Δημήτριος Παναγόπουλος: 40 χρόνια από την κοίμηση του φλογερού Ιεροκήρυκα
Σήμερα συμπληρώνονται σαράντα χρόνια από την μακαρία κοίμηση του Ιεροκήρυκα Δημητρίου Παναγόπουλου. Εκήρυττε για 30 χρόνια στην Ελλάδα και το εξωτερικό ως ακούραστος εργάτης του Ευαγγελίου και της Ορθοδοξίας. Στο επίκεντρο των κηρυγμάτων του ήταν η Μετάνοια και επιστροφή στον Χριστό.
Δεν είχε ανάλογες σπουδές ούτε ήταν κάτοχος πανεπιστημιακών τίτλων, έχοντας όμως το σπουδαίο χάρισμα του λόγου και κυρίως την πλουσιότατη Χάρη του Κυρίου μας που τον επεσκίαζε και τον καθοδηγούσε, βοήθησε πλήθος ανθρώπων να βρουν την οδό της Σωτηρίας.
Ο Δημήτριος Παναγόπουλος γεννήθηκε στο χωριό Άγιος Κωνσταντίνος Αιγίου. Οι γονείς του Αθανάσιος και Ασήμω ήταν βαθιά θρησκευόμενοι άνθρωποι και η μόνη έννοια τους ήταν να οδηγήσουν μέσω των προσευχών τα παιδιά τους, στο δρόμο του Θεού.
Αμέσως, μετά το θάνατο του πατέρα του, ίσα ίσα που μόλις κατόρθωσε να τελειώσει το Σχολαρχείο, ανέλαβε τα οικογενειακά καθήκοντα. Δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για τα θέματα πίστης, αλλά ήταν πολύ ευφυής και πάντα διαθέσιμος προς όλους. Η ευφράδεια λόγου, η ηρεμία και η αγάπη του προς όλους τον έκαναν να ξεχωρίζει ανάμεσα στα παιδιά και στις νεανικές παρέες γενικά.
Με την ολοκλήρωση της στρατιωτικής του θητείας και λίγο πριν καταταχθεί ο Κύριος μέσα από μια σειρά γεγονότων που έλαβαν χώρα στη ζωή του Δημήτρη Παναγόπουλου, άρχισε να φανερώνει τη πρόθεση Του για το μετέπειτα κάλεσμα του, στην διακονία του κηρύγματος του Θείου Λόγου. Ο Δημήτριος όμως συνέχισε να μη δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αυτήν.
Το 1948 νυμφεύθηκε την Αγγελική Σωτηροπούλου, που ξεχώριζε για το χριστιανικό της ήθος. Από την σύζυγό του ο Παναγόπουλος ωφελήθηκε και βοηθήθηκε σε μεγάλο βαθμό ως προς την στροφή του προς τον Χριστό και την Εκκλησία Του.
Το 1950 άρχισε να καλλιεργείται στενότερη σχέση με την Εκκλησία, ενώ παράλληλα ενέτεινε την μελέτη θρησκευτικών βιβλίων. Ένα προσκύνημα στην Τήνο έπαιξε καθοριστικό ρόλο ώστε να εξομολογηθεί σχεδόν για πρώτη φορά, και αποτέλεσε το γεγονός αυτό σταθμό στη ζωή του.
Ήταν άνθρωπος με ισχυρή θέληση και με την βοήθεια του Θεού κατάφερε να επιβληθεί στον εαυτό του, με αποτέλεσμα να κόψει τα πάθη και τις αδυναμίες του παρελθόντος. Ταυτόχρονα άρχισε να συγκροτείται ηθικά και χριστιανικά.
Όσο αυξανόταν η ψυχική του αναγέννηση όλο και περισσότερο άφηνε την ζωή του να την καθοδηγεί ο Κύριος. Χαρακτηριστικό ήταν ότι με ιερό ζήλο μελετούσε την Αγία Γραφή και τη διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας μας.
