Έλληνας μητραλοίας και όχι «Αλβανός εθνικιστής» είναι πίσω από την στάση του Αναστάσιου…
Γράφει ο Αρχιμανδρίτης Ρωμανός Αναστασιάδης, Κληρικός της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου
Καθημερινά σχεδόν δέχομαι μηνύματα απορίας και διαμαρτυρίας από κληρικούς και λαϊκούς πιστούς για τη στάση που έχει κρατήσει μέχρι σήμερα ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιος σε σχέση με το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο. Μια στάση που κινδυνεύει να τινάξει στον αέρα ολάκερη την υστεροφημία του, να αμαυρώσει το αναμφίβολα σπουδαίο έργο που έχει επιτελέσει στην εκκλησιαστική ζωή από διάφορες θέσεις και σε διαφόρους τόπους και χρόνους. Με κορυφαίο, φυσικά, αυτό στην Αλβανία, για το οποίο τον επέλεξε με πατρική αγάπη και εμπιστοσύνη ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ και η Μήτηρ Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος -λόγω ακριβώς της πλούσιας εμπειρίας του στα εκκλησιαστικά πράγματα και μάλιστα στο κρίσιμο θέμα της Ιεραποστολής- είναι ο πλέον αδικαιολόγητος από όλους τους Προκαθημένους που ακόμη διστάζουν να πράξουν το εκκλησιολογικώς και ιεροκανονικώς ορθό και αυτονόητο: να συντονισθούν δηλαδή με την απόλυτα κανονική, νόμιμη και θεμελιωμένη στη μακραίωνη Ιερά Παράδοση και Καθηγιασμένη Πράξη της Ορθοδόξου Εκκλησίας απόφαση του Ιερού Κέντρου της Ορθοδοξίας και του Πρώτου της Εκκλησίας, του Οικουμενικού Πατριάρχου, να επιλύσουν ένα χρόνιο εκκλησιαστικό ζήτημα με την ίδια ακριβώς σοφία, κενωτική και θυσιαστική αγάπη και μέριμνα για τους απανταχού Ορθοδόξους, που το Ιερό Φανάρι έχει επιδείξει ανά τους αιώνες στην αντιμετώπιση παρόμοιων και ανάλογων προβλημάτων.
Όπως έγραψα και σε πρόσφατο κείμενό μου, αποτυπώνοντας σε λίγες γραμμές μια ιστορική αλήθεια τεραστίων διαστάσεων, την οποία οι Μοσχοβίτες και οι ελεγχόμενοι ή εκμαυλιζόμενοι από αυτούς απεγνωσμένα πασχίζουν να διαστρέψουν:
«Μόνον η Κωνσταντινούπολη έκοβε θυσιαστικά όλους αυτούς τους αιώνες από το κορμί της, για να δημιουργεί τοπικές Εκκλησίες με δυνατότητα εσωτερικής διαχείρισης των επιμέρους υποθέσεών τους, αυτό που αργότερα ονομάστηκε -καλώς ή κακώς- Αυτοκέφαλη Εκκλησία! Όλες οι νεώτερες Εκκλησίες, ακόμη κι εκείνες που έχουν τιμητικά τον τίτλο του Πατριαρχείου -επ’ αναφορά προς μέλλουσα Οικουμενική Σύνοδο- έλαβαν ό,τι είναι από την Κωνσταντινούπολη, ανά τους αιώνες. Ο Τόμος, ο εκάστοτε τέτοιος Τόμος, δεν είναι συμφωνητικό δύο μερών, αλλά μονομερής πράξη του Κωνσταντινουπόλεως που δόθηκε όχι τόσο για πνευματικούς λόγους, διότι πνευματικά ως τότε δεν υπήρχε πρόβλημα που τόσοι λαοί υπάγονταν στη Μεγάλη Εκκλησία, αλλά για λόγους αποκλειστικά κοσμικούς. Επειδή, δηλαδή, κάθε φορά δημιουργούνταν ένα νέο κράτος -και με διάθεση προσφοράς και θυσίας- η Μεγάλη Εκκλησία υπέκυπτε, ως γνήσια Μητέρα, στα αιτήματα των κρατικών διοικήσεων και των λαών, ώστε να τους δώσει μια δυνατότητα να κανονίζουν μόνοι τους την εσωτερική τους εκκλησιαστική ζωή και καθημερινότητα».
