«Γιὰ 42 σχεδὸν χρόνια καὶ ὁ Κυπριακὸς Ἑλληνισμός, ξέροντας ὅτι «πιστὸς ὁ ἐπαγγειλάμενος» (Ἑβρ.10,23), ἀναμένει ὑλοποίηση τῆς ἐξαγγελίας τῆς μοναδικῆς ἐκείνης στιγμῆς τοῦ κόσμου: «καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη» (Λουκ.2,14). Εἰρήνης, ἀσφαλῶς, μετὰ δικαιοσύνης καὶ ἰσοπολιτείας» αναφέρει στο μήνυμά του με αφορμή την εορτή των Χριστουγέννων ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Χρυσόστομος.
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
«Τὰ σύμπαντα σήμερον χαρᾶς πληροῦνται. Χριστὸς ἐτέχθη ἐκ τῆς Παρθένου».
Ἡμέρα κατὰ πάντα χαρμόσυνη εἶναι ἡ γενέθλια ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ! Ἡμέρα ἀγαλλίασης καὶ προάγγελος σωτηρίας. Μὲ τὴν ἔλευση στὴ γῆ τοῦ Χριστοῦ, λύεται ἡ καταδίκη τῶν πρωτοπλάστων. Ἀκυρώνεται τὸ ἐπιτίμιο «γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» (Γεν. 3,19). Σήμερα «τὴν Ἐδὲμ Βηθλεὲμ ἤνοιξε»∙ «παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν καὶ ἐδόθη ἡμῖν» ( Ἡσ. 9,5), γιὰ νὰ διαλύσει «τὸ μεσότειχον τοῦ φραγμοῦ» καὶ νὰ μεταλάβουμε «τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς». «Ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος» (Τίτ. 2,11) καὶ ἀνέτειλεν ὁ «Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης» (Μαλαχ. 4,2).
Ὑποκλινόμαστε μὲ ταπείνωση καὶ δέος μπροστὰ στὴν ἄφατη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀποτέλεσμα τῆς ὁποίας ἦταν ἡ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ Του. Ταυτόχρονα ἀποροῦμε πῶς μπόρεσε ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἡ δουλεύουσα στὰ πάθη, νὰ δεχθεῖ τὸν ἀπαθή; Πῶς ἡ φθαρτὴ φύση δέχεται τὸν ἄφθαρτο, ἡ ἁμαρτωλὴ τὸν ἅγιο, ἡ ἔνοχη τὸν ἀναμάρτητο; «Μυστήριον», ὄντως, «ξένον καὶ παράδοξον»!
Ἐρωτᾷ καὶ ὁ Μ. Βασίλειος: «Διατὶ ὁ Θεὸς ἐν ἀνθρώποις;». Καὶ δίνει ὁ ἴδιος τὴν ἀπάντηση: «Διὰ τοῦτο Θεὸς ἐν σαρκί, ἐπειδὴ ἔδει τὴν καταραθεῖσαν σάρκα ταύτην ἁγιασθῆναι, τὴν ἀσθενήσασαν ἐνδυναμωθῆναι, τὴν ἀλλοτριωθεῖσαν Θεοῦ, ταύτην οἰκειωθῆναι αὐτῷ, τὴν ἐκπεσοῦσαν τοῦ Παραδείσου, ταύτην εἰς οὐρανοὺς ἀναχθῆναι» (Μ. Βασιλειου: Ὁμιλία εἰς τὴν ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Γέννησιν). Γιατί ἔπρεπε ἡ σάρκα ποὺ δέχτηκε τὸ ἐπιτίμιο νὰ ἁγιασθεῖ, ἐκείνη ποὺ ἀσθένησε νὰ ἐνδυναμωθεῖ, ἐκείνη ποὺ ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ξανασυνδεθεῖ μαζί του, ἐκείνη ποὺ ἐξέπεσε τοῦ παραδείσου νὰ ξαναμπεῖ σ’ αὐτόν.
Διευκρινίζει πρὸς τοῦτο ὁ ἃγιος Γρηγόριος Νύσσης ὅτι μὲ τὴν «κένωσιν» τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ «ἀνακαινοῦται τὸ ἀθρώπινον, διὰ τῆς πρὸς τὸ θεῖον ἀνακράσεως θεῖον γινόμενον».
Εὔλογα, λοιπόν, «τὰ σύμπαντα σήμερον χαρᾶς πληροῦνται». «Τὸ ρῆμα τοῦτο τὸ γεγονὸς» (Λουκ. 2,15), «ὅτι ἐτέχθη ἡμῖν σήμερον Σωτὴρ» (πρβλ. Λουκ. 2,11), δὲν ἀναφέρεται μόνο στοὺς Χριστιανούς. Ἀναφέρεται σ’ ὅλη τὴν κτίση∙ καὶ στοὺς ἄπιστους καὶ στοὺς διῶκτες τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀφοῦ μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα ἀπέκτησε τὴ δυνατότητα τῆς σωτηρίας. Χωρὶς τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ οὐδεὶς θὰ εἶχε αὐτὴ τὴ δυνατότητα. Ἀκόμα καὶ ἡ ἄψυχος ὕλη, ποὺ μετὰ τὴν πτώση «συστενάζει καὶ συνωδίνει» (Ρωμ. 8,22) μὲ τὴν ἀνθρωπότητα, καλεῖται σὲ ἀνακαίνιση μὲ τὴ γέννηση στὴ γῆ τοῦ Χριστοῦ.
Τὸ γεγονὸς τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἕνα στατικὸ σημεῖο στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας ποὺ παραπέμπει «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ», στὶς ἡμέρες τοῦ Καίσαρος Αὐγούστου. Εἶναι ἀπολυτρωτικὸ μυστήριο δυναμικό, ποὺ ἐνεργεῖται ἀπὸ χρόνο σὲ χρόνο, ἀπὸ μέρα σὲ μέρα, μέχρι τὴ συντέλεια τῶν αἰώνων.
Πάντοτε, ἀλλὰ ἰδιαίτερα στὶς μἐρες μας, ὅπου παρατηρεῖται ἄγχος ἀπὸ τὴν οἰκονομικὴ κρίση, σύγχυση ἀπὸ τὴν κοινωνικὴ ἀστάθεια, ὅπου ἀκούονται «πόλεμοι καὶ ἀκοαὶ πολέμων», ὑπάρχει φόβος ἀπὸ τὴν τρομοκρατία καὶ ἐπικρατεῖ παραλογισμὸς λόγῳ τοῦ ἄκρατου ἀτομισμοῦ καὶ τῆς ἰδιοτέλειας στὶς σχέσεις μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, τὸ μήνυμα τῆς γέννησης στὴ γῆ τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνα καὶ μοναδικό: ὅτι δὲν εἶναι ὁ ἀνθρώπινος παράγοντας, ὁ μόνος ποὺ κυβερνᾷ καὶ κατευθύνει τὴν Ἱστορία. Ὑπάρχει ὁ Θεὸς, ὁ ὁποῖος μέσα στὸ ὅλο μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας συγκαταβαίνει καὶ γίνεται ἄνθρωπος∙«κενώνει ἑαυτὸν» μέχρι βρέφους καὶ ἀπειλῆς τοῦ Ἡρώδου, μέχρι Σταυροῦ καὶ θανάτου, ἀλλὰ μὲ μόνο σκοπὸ καὶ κατεύθυνση τὴν Ἀνάσταση.
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Στὸν Ἄρχοντα τῆς Εἰρήνης, τὸν ἐπιφανέντα Θεό, στηρίκτηκε γιὰ δύο χιλιάδες τώρα χρόνια τὸ ἔθνος μας. Στὸ μήνυμα τῆς ἐνανθρώπησής Του, ἐναπέθεσε τὶς προσδοκίες του. Σὲ καιροὺς δόξης καὶ θριάμβων ἡ πίστη αὐτὴ κατέστη ἡ σημαία καὶ ὁ θυρεός του. Σὲ καιροὺς ἐθνικῶν περιπετειῶν καὶ ταπεινώσεων ἔγινε ἡ ἐπιστηρικτικὴ ράβδος του καὶ ἡ ἄγκυρα τῆς ἐλπίδος του.
