Αρχιμ. Ανανίας Κουστένης: Κυριακή των Μυροφόρων
Έχομε εδώ τις Μάρτυρες, λοιπόν, της Αναστάσεως του Χριστού. Η Εκκλησία μάς βεβαιώνει πάντοτε για τα θεία ρήματα, για τις μεγάλες αλήθειες της, κατά τον καλύτερο και πειστικότερο τρόπο.
Χριστός Ανέστη! Αγαπητοί αναγνώσται. Τρίτη Κυριακή από το Πάσχα σήμερα, Κυριακή των Μυροφόρων, και η Εκκλησία μας εορτάζει την Ανάσταση του Χριστού μας και τιμά τους μάρτυρες αυτής.
Το άγιο Ευαγγέλιο μάς μεταφέρει στη Μεγάλη Παρασκευή. Ο Ιησούς μας έχει αποθάνει επάνω στον Σταυρό, αφού συγκλόνισε ουράνια και επίγεια, και περιμένει εκείνους που θα Τον ενταφιάσουν. Και τότε ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ο πλούσιος και ενάρετος και επίσημος αυτός Ιουδαίος, ετόλμησε και πήγε στον Πιλάτο, και εζήτησε το σώμα του Ιησού, για να το θάψει. Κι ο Πιλάτος έδειξε ενδιαφέρον. Ερώτησε τον Εκατόνταρχο, αν έχει πεθάνει προ πολλού. Κι εκείνος τον εβεβαίωσε ότι απέθανε. Και τότε εδώρησε το σώμα του Μεγάλου Νεκρού στον Ιωσήφ, τον απ’ Αριμαθαίας. Κι εδώ έχομε την υπογραφή και του Πιλάτου και του Κεντυρίωνα και του Ιωσήφ ότι ο Ιησούς όντως απέθανε. Κι ο Πιλάτος, που υπέγραψε τη θανατική καταδίκη, υπογράφει τώρα και τον θάνατο του Κυρίου. Κι όλα αυτά τα ερύθμισε η Θεία Πρόνοια, για να φανεί ότι ο Ιησούς όντως απέθανε διά τας αμαρτίας ημών. Έχει μεγάλη σημασία αυτό και είναι ουσιαστικό.
Και στη συνέχεια το άγιο Ευαγγέλιο φέρνει και κατονομάζει και τις μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού μας, που είναι οι Μυροφόρες γυναίκες, με πρώτη την Παναγιά, που αμέσως δεν αναφέρεται, προκύπτει, όμως, εμμέσως.
Εκείνες οι γυναίκες, που ήσαν κοντά στον Σταυρό του Ιησού και πόνεσαν τόσο πολύ, με υπεραλγήσασα κατά το Πάθος την Παναγία μας, εκείνες οι γυναίκες, που είδαν τον θάνατο και την αποκαθήλωση και την ταφή του Κυρίου, και περιδιάβαζαν γύρω από τον τάφο, εκείνες οι γυναίκες, τη Μεγάλη Κυριακή του Πάσχα, πολύ πρωί, πήραν αρώματα και μύρα, και με τόλμη και αγάπη και γενναιότητα έφθασαν στον τάφο του Κυρίου, για να μυρίσουν με αρώματα τον Μεγάλο Νεκρό, τον προσφιλέστατο και πολυαγαπημένο τους Ιησού Χριστό. Δεν σκέφθηκαν ούτε την κακία των Ιουδαίων ούτε την τραχύτητα των στρατιωτών ούτε την ώρα εκείνη τη δύσκολη, που τέλειωνε η νύκτα. Ένα εσκέπτοντο, τον Ιησού τους Χριστό, Τον λατρεμένο τους. Και μπροστά στην αγάπη Του όλα τα νικούσαν και τα υπέτασσαν.
Κι έφθασαν στον τάφο. Κι ενώ εσκέπτοντο του λίθου την μετάθεσιν, είδαν τον λίθο να έχει κυλιστεί από την πόρτα του τάφου και να βρίσκεται μακριά. Και μπήκαν, αυτές που ήσαν πριν και στον Σταυρό και γύρω από τον τάφο, μπήκαν στο μνημείο, στον τάφο του Χριστού τον Πανάγιο. Κι εκεί είδανε Άγγελο ουράνιο, και τους είπε: «Ξέρω ποιον θέλετε· τον Ιησούν τον εσταυρωμένον. Αναστήθηκε· δεν είναι εδώ. Βλέπετε! Κοιτάξτε τον τόπο όπου Τον έθαψαν! Αλλά τώρα πηγαίνετε να πείτε στους μαθητές και στον Πέτρο – ο Κύριος μας σκέπτεται όλους, κι όταν έχουμε δυσκολία μεγάλη και πόνο πολύ, όπως ο Πέτρος – ότι θα τους περιμένω στη μικρά Γαλιλαία».
Κι έφυγαν οι Μυροφόρες. Είχανε τρόμο στο σώμα και έκσταση στην ψυχή, μ’ αυτά που είδαν, μ’ αυτά που άκουσαν, και μ’ αυτά που αισθάνθηκαν, και μ’ αυτά που διετάχθησαν να κάνουν.
Έχομε εδώ τις Μάρτυρες, λοιπόν, της Αναστάσεως του Χριστού. Η Εκκλησία μάς βεβαιώνει πάντοτε για τα θεία ρήματα, για τις μεγάλες αλήθειες της, κατά τον καλύτερο και πειστικότερο τρόπο.
Πώς και με τι να ευχαριστήσομε τον Αναστάντα Χριστό; Ας Τον παρακαλέσουν οι Μάρτυρες της Ταφής και της Αναστάσεώς Του και για μας και για την κάθε ψυχή. Το χρειαζόμαστε.
Χριστός Ανέστη!
Πηγή: †Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, Το κήρυγμα της Κυριακής, τόμος Α΄ Τριώδιο – Πεντηκοστάριο, εκδ. Ακτή, Λευκωσία 2009, σελ. 137-139.