Αμαρτία και μη ον

Ο Θεός δεν υποτάσσεται στο κακό ή την αμαρτία, δηλαδή στο μη ον. Και ο Χριστός, ως Υιός του Θεού που έγινε άνθρωπος, ούτε αμάρτησε, ούτε ήταν δυνατό να αμαρτήσει.
Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τον άνθρωπο που προήλθε από το μη ον. Η προέλευση αυτή του ανθρώπου προσδιορίζει και την κατάστασή του μακριά από τον Θεό. Η αμαρτία ως απομάκρυνση από τον Θεό είναι και απομάκρυνση από το ον. Και η μετάνοια ως επιστροφή στον Θεό είναι επιστροφή στο ον. Αυτό σημαίνει ότι, όποιος αρνείται τον Θεό, αρνείται ουσιαστικά και τον εαυτό του.
Απομακρυνόμενος ο άνθρωπος από τον Θεό εκπίπτει στο μη ον και παραμένει ως ανυπόστατη ύπαρξη. Επιστρέφοντας πάλι στον Θεό επανασυνδέεται με το ον που είναι η πηγή της ζωής. Η ζωή του Θεού γίνεται δική του ζωή, και ο χρόνος της ζωής του εκδιπλώνεται ως χρόνος τελειώσεως και θεώσεως. Εδώ βρίσκεται και η βασική διαφορά ανάμεσα στον πιστό και τον άπιστο. Δεν είναι διαφορά ηθικής αλλά οντολογικής φύσεως. Ο πιστός μετέχει στην θεία ζωή, συντονίζεται με την θεία ενέργεια και εκτείνεται προς την θέωση, ενώ ο άπιστος βραχυκυκλώνεται στην ατομικότητά του, απονεκρώνεται και ζει την τραγικότητα του θανάτου.
Η ζωή που πηγάζει από τον Θεό της αγάπης συντονίζει τους ανθρώπους με την θεία αγάπη και τους οδηγεί σε ένωση μεταξύ τους, ενώ η ζωή χωρίς τον Θεό παραδίδεται στην διάσπαση και την διάλυση. Τέλος η κόλαση, στην οποία καταλήγει ο άνθρωπος που αρνείται τον Θεό, χαρακτηρίζεται από την απουσία της αγάπης και από την κυριαρχία της ταραχής και της διασπάσεως. Το φως του Θεού, που είναι η δόξα και η χαρά των πιστών, γίνεται για τους απίστους σκοτάδι και βάσανος.
Η παρούσα και η μέλλουσα ζωή συνδέονται οργανικά. Η παρούσα ζωή οδηγεί στην μέλλουσα και η μέλλουσα προετοιμάζεται από την παρούσα. Η κοινωνία με τον Θεό κατά την παρούσα ζωή αποτελεί την προϋπόθεση για την διατήρησή της στην μέλλουσα. Η προοπτική αυτή εισάγει ριζική ανατροπή στην θεώρηση του κόσμου. Τίποτε δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως όντως αγαθό, όταν περιορίζεται στον κόσμο. Τα πλούτη, οι τιμές, η υγεία και αυτή η πρόσκαιρη ζωή δεν αποτελούν σε τελική ανάλυση πραγματικά αγαθά.
Η χριστιανική προοπτική ξεπερνά την προσκαιρότητα και επεκτείνεται στην αιωνιότητα. Όσα εντάσσονται στην προοπτική αυτήν, «αγαπάν τε και διώκειν παντί σθένει χρήναι φαμέν», ενώ τα υπόλοιπα «ως ουδενός άξια παροράν» (*). Η εκτίμηση των πραγμάτων με εγκοσμιοκρατικά κριτήρια φανερώνει παρανόηση του αληθινού νοήματος της ζωής. Και η παρανόηση αυτή παίρνει τραγικές διαστάσεις, όταν ο άνθρωπος, ενώ πιστεύει στην αιώνια ζωή, αδιαφορεί γι’ αυτήν και προσηλώνεται στην πρόσκαιρη. Γι’ αυτό και όλα τα πράγματα της καθημερινότητας μπορούν και πρέπει να εντάσσονται στην προοπτική της αιωνιότητας.
(*) Μ. Βασιλείου, Προς τους νέους 2, PG 31,565B.
Από το βιβλίο: Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ηθική. Δεύτερος τόμος. Ι. Μ. Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2015, σελ. 519.