Γιὰ 42 σχεδὸν χρόνια καὶ ὁ Κυπριακὸς Ἑλληνισμός, ξέροντας ὅτι «πιστὸς ὁ ἐπαγγειλάμενος» (Ἑβρ.10,23), ἀναμένει ὑλοποίηση τῆς ἐξαγγελίας τῆς μοναδικῆς ἐκείνης στιγμῆς τοῦ κόσμου: «καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη» (Λουκ.2,14). Εἰρήνης, ἀσφαλῶς, μετὰ δικαιοσύνης καὶ ἰσοπολιτείας.
Ἡ Ἐκκλησία, ποὺ γιὰ δύο χιλιάδες χρόνια συμπορεύτηκε μὲ τὸν Κυπριακὸ Ἑλληνισμό, ποὺ εἶναι καὶ τὸ ποίμνιό της, θὰ ἐξακολουθήσει νὰ πορεύεται καὶ τώρα μαζί του μέχρι τὸ τέρμα τοῦ ἀγώνα καὶ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ τόπου. Δὲν θὰ παύσει νὰ στηρίζει καὶ νὰ συμβουλεύει, νὰ ὑποδεικνύει, μέσα ἀπὸ τὴ μακραίωνη πείρα της, τὸ ἐθνικῶς ὀρθὸν καὶ πρέπον. Ἔχουμε τὴ γνώμη ὅτι τώρα ποὺ ὁ πρῶτος ἐνθουσιασμὸς καὶ οἱ ψευδαισθήσεις γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ κατοχικοῦ ἡγέτη ἔχουν παρέλθει, καὶ ὁ ἴδιος ἀπέβαλε τὸ ἐπικοινωνιακὸ προσωπεῖο του, εἶναι ξεκάθαρος σὲ ὅλους ὁ τελικὸς στόχος τῆς Τουρκίας. Στόχος ποὺ δὲν ἀλλάζει μὲ τὴν ἐναλλαγὴ τῶν προσώπων στὶς διάφορες θέσεις, ἀλλὰ παραμένει μόνιμος καὶ συνίσταται στὴν κατάκτηση καὶ Τουρκοποίηση ὁλόκληρης τῆς Κύπρου. Ἔχουμε χρέος, πάσῃ θυσίᾳ, νὰ ματαιώσουμε τοὺς τουρκικοὺς στόχους. Κάθε ἐνέργειά μας ποὺ διευκολύνει τὴν ὑλοποίηση τῶν σχεδίων τοῦ κατακτητῆ, εἴτε εἶναι οἰκονομικὴ ἐνίσχυση τῶν κατεχομένων, εἴτε ἔμμεση ἀναγνώριση τοῦ ψευδοκράτους, εἴτε ἀπεμπόληση τῶν κατεχομένων περιουσιῶν μας, θὰ πρέπει ἀμέσως νὰ σταματήσει. Ἕνα ἀρραγὲς ἐσωτερικὸ μέτωπο, χωρὶς κίνδυνο ἢ ἐνδείξεις κατάρρευσής του, θὰ διευκολύνει καὶ τὴν ἡγεσία μας στὴν ἐπιδίωξη ἐξεύρεσης δίκαιης λύσης.
Ἐὰν σταθερὰ καὶ ἀταλάντευτα ἐπιμείνουμε στὴ διεκδίκηση καὶ γιὰ τὸν λαό μας τῶν δικαιωμάτων ποὺ ἀπολαμβάνουν ὅλοι οἱ ἄλλοι Εὐρωπαῖοι, δηλαδὴ τῆς ἐλεύθερης διακίνησης, τῆς ἐλεύθερης ἐγκατάστασης καὶ τῆς ἐλεύθερης ἀπόκτησης περιουσίας σὲ ὅλη τὴν Κύπρο, καὶ στὴν ἀρχὴ «ἕνας ἄνθρωπος μία ψῆφος», δύσκολα οἱ ἄλλοι θὰ ἀρνηθοῦν γιὰ μᾶς ὅ,τι θεωροῦν αὐτονόητο γιὰ τὸν ἑαυτό τους.
Γι’ αὐτὸ καὶ θὰ πρέπει ἀμέσως νὰ παύσουμε νὰ δίνουμε στοὺς τρίτους ἄλλοθι, μὲ τὸ νὰ παρουσιαζόμαστε ἕτοιμοι γιὰ ὑποχωρήσεις σὲ θέματα ἀρχῶν. Ὅσοι διατείνονται ὅτι ἡ πάροδος τοῦ χρόνου ἑδραιώνει τὴν κατοχὴ θὰ πρέπει νὰ ξέρουν πὼς εἶναι οἱ συνεχεῖς ὑποχωρήσεις μας, ποὺ μᾶς ὁδηγοῦν σ’ ἓνα τέτοιο ἀποτέλεσμα. Ἀπόδειξη τὰ 800 χρόνια ποὺ ζήσαμε κάτω ἀπὸ ξένους δυνάστες χωρὶς νὰ χάσουμε τὸν προσανατολισμὸ καὶ τὴν ἑλληνικότητά μας. Κι ὅσοι ἐπισείουν, ὡς δαμόκλεια σπάθη, τὴν ἀπειλὴ τῆς διχοτόμησης, ἂν δὲν δεχθοῦμε ὅ,τι ζητεῖ ὁ κατακτητής, θὰ πρέπει νὰ ἀκούσουν τοὺς ἴδιους τοὺς Τούρκους, οἱ ὁποῖοι διακηρύττουν ὅτι ἀπὸ τῆς ἡμέρας τῆς εἰσβολῆς, ποὺ ἔχουν ἐπιτύχει τὴ διχοτόμηση ἐπὶ τοῦ ἐδάφους, δὲν εἶναι πιὰ αὐτὸς ὁ τελικὸς στόχος τους. Ἂς εἴμαστε, λοιπόν, ἕτοιμοι γιὰ συνέχιση τοῦ ἀγώνα.
Παρὰ τὶς δυσκολίες ἀπὸ τὴ συνεχιζόμενη οἰκονομικὴ ὕφεση καὶ τὶς ταλαιπωρίες ἀπὸ τὴν ἐκκρεμότητα τοῦ ἐθνικοῦ μας θέματος, καλούμαστε σήμερα νὰ πορευθοῦμε πρὸς τὸ θεοδέγμον σπήλαιο. Ἡ ὑμνολογία σημειώνει ὅτι «ἐκεῖ παρθένος τεκοῦσα βρέφος, τὴν δίψαν ἔσβεσεν, εὐθύς, τὴν τοῦ Ἀδὰμ καὶ τοῦ Δαβίδ». Ἐκεῖ θὰ βροῦμε κι’ ἐμεῖς ἀπαντήσεις σὲ ὅλα τὰ προβλήματα ποὺ μᾶς κατατρύχουν, ἐνθάρρυνση καὶ δύναμη γιὰ συνέχιση καὶ τοῦ ἐθνικοῦ μας ἀγώνα. Γι’ αὐτὸ καὶ πάλιν τονίζει ἡ Ἐκκλησία τὴν ἀνάγκη νὰ πορευθοῦμε ἐκεῖ: «Διὰ τοῦτο πρὸς τοῦτο – τὸ σπήλαιον – ἐπειχθῶμεν, οὗ ἐτέχθη παιδίον νέον ὁ πρὸ αἰώνων Θεός».
Αὐτοῦ τὸ ἄπειρον ἔλεος, τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, ἐπικαλούμαστε σὲ ὅλους, ἰδιαίτερα στοὺς ἐμπερίστατους: στοὺς ἀγνοουμένους καὶ στοὺς συγγενεῖς τους, στοὺς πρόσφυγες, στοὺς ἐγκλωβισμένους, στοὺς πάσχοντες. Ἐλπίζουμε μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τοὺς δικούς μας ἀγῶνες, ἡ νέα χρονιά, στὴν ὁποία ἐντὸς ὀλίγου θὰ εἰσέλθουμε, νὰ ὁδηγήσει στὴν ἀπελευθέρωση τῆς πατρίδας μας.
Ἐν τῇ Ἱερᾷ Ἀρχιεπισκοπῇ Κύπρου,
Χριστούγεννα 2015.
Διάπυρος ἐν Χριστῷ τεχθέντι εὐχέτης
† Ο ΚΥΠΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