Από την μελέτη των εθίμων του ελληνικού λαού που σχετίζονται με τις τρεις μεγάλες εορτές της περιόδου του Δωδεκαημέρου, φαίνεται νομίζω καθαρά και με αρκετά παραδείγματα ότι τις σημαντικές και σημαδιακές μέρες των εορτών του Δωδεκαημέρου ο λαϊκός άνθρωπος φρόντισε να τις περιβάλλει με σειρά διαβατηρίων και θρησκευτικών εθίμων, μέσω των οποίων προσπάθησε να εξασφαλίσει την ευτυχία και την μακροημέρευσή του.
Με μια σειρά εθίμων και τελετουργιών ο λαϊκός άνθρωπος προσπαθεί να ξορκίσει τον απερχόμενο χειμώνα και να καλωσορίσει την επερχόμενη, ευοίωνη και αναβλαστική άνοιξη, που οριοθετεί περίοδο άνθισης και προμηνύει την καρποφορία του καλοκαιριού. Με τα ποικίλα αυτά έθιμα κατά κανόνα επιδιώκεται να θωρακιστεί τελετουργικά, αλλά και να γίνει αισθητή η μετάβαση από τον χειμώνα στην άνοιξη, από το σκοτάδι στο φως και από τη νέκρωση στην αναγέννηση της φύσης. Επίσης, να εξασφαλιστεί ευετηρική ευτυχία για τη χρονιά που έρχεται και να τονωθεί το θρησκευτικό συναίσθημα και η οικογενειακή συνοχή, με τις εκκλησιαστικές και οικιακές λατρευτικές τελετουργίες των τριών μεγάλων εορταστικών σταθμών της περιόδου (Χριστουγέννων – Πρωτοχρονιάς – Θεοφανείων).
Φυσικά πρέπει να έχουμε υπόψη ότι όσα εδώ διαπιστώνονται ή αναφέρονται, αποτελούν απλές νύξεις σε ένα μεγάλο και σπουδαίο ζήτημα, που έχει απασχολήσει αρκετά την ελληνική λαογραφική βιβλιογραφία, και το οποίο χρειάζεται μεγάλη έκταση για να αναλυθεί και να καλυφθεί. Είναι όμως, οι παρατηρήσεις αυτές, ενδεικτικές του κλίματος που προσδιορίζει τον ελληνικό λαϊκό εορτασμό των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, τόσο σήμερα όσο και διαχρονικά, στην ελληνική λαϊκή λατρευτική και εορτολογική παράδοση. Και είναι, παραλλήλως, αποκαλυπτικές του μεγάλου εθιμικού πλούτου που μελετά και διαχειρίζεται η ελληνική λαογραφία, πλούτου μοναδικού και πολύχρωμου, πολύμορφου και πολυδιάστατου, κυρίως όμως ανθρωποκεντρικού.
Κι αυτό επειδή όσα έθιμα παραπάνω αναφέρθηκαν διακρίνονται για την κοινωνική τους λειτουργικότητα, και για την εγγραφή τους σε ένα πλαίσιο αρμονικής ζωής με το φυσικό περιβάλλον και υποδειγματικής συνύπαρξης με τον συγχωριανό και τον συνάνθρωπο, στα πλαίσια πάντοτε των παραδοσιακών ελληνικών κοινωνιών. Πολλά από τα έθιμα αυτά μπορούν να ενταχθούν και πάλι στην οικογενειακή εθιμοταξία, ενισχύοντας τον χειμαζόμενο σήμερα θεσμό της οικογένειας, που αποτελεί το φυτώριο της κοινωνίας. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι είναι τα έθιμα, που μαζί με το θρησκευτικό νόημα των εορτών κάνουν ώστε οι μέρες να ξεχωρίζουν μεταξύ τους, και η ανθρώπινη ζωή να μην αποτελεί απλή πλεύση σε ένα πέλαγος ομοιόμορφης μονοτονίας.
Στις μέρες μας, που όλα μοιάζουν να έχουν χάσει το νόημά τους, πέρα από την όποια εθιμολογία, το σπουδαιότερο ίσως δίδαγμα της εθιμικής και της θρησκευτικής λαογραφίας είναι η ανάγκη επανόδου στις σπουδαίες αυτές αξίες, που είναι ικανές να εξανθρωπίσουν, και πάλι, την ήδη εξαγριωμένη και αγχώδη καθημερινή μας ύπαρξη και κοινωνική πρακτική. Κι αυτό επειδή ο εορτασμός του Δωδεκαημέρου στην παραδοσιακή κοινωνία ήταν χριστοκεντρικός και οικογενειοκεντρικός, και έτσι οι άνθρωποι αναβαπτίζονταν σε ιδέες, απόψεις και πρακτικές που συνείχαν τους κοινωνικούς θεσμούς, και τους έδιναν δύναμη για να συνεχίσουν τη ζωή τους, ενίοτε μέσα σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες.
Καθώς οι εξελίξεις της εποχής μας στέρησαν από τους ανθρώπους αυτήν την απαντοχή, οι εορτές μοιάζουν να έχουν χάσει τη σημασία τους, αλλά και την παραμυθητική λειτουργικότητά τους, ενώ ο εορταστικός χρόνος ολοένα και λιγότερο ξεχωρίζει από την καθημερινότητα. Κι αυτό επιτείνει την σύγχυση που χαρακτηρίζει τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου, καθώς πρότυπα και παραδόσεις αιώνων αφήνονται να καταρρεύσουν, και αντικαθίστανται από μια φανταχτερή μεν, αλλά εφήμερη κοσμική καθημερινότητα.
Ίσως γι’ αυτό τα παραδοσιακά ελληνορθόδοξα έθιμα του Δωδεκαημέρου να αποτελούν μια σημαντική ευκαιρία για νέα σημασιοδότηση στην ατομική και συλλογική, οικογενειακή και κοινωνική, ζωή μας, που αναζητά με νοσταλγία τα Χριστούγεννα του παρελθόντος, προσπαθώντας να καλύψει την ανάγκη αυτή με έναν άκριτο και πολυδιαφημιζόμενο καταναλωτισμό. Είναι κι αυτή μια ακόμη κακή επίδραση του λανθασμένου τρόπου με τον οποίο χειριζόμαστε την τεχνολογία και τις ευκαιρίες που προσφέρει, και εν προκειμένω τα δίκτυα κοινωνικής οργάνωσης και τα πρότυπα που προπαγανδίζουν και επιβάλλουν, πίσω από την δήθεν ελευθερία έκφρασης την οποία τάχα εξασφαλίζουν, ενώ στην πραγματικότητα την δεσμεύουν και την ποδηγετούν.