Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας», που κυκλοφορεί πανελλαδικά κάθε Πέμπτη.
Τα Φάρασα, η γενέτειρα του Αγίου Παϊσίου, με ελληνόφωνους, ορθόδοξους κατοίκους, ανήκει στην περιφέρεια της Νίγδης, του δεύτερου μετά την Καισάρεια αστικού κέντρου της Καππαδοκίας.
Έχει υπολογιστεί ότι από τα 81 ελληνορθόδοξα χωριά ή μικρές πόλεις τα 49 ήταν τουρκόφωνα και τα 32 ελληνόφωνα. Η πόλη των Φαράσων στα δυσπρόσιτα βουνά του Αντίταυρου, Ν.Α. του κέντρου της Καππαδοκίας, ήταν φημισμένη από τον 16ο αι. για τα μεταλλεία της και την παραγωγή σιδήρου. Ο πληθυσμός της ήταν κυρίως αγροτικός.
Η φαρασιώτικη ελληνική διάλεκτος είχε διατηρήσει πολλά στοιχεία της μεσαιωνικής ελληνικής γλώσσας με τις λιγότερες επιρροές από την τουρκική γλώσσα, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες καππαδοκικές διαλέκτους. Ίσως εξ αιτίας της γεωγραφικής απομόνωσής της.
Η απομόνωση αυτή δεν εμπόδισε το υψηλό επίπεδο της ορθοδόξου πίστεως των κατοίκων της.
Τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. τα Φάρασα είχαν ανεβασμένο κοινωνικό επίπεδο και συνείδηση, χάρη και στη βοήθεια συμπατριωτών τους που είχαν μεταναστεύσει και πλουτίσει στην Κων/πολη, Σμύρνη, Άγκυρα, Μερσίνα και Ταρσό. Στα πλαίσια μιας ανεπτυγμένης κοινοτικής ζωής επισκεύασαν εκκλησίες και μοναστήρια και έκτισαν νέα, ενισχύοντας την πίστη τους στην Ορθοδοξία και Ορθοπραξία.
Στο περιβάλλον αυτό, γόνος μιας πολυμελούς αγροτικής οικογένειας, της οικογένειας του Πρόδρομου Εζνεπίδη, γεννήθηκε ο Άγιος Παΐσιος στις 25 Ιουλίου του 1924 από υπερ-ευλαβή μητέρα. Ο Άγιος γεννήθηκε τις ημέρες που οι Καππαδόκες πληροφορήθηκαν ότι έπρεπε, στα πλαίσια της Ανταλλαγής, να εγκαταλείψουν και αυτοί!! τις εστίες τους.
Τότε ο χατζηεφεντής τους, μετέπειτα Άγιος Αρσένιος, βάπτισε το νεογέννητο παιδάκι δίδοντάς του το δικό του όνομα “Αρσένιος”. Ο φωτισμένος Ιερέας έχοντας το μωρό στην αγκαλιά του προέβλεψε το ευλογημένο μέλλον του παιδιού. Η σκηνή αυτή μας θυμίζει τα θεία λόγια του Συμεώνος, όταν η Θεοτόκος του έδωσε το θείο βρέφος, σαράντα μέρες μετά τη γέννησή Του.
Έτσι ξεκίνησε και για τον μικρό Αρσένιο η επίπονη πορεία για τη Μερσίνα στην αγκαλιά της μητέρας του Ευλογίας ή Ευλαμπίας και της αξιοσέβαστης γιαγιάς του, μητέρας του πατέρα του. Από τη Μερσίνα θα πήγαιναν στην Κέρκυρα, ώσπου να τους δοθεί μία περιοχή, όπου θα δημιουργούσαν το νέο νοικοκυριό τους. Η περιοχή αυτή ήταν τελικά η Κόνιτσα, Β.Δ. των Ιωαννίνων, όπου οι Φαρασιώτες εγκαταστάθηκαν μετά από πολύμηνες ταλαιπωρίες.
Οι Χριστιανοί Φαρασιώτες είχαν πάρει μαζί τους ιερές εικόνες, ιερά σκεύη, ιερά κείμενα, βιογραφίες Αγίων και κυρίως τη βαθιά, αυθεντική ορθόδοξη πίστη τους, την οποία αποτύπωσε με περίσσια ενάργεια και αλήθεια ο φακός του τηλεοπτικού καναλιού MEGA στην τηλεοπτική σειρά με τίτλο: “Από τα Φάρασα στον Ουρανό”. Εκτιμούμε ότι ήταν η πρώτη φορά που ο κινηματογράφος ή τηλεόραση άγγιξε τη χριστιανική πίστη με αληθινό σεβασμό και επίγνωση. Ευτυχώς, αφού “μία εικόνα χίλιες λέξεις”.
Με ιδιαίτερη συγκίνηση, προσεγγίζοντας την αγωγή και τα νεανικά χρόνια του Αγίου Παϊσίου, διαπιστώνουμε ότι, μέσα στον 20ό αι. η μητέρα του και η γιαγιά του μεγάλωσαν τον μικρό Αρσένιο και τα 8 αδέλφια του, όπως ακριβώς μεγάλωσαν τα δικά τους παιδιά οι μητέρες των Τριών Ιεραρχών του 4ου αι. μ.Χ. Ο Μ. Βασίλειος και ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός, όπως και ο αδελφός του Μ. Βασιλείου Γρηγόριος Επίσκοπος Νύσσης, ήσαν από την Καισάρεια της Καππαδοκίας, ο δε Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος ήταν από την Αντιόχεια, ανατραφέντες από ιδιαίτερα ευλαβείς μητέρες.
Από τη νηπιακή του ηλικία ο μικρός Αρσένιος έβλεπε και άκουγε τη μητέρα του να λέει συνέχεια τη νοερή προσευχή, ακόμα και όταν καθάριζε πατάτες. Την άκουγε μπροστά στο εικονοστάσι του σπιτιού τους να παρακαλεί για την υγεία και τη σωτηρία πρώτα των παιδιών όλου του κόσμου και ύστερα για την υγεία των 9 παιδιών της.
Βλέποντας ο Θεός την καθαρή καρδιά και ταπείνωση του Αρσένιου τον αξίωσε της Επιφάνειάς Του στο ερημοκλήσι της Αγίας Βαρβάρας στην Κόνιτσα.
Η εν πνεύματι ταπείνωση, η ανυπόκριτη προς όλους αγάπη, η προσφορά του και η εμπιστοσύνη με την οποία άφηνε τον εαυτό του στα χέρια του Θεού, ως βοηθού του, όταν οι άνθρωποι τον αδικούσαν, είχαν σαν επακόλουθο την εμφάνιση θείων σημείων στον Αρσένιο και τη δυνατότητα επιτελέσεως θαυμάτων. Υπάρχουν στη ζωή πιστοί χριστιανοί – μάρτυρες των θαυμάτων του.
Επιθυμία του Αρσένιου ήταν να περάσει τη ζωή του ως Μοναχός στο Άγιον Όρος. Εκεί έλαβε το όνομα Παΐσιος. Ωστόσο ζώντας στην Ελλάδα επέλεξε να πλησιάσει όσο μποορύσε τον καθημερινό αλλοτριωμένο πολίτη, τον κουρασμένο από τη συγκεγχυμένη πολιτική ατμόσφαιρα του πολιτικού διχασμού, που είχε αρνητική επίδραση και στο χώρο της Ελλαδικής Εκκλησίας, η οποία δεν είχε βρει τον δέοντα βηματισμό της. Άλλωστε η οδύνη από την εθνική καταστροφή του 1922, με τις χιλιάδες των προσφύγων, ήταν ένα σοβαρό χτύπημα που γέμιζε ανασφάλεια τον Έλληνα που ανησυχούσε για την κοινωνική του υπόσταση, αλλά και την ίδια την εργασία του.
– Ο Άγιος το 1945 κατατάχθηκε στο Στρατό ως ασυρματιστής.
– Από το 1950 η βάση του ήταν το Άγιον Όρος. Στην αρχή πέρασε από πέντε Μονές έως το 1956, όπου πήρε το “Μικρό Σχήμα” και ονομάστηκε Παΐσιος μετά την παροιμιώδη υπακοή του, ταπεινοφροσύνη και εργατικότητά του. Το όνομα Παΐσιος το πήρε χάρη στον Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο Β´.
– Το 1958 πήγε στο Στόμιο Κονίτσης, όπου ξεκίνησε ευρύτατο κοινωνικό έργο βοηθώντας ανθρώπους που είχαν ανάγκη. Το 1964 επέστρεψε στο Άγιον Όρος.
– Το 1966 εγχειρίζεται στη Θεσσαλονίκη για μερική αφαίρεση πνευμόνων και φιλοξενείται στη Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στη Σουρωτή.
– Από το 1967 αρχίζει να δέχεται στο Άγιον Όρος πλήθος επισκέψεων από προβληματισμένους πιστούς και χαρακτηρίζεται ως “χαρισματικός μοναχός”.
– Από το 1979 δέχεται μεγάλο πλήθος πιστών σε μία εγκαταλελειμένη σκήτη, την Παναγούδα, την οποία δούλεψε σκληρά για να την κατοικήσει, ώστε να μην ενοχλεί τους άλλους μοναχούς. Εκεί δεχόταν και πολλές επιστολές. Κοιμόταν 2-3 ώρες το εικοσιτετράωρο με συνέπεια να επιδεινωθεί πολύ η υγεία του.
– Τον Νοέμβριο του 1993 βγαίνει για τελευταία φορά από το Άγιον Όρος για να παραστεί στο Μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου).
– Τον Φεβρουάριο του 1994 χειρουργείται στο “Θεαγένειο” για καρκίνο στο παχύ έντερο. Παρά την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιον Όρος, δεν είναι σε θέση εξ αιτίας των μεταστάσεων της θανατηφόρου ασθένειας.
Ο Γέροντας Παΐσιος αποφάσισε να αφιερώσει τον εαυτό του στα ποικίλα προβλήματα των πολιτών απαντώντας έμπρακτα στο εύλογο και σήμερα ερώτημα: Γιατί οι Μοναχοί δεν συμμετέχουν πιο ενεργά στις ανάγκες των πολιτών; Γιατί οι χριστιανοί δεν τους αισθάνονται κοντά τους;
Δέκα έξι αιώνες μετά τον 4ο αι. των Μεγάλων Πατέρων, ο Γέροντας Παΐσιος διατηρώντας την ίδια με Εκείνους νοοτροπία κοινωνικής προσφοράς και προσαρμογής αρχίζει να δέχεται πιστούς ημέρα και νύχτα εις βάρος της υγείας του και των προσωπικών του διακονημάτων.
Νεογέννητος έφυγε από την Καππαδοκία και όμως το Άκτιστο Φως, κατά ένα θείο τρόπο, λειτουργούσε μέσα του, αφού αυτό κανένας δεν μπόρεσε ποτέ να το ξεριζώσει μαζί με ό,τι Κτιστό.
Ο Καππαδόκης Άγιος Παΐσιος κοιμήθηκε στην Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στη Σουρωτή-Βασιλικά Θεσσαλονίκης στις 12 Ιουλίου του 1994 και αγιοποιήθηκε το 2015.
Ο Χατζηεφεντής Άγιος Αρσένιος είχε ήδη αγιοποιηθεί το 1986, έχοντας αποδημήσει κατά την αγωνιώδη πορεία των Φαρασιωτών προς την Κόνιτσα, αφού τους είχε αφήσει την ευλογημένη ευχή του για το αίσιο τέλος αυτής της πορείας. Ήταν πάντα ο προστάτης τους.
Εκατοντάδες οι προσκυνητές καθημερινά στον τάφο του Αγίου Παϊσίου στη Θεσσαλονίκη. Ορισμένοι κρατούν φεύγοντας λίγο χώμα από τον τάφο του.