Ήλθε ένας κοσμικός να αποταγεί. Μια Κυριακή λοιπόν πρωΐ, μετά τον κανόνα πήγαμε στο Γέροντα (τον όσιο Γεώργιο), που έμενε στο Κοινόβιο (γιατί δεν έμεινε πια στα κελλιά μετά την παρέλευση των Περσών, αλλά κατοικούσε μαζί μας). Μου λέγει, λοιπόν, ο Γέροντας: «Τι λέγεις, παιδί μου, για τον κοσμικό αδελφό;». Του απαντώ: «Καλός είναι, τίμιε πάτερ, κάνει ό,τι κάνουν οι πατέρες και ό,τι τον διατάζω το κάνει· αλλά μερικοί λέγουν ότι είναι έτσι και άλλοι ότι είναι αλλιώς».
Μου αποκρίνεται: «Παιδί μου, θέλεις γαϊδούρι που ούτε τρώγει, ούτε πίνει, ούτε γκαρίζει, ούτε κλωτσά; Απλώς δεν θέλεις να έχει ούτε ένα ελάττωμα». Εγώ αντιληφθείς τη δύναμη του λόγου είπα: «Ναι, ευλογημένε πατέρα, εγώ τάχω όλα». Και αυτός μου λέγει: «Πήγαινε, παιδί μου, να υποδεχθείς τον αδελφό, γιατί είναι καλός».
Και αφού στράφηκε προς τους αδελφούς άρχισε να τους νουθετεί με αυτά τα λόγια:
«Παιδιά μου, ας έχουμε το φόβο του Θεού και την αγάπη Του τέλεια στις καρδιές μας. Και ας μην εξουθενώνουμε κανέναν, αφού ο Απόστολος λέγει· “Εσύ, γιατί κρίνεις τον αδελφό σου; ή γιατί εξουθενώνεις τον αδελφό σου; Απέναντι στον Κύριό του στέκει ή πέφτει. Θα σταθεί, γιατί ο Θεός είναι δυνατός για να τον ανορθώσει” (Ρωμ. 14:10,4). Λέγει επίσης ο Κύριος· “Γιατί βλέπεις το καρφί που βρίσκεται στο μάτι του αδελφού σου, και το δοκάρι στο δικό σου μάτι δεν το αντιλαμβάνεσαι;” (Ματθ. 7:3).
» Είναι μεγάλη αμαρτία, αδελφοί, να αφήσει κανείς το δικό του τραύμα και να κοροϊδεύει αυτό του πλησίον ή να παραβλέπουμε τα δικά μας και να ζυγίζουμε τα ξένα, σαν να είμαστε καθαροί. Πράγμα αδύνατο. Γιατί ο ουρανός, λέγει, δεν είναι καθαρός απέναντί σου· και αν ο άνθρωπος που είναι βδέλυγμα και σαπίλα έχει κάποιο πάθος, τι το σπουδαίο; Όμως αν κάποιος από εμάς, που είμαστε τόσα χρόνια μοναχοί, καυχάται ότι έχει καθαρή καρδιά, αυτός βέβαια πλανάται και ματαιοπονεί· παρόλα ταύτα, αυτός κατηγορεί ένα κοσμικό που ήλθε να αποταγεί. Να! Τόσα χρόνια καταναλώσαμε κατακόπτοντας τους εαυτούς μας μέσα στον μοναχισμό, στην έρημο και δεν πιάσαμε την αρχή του σχοινιού, δηλαδή το να έχουμε τους εαυτούς μας αμαρτωλούς; Να φροντίζουμε για τα δικά μας πάθη και να μην υπερηφανευόμασθε από την ψευδαίσθηση της αυτοδικαίωσης και να εξευτελίζουμε τον πλησίον.
» Πέστε μου, αδελφοί, γιατί αποταγήκαμε όλως διόλου από τον κόσμο, όπου υπάρχει πλούτος και δόξα και τρυφή, και ήλθαμε σ’ αυτήν εδώ την έρημο, που τίποτε δεν υπάρχει; Για τις αμαρτίες και τα πάθη μας, με σκοπό να μετανοήσουμε, ή ως αναμάρτητοι αποφεύγοντας τους εμπαθείς και αμαρτωλούς; Και αν μεν ως εμπαθείς για να μετανοήσουμε, δεν είμαστε κύριοι και κριτές των εαυτών μας, έτσι ώστε όποτε θέλουμε να θεωρούμε τους εαυτούς μας ελεύθερους και να νομίζουμε ότι καθαριστήκαμε από τα πάθη, αλλά όταν θέλει ο δίκαιος κριτής. Εάν δε (ήρθαμε στην έρημο) ως απαθείς και δίκαιοι αποφεύγοντας τους αμαρτωλούς, και ακόμη μεγαλαυχούμε εξουθενώνοντας τον πλησίον, έχουμε ισχυρό κατήγορο τον Τελώνη, ο οποίος εχλευάζετο μεν από τον υψηλόφρονα Φαρισαίο, αλλά από τον Καρδιογνώστη Θεό εγίνετο αποδεκτός (Λουκ. 18:14).
