«Μα τι καινούριο έχει μείνει να ειπωθεί για τις σχέσεις Επιστήμης και Θρησκείας; Δεν έχει ξεκαθαρισθεί η κατάσταση μετά από τόσες αιώνες διαλόγου και τριβής;» Κάπως έτσι αντέδρασε αγαπημένος φίλος όταν έμαθε ότι θα ξεκινήσει αυτή η σειρά σύντομων σημειωμάτων στο Ενυπογράφως με κεντρικό θέμα τον διάλογο και τις σχέσεις μεταξύ Επιστήμης και Θρησκείας. Αλλά, ποιό είναι το ξεκαθάρισμα των σχέσεων που είχε στο νού του ο φίλος αλλά και πολλοί από εμάς;
Νομίζω ότι εύκολα κάποιος κοιτώντας τη σχετική βιβλιογραφία ή συζητώντας με τους γνωστούς του θα διακρίνει δύο κυρίαρχες θέσεις. Η πρώτη πρεσβεύει την έντονη αντιπαλότητα Επιστήμης και Θρησκείας με την Επιστήμη να ακυρώνει βασικές πλευρές της θρησκευτικής πίστης. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, είναι θεμα χρόνου η πλήρης κατάρρευση της Θρησκείας, η οποία συνεχίζει να επιβιώνει μέχρι τώρα για λόγους κοινωνικούς και όχι ουσιαστικούς.
Η δεύτερη, που είναι ιδαίτερα αγαπητή και στους κύκλους των θρησκευομένων, τονίζει την ανεξαρτησία της Επιστήμης και της Θρησκείας υπογραμμίζοντας τις διαφορετικές στοχεύσεις και αφετηρίες τους. Δεδομένων αυτών των σχεδόν παγιωμένων αντιλήψεων, υπάρχει κάτι νέο να ειπωθεί που μπορεί να οδηγήσει σε μία διαφορετική και πιθανώς πιό γόνιμη αντιμετώπιση των σχέσεων Επιστήμης καιΘρησκείας; Πιστεύουμε πως ναι και παρακάτω καταγράφουμε συνοπτικά κάποια από τα νέα δεδομένα που έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια.
α) Εξασθένηση των ιδεολογιών και τονισμός της εμπειρικής διάστασης της θρησκευτικής πίστης και της πρακτικής πλευράς της επιστημονικής έρευνας. Αυτή έφερε στο προσκήνιο ομοιότητες και παραλληλισμούς στον τρόπο που λειτουργούν οι επιστημονικές και θρησκευτικές κοινότητες στην πράξη, οι οποίες ανοίγουν νέες προοπτικές στην κατανόηση των σχέσεών τους,
β) Ενίσχυση της ολιστικής προσέγγισης της επιστήμης σε αντιπαράθεση με την αναγωγιστική που κυριαρχούσε στο πρώτο μισό του προηγούμενου αιώνα. Η τελευταία έχει πρωταγωνιστήσει στην καλιέργεια του εχθρικού κλίματος έναντι της Θρησκείας ενώ η ολιστική παραμένει πιό ανοιχτή σε άλλες εξω-επιστημονικές πλευρές του πολιτισμού συμπεριλαμβανομένης και της Θρησκείας.
γ) Ευκολότερη πρόσβαση στις πηγές δηλ. στα σχετικά κείμενα η οποία ανέδειξε τον πολύπλοκο χαρακτήρα των εν λόγω σχέσεων. Περίοδοι ή περιοχές όπου υπήρξαν περιπτώσεις εχθρικών αντιπαραθέσεων συνυπάρχουν με άλλες περιόδους και περιοχές θετικής ανάδρασης μεταξύ Επιστήμης και Θρησκείας. Η διαπίστωση αυτή που κυριαρχεί πλέον στο χώρο της σχετικής ιστορικής έρευνας καταδεικνύει τον εύπλαστο χαρακτήρα των σχέσεων αυτών και υπονοεί την ανοιχτότητά τους σε νέες ερμηνείες και εμβιώσεις,
δ) Διεύρυνση της συζήτησης σε άλλους πολιτισμούς πέρα από τον δυτικό που γέννησε τον σχετικό προβληματισμό. Πρόσφατα, ερευνητικές μελέτες και έργα αλλά και βιβλία έχουν αφιερωθεί στη διερεύνηση των σχέσεων Ισλαμισμού και Βουδισμού με την επιστημονική σκέψη και γνώση με πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Σε αυτή τη διεύρυνση περιλαμβάνεται και η μελέτη της αντιμετώπισης της επιστήμης από τη δική μας Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση, η οποία μέχρι τώρα είχε πολύ μικρή συμμετοχή στον σχετικό διάλογο.
Πιστεύουμε ότι τα παραπάνω δεδομένα αποτελούν πρόκληση να ξαναδούμε τις σχέσεις Επιστήμης και Θρησκείας με μία φρέσκια ματιά απαλαγμένη από τις άγονες αγκυλώσεις του παρελθόντος με τις εύκολες απαντήσεις τους. Μία ματιά που σεβόμενη τον πλούτο και την ιδιομορφία του καθενός χώρου θα αναζητήσει τη γόνιμη αλληλεπίδρασή τους που σίγουρα επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις.
Για το dogma.gr Βασίλης Κωνσταντούδης
Β.Κ., φυσικός, ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος