Dogma

Ας γίνουμε ολοφώτεινοι, είναι Πάσχα

Του π. Γεωργίου Δορμπαράκη στην "Κιβωτό της Ορθοδοξίας"

«Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν Λαοί, Πάσχα Κυρίου, Πάσχα· εκ γαρ θανάτου προς ζωήν, και εκ γης προς ουρανόν, Χριστός ο Θεός, ημάς διεβίβασεν, επινίκιον αδοντας» (α΄ ωδής κανόνος αναστάσεως, ήχος α΄).

(Ημέρα της Ανάστασης, λαοί, ας γίνουμε ολοφώτεινοι, είναι Πάσχα, του Κυρίου το Πάσχα. Διότι μας πέρασε από τον θάνατο προς τη ζωή και από τη γη προς τον ουρανό, Χριστός ο Θεός μας, εμάς που ψέλνουμε τον ύμνο για τη νίκη αυτή).

Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, στον πανηγυρικό και θριαμβευτικό πρώτο ήχο, μας προσφέρει το ξέσπασμα της καρδιάς του – ξέσπασμα του κάθε εν επιγνώσει πιστού – για την πανήγυρη των πανηγύρεων, την Ανάσταση του Κυρίου. Πρόκειται όχι ασφαλώς για το Πάσχα των Ιουδαίων, κατά το οποίο εορτάζουν αυτοί τη διάβαση της Ερυθράς θάλασσας και συνεπώς την ελευθερία τους από τη δουλεία των Αιγυπτίων – το γεγονός αυτό λειτουργεί ως προεικόνιση και προφητεία του Χριστιανικού Πάσχα – αλλά για το Πάσχα του Κυρίου, για την Ανάστασή Του, με την οποία ο Κύριος ως ο παντοδύναμος Θεός, αφού διέλυσε το βασίλειο του θανάτου με την είσοδό του σ’ αυτόν, έδωσε την αιώνια ζωή σε όλες τις θλιμμένες ψυχές των νεκρών, δηλαδή τους πέρασε από τον θάνατο στη ζωή· κι ακόμη περισσότερο, διεβίβασε όλους τους ανθρώπους από τη γη που ήταν κατ’ αποκλειστικότητα στραμμένοι, προς τον Ουρανό, εκεί που μπορεί κανείς να δει Θεού πρόσωπο, εκεί που ζει κανείς πια την αληθινή πατρίδα του, τη βασιλεία του Θεού. Διότι, κατά τον απόστολο, μετά το απολυτρωτικό έργο του Κυρίου, «ουκ έχομεν μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν», η οποία (μέλλουσα πόλις) ήδη βιώνεται από τον κόσμο τούτο για τον χριστιανό στην Εκκλησία. «Άρα ουν ουκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού».

Με άλλα λόγια, η Ανάσταση του Κυρίου σήμανε την τελική νίκη απέναντι στον θάνατο, με την έννοια ότι ο θάνατος πια, ως κατηργημένος και εξαφανισμένος, δεν είναι το τέλος του ανθρώπου – δεν υπάρχει· τέλος του ανθρώπου είναι ο ίδιος ο Χριστός, δηλαδή το άκτιστο φως Του και η αιώνια ζωή. Πεθαίνει κανείς κι εκεί που ανθρωπίνως νομίζει ότι χάνεται, τον Χριστό συναντά και σ’ Εκείνου την αγκαλιά πέφτει, Εκείνου το φως τον διαπερνά. «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια». Μας το λέει τόσο άμεσα και ανάγλυφα ο απόστολος Παύλος και πάλι: «Εάν τε ζώμεν, εάν τε αποθνήσκωμεν, του Κυρίου εσμέν». Ζεις εδώ, στον κόσμο τούτο; Στον Χριστό ανήκεις και από Αυτόν ζεις. Φεύγεις από τον κόσμο τούτο; Συνεχίζεις από άλλη μεριά να στέκεσαι από Εκείνον και Εκείνου η ζωή να σε προσδιορίζει. Γι’ αυτό και δεν μας παραξενεύουν τα λόγια του ότι γι’ αυτόν ζωή σημαίνει Χριστός, οπότε κι ο θάνατος λειτουργεί για τον ίδιο ως κέρδος. «Εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος».

Ο άγιος μέγας Δαμασκηνός όμως, μπροστά σ’ αυτό το υπερφυές και μέγιστο μυστήριο της Αναστάσεως του Κυρίου, μας καθοδηγεί στη μόνη ενδεδειγμένη στάση μας: «λαμπρυνθώμεν». Να γίνουμε λαμπροί και φωτεινοί. Αφού τα πάντα πια είναι πλημμυρισμένα από το φως του Χριστού, δεν είναι δυνατόν παρά ολοφώτεινος να παρουσιάζεται και ο πιστός χριστιανός. Αυτονόητο, αλλά και όχι τόσο εύκολο. Γιατί απαιτείται η θετική στροφή του ανθρώπου προς τον Χριστό, να πιστέψει δηλαδή αληθινά στην Ανάστασή Του, και κυρίως: να βρίσκεται μονίμως και αδιαλείπτως σε αγώνα καθάρσεως του εαυτού του και των αισθήσεών του από οτιδήποτε βρόμικο και εμπαθές, από κάθε τι αμαρτωλό. Γι’ αυτό και ο αμέσως επόμενος λόγος του είναι αυτός: «καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα τω απροσίτω φωτί της Αναστάσεως Χριστόν εξαστράπτοντα και Χαίρετε φάσκοντα τρανώς ακουσόμεθα». Ας καθαριστούμε ως προς τις εμπαθείς αισθήσεις μας, κι έτσι θα δούμε μέσα στο απρόσιτο φως της Αναστάσεως τον Χριστό να εξαστράπτει και θα Τον ακούσουμε με δυνατή φωνή να μας λέει Χαί