Oρίζουμε το σημείο όπου οι σχέσεις Ελλάδας και διασποράς επανακαθορίζονται στο πλαίσιο μιας νεωτερικότητας και της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας της γνώσης, διαμορφώνοντας έτσι τους εκπαιδευτικούς ορίζοντες.
Σύμφωνα με την παραπάνω θέση δεν θεωρείται δεδομένος ο ρόλος της Ελλάδας ως εθνικού κέντρου με αποκλειστική επιρροή στην διασπορά, αφού το κράτος αδυνατεί να ανταποκριθεί σοβαρά στο κοινωνικο-οικονομικό σύνολο της παρεχόμενης ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα (παρ.1,άρθρο 108, 2001).
Για να κινηθούμε στο ίδιο μήκος ανάγκη είναι να πούμε πόσο διαφοροποιούνται τα επίπεδα λήψης νευραλγικών αποφάσεων με την εμφάνιση νέων πρωταγωνιστών, διασπορικά δίκτυα επικοινωνίας, συνεργασίες και τριαδικές σχέσεις (ιθαγένεια, θρησκεία, εκπαίδευση), που συνδυάζουν την οικονομική, πολιτική, κοινωνική και πολιτισμική αλληλεπίδραση μεταξύ μιας γεωγραφικά διασπορικής κοινότητας. Θα ήθελα εδώ να τονίσω το σημείο της έννοιας της δημιουργίας των διεθνικών χωρών και των πεδίων δράσης, που προαγάγουν σχέσεις με το εδώ και το εκεί, χωρίς την απαραίτητη σύνδεση μονογραμμικά με την χώρα καταγωγής.
Συνέπεια αυτού είναι πως η πολιτισμική και γλωσσική διατήρηση νοηματοδοτείται από τις πολλαπλές θέσεις των ελληνικών κοινοτήτων και όχι από μια ενιαία πολιτική κοινής παιδείας. Εδώ ξεκινά και ο ατομικός σφετερισμός και πώς ξεστομίσθηκε το επικό ΄΄κλαίει η Παιδεία στη γωνία…΄΄
Μεγάλο αξίωμα της παροικιακής εκπαίδευσης είναι η διατήρηση της εθνικοπολιτισμικής ταυτότητας σε ένα παγκόσμιο φαινόμενο, που ξεφεύγει από τα κλειστά κυκλώματα της παροικιακής υποκουλτούρας, στο χέρι που χτυπά στο τραπέζι η αδαής διεύθυνση, υποστηρίζοντας πως το charity είναι εταιρεία και το αγγλικό έδαφος θεώρει πως είναι τόπος για να της δίνει το δικαίωμα να παρατυπεί και να ασκεί ανώφελο εκφοβισμό.
Άλλωστε, εκεί που δίνεται ο τόνος της διδασκαλίας της γλώσσας και του πολιτισμού αποκτά κανείς νοηματοδότηση, ανατροφοδότηση και παιδαγωγικές εφαρμογές, όπου ένας κομπάρσος με την φαντασίωση της κατάκτησης μιας κάποιας Φιλολογικής Σχολής αδυνατεί να εφαρμόσει – εκ των πραγμάτων.
Επιπλέον, η διαμόρφωση της ελληνικότητας και η επίγνωση του ανήκειν στην ελληνική διασπορά βρίσκει νέα μονοπάτια με εποπτικό υλικό και σύγχρονες μεθόδους με πλουραλισμό των προτεραιοτήτων των κοινοτήτων της διασποράς, σίγουρα όχι με ασκήσεις ΄΄κονσέρβες΄΄, που ο κάθε τυχάρπαστος θα πετάξει στους μαθητές, για να δικαιολογήσει την διδακτική του ώρα.
