει πολύ χαμηλά με τις υλιστικές αντιλήψεις που έθεσε σαν βάση της προόδου και της ευημερίας της. Και είναι μεγάλος ο κίνδυνος να παρασύρει μαζί της προς τα κάτω ολόκληρη την κοινωνία.
Και όμως, όχι μόνο μπορεί αλλά και είναι ανάγκη απόλυτη να νιώσει η σημερινή γυναίκα πως είναι άξια για μια ανώτερη αποστολή. Εξαρτάται και από αυτήν η πνευματική μας ανόρθωση, η πολιτιστική μας εξέλιξη.
Αν η γυναίκα βρει τον προορισμό της και αναλάβει τον αγώνα να σταθεί, όπως της πρέπει, ηγετικά πρωτοπόρος στον αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο, θα έχει και πάλι να κερδίσει την κοινή, την παγκόσμια ευγνωμοσύνη. Θα νιώσει τον εαυτό της ευτυχισμένο πραγματικά μέσα στην ευγενική πνευματική της αποστολή και στην ευεργετική της κοινωνική δραστηριότητα.
Ένας είναι ο δρόμος για το μεγάλο αυτό σκοπό: ο δρόμος που οδηγεί στην πίστη του Χριστού. Εμπνευσμένη από αυτήν εκείνη θα φέρει το χαρούμενο μήνυμα της Αναστάσεώς Του και πάλι στον κόσμο μας. Για να βρούμε κοντά Του όλοι το δρόμο της χαράς και της δημιουργίας.
Αν η ανθρωπότητα θα ήθελε σ’ αυτό το επίπεδο και με αυτό το πνεύμα του Χριστού να δει το θέμα, τότε θα μπορούσαμε να ελπίζουμε πως θα πάρει οριστικά η γυναίκα την ηγετική θέση που της έδωσε ο Χριστιανισμός, και θα γίνει συντελεστής αυτής της καινούριας κοινωνίας.
Από το βιβλίο: Πολυκάρπου Βαγενά, Μητροπολίτου Κερκύρας, «Ελθέτω η βασιλεία σου», τ. Β’.