Δεν υπάρχει, λοιπόν, κανένα νομοκανονικό έρεισμα, ή έστω πρόσχημα, για την άρνηση αποδοχής μιας κορυφαίας Πράξης του Οικουμενικού Θρόνου, όπως η απόδοση Αυτοκεφαλίας σε μια τοπική Εκκλησία, ιδιαίτερα μάλιστα από εκείνους, των οποίων οι Εκκλησίες, στο παρελθόν, απέλαβον την ίδια ακριβώς ευεργεσία από τη Μητέρα Εκκλησία, η οποία, αυτοθυσιαστικώς, ήλθε να θεραπεύσει σχίσματα και αποστασίες των κατά καιρούς ατακτούντων και στασιαζόντων τέκνων της. Αυτό πολύ ορθά, και προς τιμήν και έπαινόν της, διακήρυξε η Αγιωτάτη Εκκλησία της Ελλάδος, αποδεχόμενη έγκαιρα και έγκυρα το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο, συνιστώντας έτσι ένα λαμπρό παράδειγμα προς μίμηση για άλλες τοπικές Αυτοκέφαλες Εκκλησίες.
Και η ιστορία της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας δεν είναι λιγότερο «ένοχη» από εκείνην της Εκκλησίας της Ελλάδος, όσον αφορά τις πράξεις αποστασίας και αντικανονικής αποσχίσεως από τη Μητέρα Εκκλησία. Γι’ αυτό και η αξιοπερίεργη αντίδραση και αντίσταση του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου προκαλεί θλίψη και οργή σε όλους τους συνετούς ανθρώπους της Εκκλησίας, ιδιαίτερα μάλιστα σε όσους έχουν γνώση και επίγνωση της Εκκλησιαστικής Ιστορίας και του Κανονικού Δικαίου της Εκκλησίας. Η συμπεριφορά αυτή του Αναστασίου έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τη συνετή και αξιόλογη παρουσία και το λόγο του κατά την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης, το 2016, όταν εύστοχα στηλίτευσε τον ανθρώπινο εγωισμό ως ένα από τα βασικά κίνητρα που οδήγησαν κάποιες Εκκλησίες, με πρωτεργάτη τη Ρωσική Εκκλησία, να απόσχουν τελικά από μια Πανορθόδοξη Σύνοδο, της οποίας τα κείμενα και όλη την προετοιμασία είχαν ήδη εγκρίνει και υπογράψει. Σήμερα, δυστυχώς, φαίνεται ο ίδιος να εμφορείται από αυτόν τον εγωισμό και την εμμονή εις εαυτόν, αρνούμενος να αποδεχθεί γεγονότα καλώς και ορθοδόξως τετελεσμένα που μαρτυρούν το διαχρονικό μεγαλείο της Εκκλησίας, ως Μητέρας που συγχωρεί και προσλαμβάνει το επιστρέφον απολωλός, ώστε να μη μείνει κανείς «έξω του νυμφώνος Χριστού». Σήμερα, δυστυχώς, ο ίδιος εμφανίζεται ως ο μεγάλος υιός της παραβολής του Ασώτου, ως ο πικρόχολος εκείνος οιηματίας που έχοντας αυτοδικαιωθεί τελικά αρνήθηκε τη δικαιοσύνη του Πατρός και -αν και «αναμάρτητος» ως προς τον τύπο- τελικά δεν απέλαυσε το εορταστικό δείπνο της Βασιλείας. Διότι του έλειπε η ουσία της αγάπης και της συγγνώμης, χωρίς τις οποίες κανένας δεν μπορεί να είναι και ονομάζεται αληθινός μαθητής του Χριστού.
Είναι κρίμα, πραγματικά, σκεπτόμενος κανείς τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο και τη συμπεριφορά του ως προς το Ουκρανικό Εκκλησιαστικό Ζήτημα -δηλαδή τη στοργική απόφαση της Μητρός Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως να αποκαταστήσει μέσα στο Κυριακό Σώμα της Εκκλησίας εκατομμύρια Ορθοδόξων που βρίσκονταν εκτός, όχι λόγω δογμάτων και πίστεως, αλλά εξαιτίας των εωσφορικών γεωπολιτικών παιγνίων της Μόσχας- να φέρνει στο νου τέτοιες εικόνες και παραδείγματα προς αποφυγήν από τη ζωή και τη διδασκαλία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αλλά αυτή είναι η πικρή και ωμή αλήθεια. Αν ζούσε ο Μακαριώτατος τότε, στους χρόνους της επί γης παρουσίας του Θεανθρώπου, θα εγκαλούσε τους μαθητές του με το γνωστό φαρισαϊκό ευσεβισμό: «διατί μετὰ τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἐσθίει ὁ διδάσκαλος ὑμῶν;». Και όπως εκείνοι, οι «δίκαιοι» ως προς το νόμο, αλλά ανεπίδεκτοι της Χάριτος υποκριτές, θα άκουγε από τον Χριστό: «οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ᾿ οἱ κακῶς ἔχοντες. πορευθέντες δὲ μάθετε τί ἐστιν ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν. οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν» (πρβλ. Ματθ. θ΄ 11-13).
Ακατανόητη, λοιπόν, η όλη στάση του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας, όταν μάλιστα ο ίδιος στο παρελθόν δεν είχε επιδείξει τέτοιες συμπεριφορές. Τι φταίει άραγε; Ή, καλύτερα, ποιος φταίει; Εκτός φυσικά από τον ίδιο, διότι ως πολύπειρος Προκαθήμενος δεν θα έπρεπε ούτε να σύρεται ούτε να παρασύρεται από οποιαδήποτε φωνή αλλότρια προς την Αλήθεια της Εκκλησίας. Και όμως… Ίσως λόγω της ανασφάλειας που ανθρωπίνως δημιουργείται στους προβεβηκότες τη ηλικία, ίσως για άλλους λόγους, ο Μακαριώτατος δέχεται την αρνητική επιρροή ανθρώπων του στενού του περιβάλλοντος. Ανθρώπων με περίεργο εκκλησιαστικό παρελθόν και πολλά σκοτεινά ή έστω αμφιλεγόμενα σημεία στο βιογραφικό τους. Μαθαίνουμε από εκεί ιδιαίτερα για κάποιον εκ των επισκόπων, Έλληνα στην καταγωγή, που έχει συμβάλει καθοριστικά στα «προς κέντρα λακτίσματα» του Αρχιεπισκόπου, στην πρωτόγνωρη επίθεσή του προς την ευεργετήσασα και τον ίδιο Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία.
Αλλά δεν είναι μόνο η Μεγάλη Εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που δέχεται την απαξιωτική αντίδραση του Προκαθημένου της Αλβανίας. Εξίσου αλγεινή εντύπωση προκάλεσε στο Δευτερόθρονο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας η πρόσφατη δημόσια τοποθέτησή του με αφορμή την αντιεκκλησιαστική και αντικανονική εισπήδηση της Μοσχοβίτικης Εκκλησίας στο κανονικό έδαφος της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, στην Αφρική. Θα περίμενε κανείς από έναν εκκλησιαστικό άνδρα που έχει χύσει ιδρώτες στην Ιεραποστολή της Μαύρης Ηπείρου να μην επέλεγε αυτή την -δίκην Ποντίου Πιλάτου- «ουδετερότητα», που στο τέλος καταλήγει να εξισώνει τον εγκληματία (δηλαδή τους Ρώσους) με το θύμα (δηλαδή το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας). Και όμως, αυτό έπραξε και εν προκειμένω ο Αναστάσιος. Με τις «ίσες αποστάσεις» κατ’ ουσίαν «αθώωσε» τους ενόχους και «ενοχοποίησε» τα θύματα.
Χαρακτηριστική ήταν, άλλωστε, η απόλυτα δικαιολογημένη αγανάκτηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καμερούν κ. Γρηγορίου, όπως αποτυπώθηκε ευθαρσώς στην Εισήγησή του προς την Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας:
«Δυστυχῶς, σήμερα οἱ ἀρχὲς τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας, ἡ ἱεροκανονικὴ Παράδοση καὶ ἡ καθηγιασμένη καὶ μακραίωνη Πράξη τῆς Ἐκκλησίας μας περιφρονοῦνται καὶ ἀκούγονται ἀπόψεις ἐκκλησιολογικῶς ἀπαράδεκτες, κανονικῶς πρωτοφανεῖς καὶ ἱστορικῶς ἀνέρειστες, ὡς ἐπὶ παραδείγματι ἡ μόλις πρὸ δύο ἡμερῶν θέση τοῦ ἁγίου Ἀλβανίας ποὺ ἀναφέρει ἐπὶ λέξει τὰ ἑξῆς: «Στο εξής οι απλοί Αφρικανοί θα καλούνται να προσέλθουν στην Ορθοδοξία από δύο Ορθόδοξα Πατριαρχεία, χωρίς να έχουν μυστηριακή κοινωνία μεταξύ τους. Ο σκανδαλισμός και η εξασθένηση της ορθοδόξου μαρτυρίας από τη διχαστική αυτή δραστηριότητα είναι ολοφάνερα. Πρόκειται για οδυνηρή εξέλιξη»[29]. Κατὰ τὴν ἄποψη τοῦ ἁγίου Ἀλβανίας τὸ Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας μὲ κανονικὴ παρουσία στὴν Ἀφρικὴ ἀπὸ τὴν Ἀποστολικὴ ἐποχὴ καὶ τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας ποὺ εἰσέβαλε ἀντικανονικῶς στὸ κανονικό του ἔδαφος τίθενται ἀκριβῶς στὸ ἴδιο ἐπίπεδο, στὴν ἴδια ἀξία καὶ περιωπή… Γιὰ τὸν ἅγιο Ἀλβανίας εἶναι ἁπλῶς «δύο Ορθόδοξα Πατριαρχεία» καὶ τὸ μόνο, κατ’ αὐτόν, πρόβλημα εἶναι ὅτι οἱ Ἀφρικανοὶ ἀδελφοί μας δὲν θὰ ξέρουν ποιό νὰ διαλέξουν… Ἀδυνατῶ νὰ πιστέψω ὅτι αὐτὰ ἐλέχθησαν ἀπὸ Ὀρθόδοξο Ἱεράρχη!!! Νομίζω ὅτι αὐτὴ ἡ μεγίστη ἀπρέπεια, γιὰ νὰ μὴν πῶ βλασφημία, τοῦ ἁγίου Ἀλβανίας δὲν θὰ πρέπει νὰ μείνει ἀναπάντητη ἀπὸ μέρους μας.»
Δεν χρειάζεται να μακρύνω άλλο τον λόγο, για να πείσω ή να ευαισθητοποιήσω οποιονδήποτε. Άλλωστε, η ταπείνωση και η αλήθεια δεν χρειάζονται «επιχειρήματα», αλλά νουν και καρδίαν Χριστού. Όπως αυτά που διαθέτει, και το έχει αποδείξει με την λαμπρά τριακονταετή Πατριαρχία Του, ο Μέγας Βαρθολομαίος, ο Οικουμενικός Πατριάρχης που επελέγη από τον Θεό για να θεραπεύσει χρόνιες πληγές στο Σώμα της Εκκλησίας και, κυρίως, για να αποκαταστήσει την -και με δική μας ευθύνη- αποστασία πολλών αδελφών από την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία των Πατέρων μας.
Η Ορθοδοξία, η Εκκλησία, δεν χρειάζονται κοσμικούς «κατευνασμούς» και «ωραιοποιήσεις». Τα πνευματικά τραύματα και άλγη πρέπει να αποκαλυφθούν πλήρως και χωρίς ευφημισμούς, προκειμένου να ιαθούν με τη Χάρη και το Έλεος του Θεού. Αυτό ας ευχόμαστε καθημερινά, όπως μας το διδάσκει η Αγία μας Εκκλησία στην Ιερή Της Υμνογραφία:
«Τέξασα ζωήν, Παναμώμητε ἁγνὴ Παρθένε, παῦσον Ἐκκλησίας τὰ σκάνδαλα, καὶ βράβευσον εἰρήνην ὡς ἀγαθή».
Αμήν.