Κοινός τόπος των παροικιακών σχολείων θα έπρεπε να είναι η διαδικασία μόρφωσης με την παράλληλη διατήρηση των γλωσσικών και πολιτιστικών δεσμών με την χώρα. Απαραίτητη προϋπόθεση σε αυτό είναι ο εκάστοτε εκπαιδευτικός να έχει ποιότητα και υπόβαθρο, από μόνος του. Η νοοτροπία να παραμένει ανθρωποκεντρική και σίγουρα να μην οικειοποιείται νοοτροπίες άλλες που, όσα χρόνια και αν περάσουν, δεν θα αλλάξουν ποτέ.
Ένας άλλος σημαντικός λόγος ύπαρξης της παροικιακής είναι η ανάγκη της ελληνικής κοινωνίας να δημιουργήσει και να αξιοποιήσει – λόγω και της οικονομικής κρίσης – πρωτοβουλίες υποστήριξης της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης, από τον ίδιο ελληνισμό της διασποράς, με την επιδίωξη να αναδειχθούν οι Έλληνες της διασποράς ως πολίτες του κόσμου. Άρα, περισσεύουν από τα σχολεία οι άνθρωποι με χουντικές συμπεριφορές. Αυτοί είναι που σκοτώνουν το όραμα και που φέρνουν μαζί τους τις απαράδεκτες, κακότροπες, συντηρητικές, απαρχαιωμένες νοοτροπίες τους.
Από την άλλη, βασική παράμετρος είναι η διοικητική αναδιάρθρωση και ο επανακαθορισμός των ρόλων και των ευθυνών των εκπαιδευτικών εταίρων (συντονιστές εκπαίδευσης, εκπαιδευτικοί, σύλλογοι γονέων, κοινότητες και κρατικές υπηρεσίες) και της μεταξύ τους συνεργασίας, με σκοπό την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρωπίνου δυναμικού και των πόρων. Πάλι από εδώ περισσεύουν όσοι δε γνωρίζουν το βάρος της θέσης τους.
Εν κατακλείδι, σε ένα όνειρο θερινής νυκτός, οι εκπαιδευτικοί-αποσπασμένοι και ομογενείς μοιράζονται κοινούς στόχους μάθησης, δε λογομαχούν, δε δημιουργούν εντυπώσεις. Οικοδομούν κοινές πρακτικές, αυτό λέγεται συλλογικότητα, όχι ατομικότητά και μιζέρια. Αλληλεπιδρούν με ποικίλα μέσα,΄΄αλληλεπιδρώ΄΄ σημαίνει πως είμαι καθαρός άνθρωπος στην ψυχή. Στοχεύουν στην προώθηση της συλλογικής γνώσης της ομάδας, ταυτόχρονα με την ατομική. Η χαρά της δημιουργίας κρύβεται μέσα στο χαμόγελο ενός παιδιού. Αναστοχάζονται και αξιολογούν την δράση τους. Δέχονται οποιαδήποτε κριτική αρκεί να μην είναι ψεύτικο, προφορικό feedback. Μετασχηματίζουν τις πρακτικές τους με ανοιχτό και διαλεκτικό τρόπο, δρώντας ως παραγωγοί και σχεδιαστές της μάθησης. Ειδικά η παροικιακή εκπαίδευση απαιτεί ώρες σχεδιασμού από τους εκπαιδευτικούς, αφού η μητέρα πατρίδα λίγο ασχολείται. Ένας δημιουργικός άνθρωπος ασχολείται μόνο με τις εκπαιδευτικές του υποχρεώσεις, γίνεται καλύτερος μόνο μέσα από την μεταλαμπάδευση γνώσεων και , ασφαλώς, δεν έχει χρόνο να αναλώνεται σε τριτοκοσμικές συμπεριφορές και κανιβαλισμούς.
Κλείνω το παρόν άρθρο με μια γραμμή για τους εκπαιδευτικούς του κόσμου ετούτου: Δεν υπάρχουν φιλελεύθερες ιδέες, μόνο φιλελεύθερα συναισθήματα.