Στις 11 Νοεμβρίου του 1951, συγκεκριμένα στην ηλικία των 35 ετών, σε μια αγρυπνία που τελούταν στον ιερό Ναό της Αναλήψεως στον Βύρωνα, με εντολή του διακριτικού και οσίου Γέροντος Ιερωνύμου Σιμωνοπετρίτου – προσφάτως ανακηρυχθέντα αγίου της ορθοδόξου Εκκλησίας -πραγματοποίησε το πρώτο επίσημο κήρυγμα του.
Πράγματι, η πορεία απέδειξε ότι είχε επιστρατευθεί από τον Θεό στο έργο της διακονίας του θείου λόγου. Αποτέλεσε θεόκλητος και λαόκλητος κήρυκας.
Επιτελούσε την διακονία της πνευματικής σποράς του λόγου του Θεού με ιδιαίτερο ιερό ζήλο και πόθο. Η φήμη του χαρισματούχου εργάτου του Ευαγγελίου εξαπλώθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα. Στην Αθήνα έφθασε να ομιλεί μέχρι και δέκα φορές την εβδομάδα.
Στην συνέχεια άρχισε να επισκέπτεται πόλεις και χωριά που τον καλούσαν για αυτόν τον σκοπό. Ήταν ακούραστος, δοσμένος στο έργο του Θεού, χωρίς ωράριο εργασίας, χωρίς υλικές αποδοχές.
Ο Παναγόπουλος επικεντρώθηκε στο εποικοδομητικό κήρυγμα του στην μετάνοια και επιστροφή αμαρτωλών ψυχών στην Εκκλησία του Χρίστου. Ως ελεημένος από τον Θεό, πάσχιζε να γίνει η αιτία επιστροφής μετανοημένων ψυχών. Έτσι η μετάνοια ήταν το συνηθιστέρο θέμα που διαπραγματευόταν στο κήρυγμα.
Χαρακτηριστικό είναι ότι αριθμούνται σε χιλιάδες οι ψυχές, που επηρεάσθηκαν από το ζωντανό και χειμαρρώδες κήρυγμα του. Ως όργανο της Χάριτος του Θεού που ήταν, έτρεχε με σκοπό να ενισχυθούν όσο το δυνατόν περισσότερες ψυχές από το ηθικό ναυάγιο του κόσμου.
Ο λόγος του στο θέμα της μετανοίας οδηγούσε πολλούς από τους ακροατές στον εξομολόγο. Πολύ ορθά του αποδόθηκε το χαρακτηριστικό του κήρυκος της μετανοίας, αφού ο λόγος του αφύπνιζε ένοχους. Το κήρυγμα του συγκινούσε, απευθυνόταν στην καρδιά κάθε ανθρώπου, προβλημάτιζε και επιδρούσε αποτελεσματικά.
Σαφής και κατανοητός στον λόγο του, γλαφυρός και συναρπαστικός. Παρόλο που στηλίτευε κατακόρυφα τα αμαρτωλά πάθη, ένα μεγάλο μέρος του ακροατήριου ανεξαρτήτου ηλικίας, φύλου, τάξεως και μορφώσεως «κρεμόταν» από τα χείλη του και οδηγούταν σε οριστική αλλαγή. Άλλαζε η πορεία της ζωής των ανθρώπων, οδηγούταν στον Χριστό, την Εκκλησία Του, την αρετή.
Ως έδρα των κηρυγμάτων του, στην Αθήνα, ήταν κυρίως η αίθουσα των Τριών Ιεραρχών στην οδό Μενάνδρου 4. Συνήθως, εκεί από το 1956 έως την 11-2-1982, μιλούσε μια φορά την εβδομάδα, εκτός 2-3 καλοκαιρινούς μήνες. Σε αυτή την αίθουσα μόνο, πραγματοποιήθηκαν χίλιες τριακόσιες ωριαίες ομιλίες. Σύμφωνα με συντηρητικούς υπολογισμούς, το κηρυκτικό του έργο, υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ομιλίες.