» Δύο πράγματα, λοιπόν, εναντιώνονται μεταξύ τους, η ταπείνωση και η υπερηφάνεια. Η μεν υπερηφάνεια πάντα φωνάζει, θα ανέβω στα σύννεφα του ουρανού, θα τοποθετήσω το θρόνο μου στα αστέρια, θα εξομοιωθώ με τον Ύψιστο. Και το βραβείο αυτής της ύψωσης είναι τούτο· “Τώρα όμως θα κατέβεις στον άδη” (Ησ. 14:13-15). Αλλά η ταπείνωση παρηγορεί πατρικά λέγοντας· “Ελάτε σε μένα όλοι οι κουρασμένοι και παραφορτωμένοι και εγώ θα σας αναπαύσω· σηκώστε το ζυγό μου επάνω σας και μάθετε από μένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά και θα βρείτε ανάπαυση στις ψυχές σας” (Ματθ. 11:28-29). Και πιστέψτε με, παιδιά μου, ότι αν ο άνθρωπος κάνει καινούργιο ουρανό και καινούργια γη, και υπερηφανεύεται εξουθενώνοντας τον πλησίον του, αποβαίνει στο κενό ο κόπος του και ο κλήρος του θα είναι με τους υποκριτές· αν όμως ομολογούμε τις αμαρτίες μας, όπως λέγει ο Θεολόγος Ιωάννης, είναι πιστός ο Θεός, ώστε να μας συγχωρέσει τα παραπτώματά μας (Α’ Ιω. 1:9).
» Τι νομίζετε, αδελφοί, μικρό και μεγάλο πάθος δεν μας οδηγούν εξίσου στην απώλεια; Αλλά τι λέγω; Ένα και μόνο πάθος, μια αμαρτία που θεωρείται μηδαμινή μπορεί να μας οδηγήσει στην απώλεια. Όποιος αποκαλεί τον αδελφό του ρακά (άχρηστο, τιποτένιο) θα είναι ένοχος στο συνέδριο· και όποιος τον αποκαλεί μωρέ (ανόητε, παλαβέ), το λιγότερο θα είναι ένοχος στη γέεννα του πυρός (Ματθ. 5:22). Βλέπετε, αγαπητοί, ένα παράπτωμα που δεν θεωρείται αμαρτία και σε οδηγεί στη φωτιά της κόλασης. Μέθυσοι και υβριστές δεν θα κληρονομήσουν τη Βασιλεία του Θεού. Τι οδήγησε στην απώλεια τους γιους του Ηλί; Όχι το ότι προέφαγαν τα κρέατα των θυσιών; Τι δε τον Αχαάβ; Μια μικρή κλοπή δεν τον έκανε να λιθοβοληθεί με όλο τον οίκο του και όλα τα κτήνη και τα υπάρχοντά του;
» Όχι, αδελφοί μου, ενώ έχουμε μια αμαρτία, όσο και αν φαίνεται μικρή, όχι, ας μην εμπαίζουμε τη μεγάλη του πλησίον. Σε τίποτε αυτό δεν θα μας ωφελήσει. Πες μου, αν κάποιος κατεκόπτετο μπροστά μας, και εμάς μας τσιμπούσε ένα βελόνι, ποιο πόνο άραγε θα αισθανόμασταν, αυτού που κατακόβεται μπροστά μας ή του βελονιού που τσιμπάει το σώμα μας. Εάν μια πόλη που πολιορκείται από στρατεύματα, έχει μέσα έναν μονάχα επίβουλο, από ποιον θα βλαφθεί περισσότερο; Δεν θα βλαφθεί περισσότερο από τον ένα που την επιβουλεύεται από μέσα, παρά από αυτούς που την πολεμούν από έξω; Έτσι και εμείς, παιδιά μου, δεν βλαπτόμεθα τόσο πολύ από τον πλησίον μας, έστω και εάν είναι πόρνος ή μοιχός ή φονιάς ή το μεγαλύτερο από όλα τα κακά, μάγος, όσο βλαπτόμεθα, αν έχουμε ένα μικρό πάθος μέσα μας.
» Είμαστε εμπαθείς. Ποιος από εμάς μπορεί να καυχηθεί ότι είναι απαθής ή αναμάρτητος; Γιατί δεν υπάρχει πάθος πιο κούφιο και πιο δειλό από την υπερηφάνεια· όσο πιο πολύ στριφογυρίζει μέσα στο νου, τόσο πιο κουφιοκέφαλο κάνει αυτόν που κυριεύει. Να αγωνίζεσθε λοιπόν, αδελφοί μου, να προσλαμβάνετε ο ένας τον άλλο με την ταπεινοφροσύνη. Γιατί όποιος είναι εκ μέρους δίκαιος και βοηθάει τους αδυνάτους, αυτός είναι φανερό ότι πολιτεύεται προκόπτοντας στην αληθινή γνώση. Αλλά ο μεγάλος και αυτός που φαίνεται τέλειος στην αρετή, σαν ένας από τους αγίους, εάν παρόλα αυτά μεγαλοπιάνεται και ονειδίζει τον πλησίον ως ανώτερος αυτού, είναι μάταια τα φρονήματα και η δικαιοσύνη και η καύχηση. “Αρχή της σοφίας ο φόβος Θεού” (Ψαλμ. 110:10, Παροιμ. 1:7· 9:10)· στοιχούντες στην ταπεινοφροσύνη, με το σύνδεσμο της τελειότητας της αγάπης του Θεού, σε άνδρα τέλειο εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών· σ’ Αυτόν ανήκει η δόξα εις τους αιώνες».
Από το βιβλίο: Ο όσιος Γεώργιος ο Χοζεβίτης. Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη» 2016, σελ. 85.