«Δεν είναι δυνατό στον 21ο αιώνα να υπάρχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση χιλιάδες εργαζόμενοι, οι ψάλτες, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις εκκλησίες, και μάλιστα με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου, που αποστερούνται των ελαχίστων εργασιακών δικαιωμάτων που απορρέουν από την Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Αυτό είναι μια πρακτική που παραπέμπει σε Εργασιακό Μεσαίωνα και κάθε πράξη ανατροπής της αποτελεί φόρο τιμής στους αειμνήστους δασκάλους και προκατόχους μας, οι οποίοι ίδρυσαν την Ομοσπονδία 44 χρόνια πριν» αναφέρει στην Κιβωτό της Ορθοδοξίας ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συλλόγων Ιεροψαλτών Ελλάδος (ΟΜΣΙΕ), Κωνσταντίνος Πολίτης. Όπως επισημαίνει ο ίδιος, ένας νόμος της περιόδου Μεταξά, που ορίζει το εργασιακό καθεστώς του κλήρου και εξαιρεί ιεροψάλτες, νεωκόρους και βοηθητικό προσωπικό, που εργάζονται στους χιλιάδες ναούς της Ελλάδας, από όσα θα έπρεπε να προβλέπονται για την αμοιβή τους παρόλο που εντάσσονται στον κατώτερο κλήρο. Ο Ιεροψάλτης, διαχρονικά, λογίζεται κατώτερος Κληρικός της Εκκλησίας, ασκεί, σύμφωνα με τους αρχαίους Κανόνες της ένα Ιερό Λειτούργημα, ως άμεσος και βασικός συνεργάτης του Ιερέως, εκπρόσωπος του πληρώματος της Εκκλησίας, λειτουργικά και τελετουργικά.
Η συμμετοχή της ΟΜΣΙΕ στους εορτασμούς της εργατικής Πρωτομαγιάς για πρώτη φορά, προκάλεσε την απορία όσων είδαν το πανό στη συγκέντρωση ενώ σε σχετική ανακοίνωσή της η ομοσπονδία ανέφερε πως με την πράξη της αυτή ήθελε να σηματοδοτήσει τη βούλησή της να μεταβάλει τη στάση αναμονής οποιασδήποτε επίλυσης του ιεροψαλτικού ζητήματος από την Εκκλησία. «Μετά από αλλεπάλληλες προσπάθειες της ιεροψαλτικής κοινότητας και επίδειξη ιώβειας υπομονής κατά τα τελευταία δεκαεπτά χρόνια, από το 2006, έτος ψήφισης του κανονισμού ιεροψαλτών, το ζήτημα οφείλει να δημοσιοποιηθεί, με τον πιο έντονο τρόπο στην κοινωνία ώστε όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς να αναλάβουν τις ιστορικές τους ευθύνες και να πάρουν θέση» ανέφερε χαρακτηριστικά η ανακοίνωση.
Όπως σημείωσε ο πρόεδρος της ΟΜΣΙΕ, Κωνσταντίνος Πολίτης, η κοινότητα των ιεροψαλτών αντιμετωπίζει μεγάλη ηθική κριτική από τη στιγμή που πολλοί αναρωτιούνται πώς μπορούν να διεκδικούν αμοιβή από την Εκκλησία, τη στιγμή που την υπηρετούν αλλά το συγκεκριμένο ανοιχτό θέμα δεν συζητιέται και παραπέμπεται μονίμως στις καλένδες. «Εμείς είμαστε μπροστά στο μεγάλο αδιέξοδο, αν θα μιλήσουμε για αυτά τα θέματα ή όχι» ανέφερε ο κ. Πολίτης συμπληρώνοντας ότι δεν μπορούν να υπάρχουν εξαιρέσεις στα εργασιακά δικαιώματα. «Οι περισσότεροι προτιμούν να παρατήσουν την ψαλτική παρά να στραφούν δικαστικά εναντίον της Εκκλησίας για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους» καταλήγει.
Σύμφωνα με παλαιότερα στοιχεία, οι ιεροψάλτες ανά την Ελλάδα ξεπερνούν τους 8.000 με έναν μεγάλο αριθμό αυτών να βρίσκεται στην πρωτεύουσα. Οι ιεροψάλτες στους κατά τόπους ιερούς ναούς, διορίζονται από τα μητροπολιτικά συμβούλια, με επικεφαλής τον μητροπολίτη και θεωρούνται υπάλληλοι των Ιερών Ναών, με σχέση εργασίας Δημοσίου Δικαίου που καθορίζεται ρητά στον Κανονισμό 176/2006 και τον νόμο 4235/2014, όμως τα συγκεκριμένα Ν.Π.Δ.Δ. είναι αυτοχρηματοδοτούμενα (ν 4235/2014) και η μισθοδοσία τους αποτελεί αντικείμενο ιδιωτικής συμφωνίας τους σε προσωπικό επίπεδο. Οι ναοί είναι αυτοχρηματοδοτούμενα νομικά πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Η αμοιβή των ιεροψαλτών και των νεωκόρων, επειδή δεν υπάγεται στην Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, συγκαταλέγεται στα έξοδα της κάθε ενορίας όπως είναι η ηλεκτροδότηση, η τηλεφωνία, ο ΕΦΚΑ και ο ΕΝΦΙΑ. Το πρόβλημα με τις αμοιβές του κατώτερου κλήρου ξεκίνησε να μεγεθύνεται με την επέλαση της οικονομικής κρίσης μετά το 2010. Τα διαθέσιμα εισοδήματα των πιστών μειώθηκαν με αποτέλεσμα η μείωση αυτή να συμπαρασύρει και τα έσοδα των ιερών ναών. Οι ανελαστικές δαπάνες για κάθε ενορία ωστόσο παρέμειναν ίδιες και σε κάποιες περιπτώσεις αυξήθηκαν. Εκείνοι που βρέθηκαν στο κενό όμως ήταν οι ιεροψάλτες, οι νεωκόροι και το βοηθητικό προσωπικό καθώς ο ανώτερος κλήρος αμείβεται με κριτήρια Δημοσίου.
(Του Γιώργου Νόκου για την εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας»)
Η συνθήκη που μεγέθυνε το πρόβλημα ήταν η πανδημία του κορονοϊού και οι περιορισμοί στην μετακίνηση και τις συγκεντρώσεις σε ανοιχτούς και κλειστούς χώρους, κάτι που επηρέασε και τις λειτουργίες. Η απαγόρευσης της τέλεσης κάθε είδους λειτουργιών και ιεροπραξιών στους θρησκευτικούς χώρους λατρείας είχε ως αποτέλεσμα την ουσιαστική αναστολή την καταβολή της μισθοδοσίας των ιεροψαλτών. Για τον λόγο αυτό, στις 15 Απριλίου 2020, η Ομοσπονδία Συλλόγων Ιεροψαλτών Ελλάδος είχε στείλει επιστολή στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη ενώ τον περασμένο Δεκέμβριο η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος με εγκύκλιό της, απάντησε στο αίτημα της ομοσπονδίας για την αναπροσαρμογή των αποδοχών των ιεροψαλτών αναγνωρίζοντας τη μείωση των αποδοχών των ιεροψαλτών λόγω της οικονομικής κρίσης αλλά και του γενικότερου οικονομικού κλίματος. Αποτέλεσμα ήταν η εγκύκλιος να διαβιβαστεί στις Μητροπόλεις οι οποίες οι οποίες έχουν και το αποκλειστικό καθήκον να εξειδικεύσουν τις σχετικές πρωτοβουλίες τους.