Ο αείμνηστος Δημήτριος Παναγόπουλος βίωνε την πίστη, ζούσε την μυστηριακή ζωή, την ζωή της κατά Χριστόν αρετής. Ήταν στολισμένος με πραότητα και ταπείνωση, με συγχωρητικότητα και αγάπη.
Η πορεία της θεαρέστου διακονίας του γνώρισε και πολλές δυσκολίες, που προκαλούσε ο εχθρός Διάβολος με εμπαθή όργανα του, τα οποία και δημιουργούσαν εμπόδια. Τελικά η χάρις του Θεού τακτοποιούσε τα πράγματα και ο πιστός και καλός εργάτης του Κυρίου συνέχιζε με αυταπάρνηση, ζήλο και αγάπη Χριστού την ψυχοσωτήριο διακονία του.
Ο ίδιος έκδιδε το θρησκευτικό περιοδικό ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΝΑ, για περίπου 25 χρόνια. Στα άρθρα που έγραφε στο περιοδικό υπέγραφε με τα αρχικά γράμματα Α.Δ., που σίμαιναν Αχρείος Δούλος.
Εκτός από το κήρυγμα στο συγγραφικό του έργο συγκαταλέγονται πολλά ψυχωφελή βιβλία, με καθαρώς ορθόδοξο αγιογραφικό και αγιοπνευματικό περιεχόμενο. Τα πονήματά του βρήκαν μεγάλη ανταπόκριση από τον πιστό λαό του Θεού, γνώρισαν επανεκδόσεις, συνετέλεσαν στην διόρθωση πολλών χιλιάδων μελών της Εκκλησίας και συνέβαλαν στην αύξηση των συνειδητών πιστών χριστιανών.
Έκτος από το προφορικό και γραπτό έργο, καθιέρωσε προσκυνηματικές εκδρομές σε ιερές Μονές και σε ιερά προσκυνήματα. Στην αρχή στο Λεκανοπέδιο της Αττικής και στη συνέχεια σε αξιόλογα προσκυνήματα εντός της Ελλάδος. Τα τελευταία επτά χρόνια πριν της μακαρίας κοιμήσεως του πραγματοποιούσε κάθε καλοκαίρι προσκύνημα και στους Αγίους Τόπους και Σινά.
Μετά από 17 έτη έγγαμου βίου με θαυμαστό τρόπο, διά μέσου των πρεσβειών του Αγίου Νεκταρίου του εν Αιγίνης, απέκτησε υιό. Στο παιδί δόθηκε το όνομα Νεκτάριος, προς τιμήν του θαυματουργού Αγίου. Ο υιός του Δημητρίου Παναγόπουλου, Νεκτάριος σήμερα διατηρεί εκδοτικό οίκο στην Αθήνα, όπου μεταξύ των άλλων, συνεχίζει, μέσω των επανεκδόσεων των εκλεκτών βιβλίων του μακαριστού πατρός του, το γραπτό του κήρυγμα, διά της κυκλοφορίας των 700 και πλέον ομιλιών του.
Την καρποφόρα ιεραποστολική του διακονία και ιδιαίτερα την κηρυγματική έκλεισε με τις δύο άκρως συγκινητικές και αποχαιρετιστήριες τελευταίες ομιλίες του περί θανάτου και αιωνίου ζωής, όπου για πρώτη φορά ερμήνευσε το αποστολικό και ευαγγελικό ανάγνωσμα της κηδείας.
Το πρωί της Σαββάτου της 13ης Φεβρουαρίου του 1982, 35 ώρες μετά το τελευταίο κήρυγμα του, παρέδωσε εν ειρήνη την ψυχή του στον Κύριο.
επιμέλεια: Συμεών Τριανταφυλλίδης
Πληροφορίες από το βιβλίο «Ο αείμνηστος καλός εργάτης του Ευαγγελίου», Δημήτριος Παναγόπουλος μέσα από τα γραπτά του, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη.