Η τελετουργική ποικιλία, για την οποία έγινε λόγος στο προηγούμενο άρθρο μας, η οποία αποτελεί και γενικότερο γνώρισμα του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού, αλλά και του λαϊκού πολιτισμού της Θράκης, ειδικότερα, συντελεί ώστε η μελέτη των λαϊκών θρησκευτικών τελετουργιών να αναδεικνύεται σε εργαλείο για την γενικότερη και ουσιαστικότερη μελέτη των πολιτισμικών παραμέτρων, αλλά και των κατά τόπων παραγόντων της παρατηρούμενης μερικής πολιτισμικής διαφοροποίησης.
Στις τελετουργίες αυτές, που εντάσσονται στον ετήσιο εορτολογικό κύκλο, κυριαρχούν τα νεκροδαιμονικά και νεκρολατρικά στοιχεία, αφού η χρονική περίοδος της Αποκριάς από τον λαό συσχετίζεται με τους νεκρούς, στα πλαίσια μιας δοξασίας για την «απόλυση» των ψυχών, που κατά τον Γ. Α. Μέγα έχει μάλλον ινδογερμανική προέλευση.
Ιδιαίτερος λόγος αξίζει να γίνει για το θρακικό δρώμενο του «Καλόγερου»: πρόκειται για ένα τελετουργικό και διαβατήριο λαϊκό δρώμενο της Θράκης, με έντονο ευγονικό και ευετηρικό χαρακτήρα. Όπως είναι γνωστό, τα αποκριάτικα δρώμενα της Θράκης κορυφώνονται κατά την Τυρινή Δευτέρα, μια μέρα που κινείται εθιμικά στην περιοχή της μεθοριακότητας μεταξύ Αποκριάς και Σαρακοστής, μεταξύ οργιαστικού και κατανυκτικού, χαρμόσυνου και πένθιμου, προχριστιανικών επιβιωμάτων και ορθόδοξης χριστιανικής θρησκευτικότητας.
Το ίδιο δρώμενο έχει καταγραφεί στη Βουλγαρία και σε διάφορες περιοχές της μείζονος Θράκης, με διαφορετικές ονομασίες (Kuker, Κούκερος, Χούχουτος κ.ά.), πάντοτε στην ευρύτερη περιοχή της οροσειράς της Ροδόπης. Μετά την προσφυγοποίηση του θρακικού Ελληνισμού, το έθιμο τελείται σε διάφορες περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες, εντός και εκτός Ελλάδος (Μελίκη Ημαθίας, Λαγκαδάς, περιοχές της Γερμανίας λόγω Θρακιωτών μεταναστών κ.λπ.).
Από τη σύγκριση των περιγραφών αυτών, προκύπτουν ενδιαφέροντα συμπεράσματα για τον ρόλο της τελετουργίας σε κάθε περίπτωση. Στην περίπτωση των τελετουργικών δρωμένων, σημειώνονται ευδιάκριτες εξελίξεις, που προέρχονται από τα στάδια ένταξης του δρωμένου στο κοινωνικό και εθιμικό περιβάλλον του. Διαφορετικές ανάγκες εξυπηρετούσε το τελετουργικό δρώμενο σε μια αγροτική κοινωνία, που ο κύριος στόχος ήταν η γονιμική και ευετηρική ενίσχυση της σοδειάς, και διαφορετικούς σκοπούς υπηρετούσε σε ένα λιγότερο ή περισσότερο αστικοποιημένο περιβάλλον, όπου η καλλιέργεια των δημητριακών ήταν συλλογική ανάμνηση, και κυριαρχούσε η αστικής κατασκευής ανάγκη για «ξεφάντωμα».
Οι φάσεις μάλιστα αυτές δεν είναι απαραίτητο να είναι χρονικά διάδοχες, μπορεί και να συνυπάρχουν, υπό την έννοια της ασκήσεώς τους σε διαφορετικά – αλλά σύμβια – κοινωνικά, επαγγελματικά και πολιτισμικά περιβάλλοντα. Το ίδιο δρώμενο υπήρχε πρωταρχικά στο Κωστί της Ανατολικής Ρωμυλίας, όπου όμως κυριαρχούσε ο οργιαστικός και ευτράπελος χαρακτήρας, καθώς της σκηνής της τελετουργικής αροτρίωσης προηγούνταν διαγωνισμός μεταξύ των γέρων και των νέων του χωριού, σχετικά με το «αμάξι του βασιλιά».
Η τελετουργική αροτρίωση εδώ συνδυάζεται με την επίσης τελετουργική χρήση και σημασιοδότηση πολλών άλλων γονιμικών και αποτροπαϊκών συμβόλων: στάχτη, πιπεριές, σκόρδα, στεφάνια, τελετουργικές πράξεις και ευχές ευετηρικές, μέσα σε ένα πλαίσιο μεταμφιέσεων και αστεϊσμών, μας δείχνουν ότι οι ίδιες κατά βάση τελετουργίες είχαν διαφορετικές όψεις σε διαφορετικούς, ακόμη και γειτονικούς ή πλησιόχωρους οικισμούς.
Η τελετουργική αυτή ποικιλία, που αποτελεί και γενικότερο γνώρισμα του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού, αλλά και του λαϊκού πολιτισμού της Θράκης, ειδικότερα, συντελεί ώστε η μελέτη των λαϊκών θρησκευτικών τελετουργιών να αναδεικνύεται σε εργαλείο για την γενικότερη και ουσιαστικότερη μελέτη των πολιτισμικών παραμέτρων, αλλά και των κατά τόπων παραγόντων της παρατηρούμενης μερικής πολιτισμικής διαφοροποίησης, στην Ανατολική και τη Βόρεια Θράκη.